Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΙΦΝΑΙΟΣ

Στη μεταβολή που επήλθε μετά τις εκλογές της 31 Μαρτίου οι πολιορκητές της Ραδιοφωνίας και οι μνηστήρες της διευθυντικής πολυθρόνας είχαν στηρίξει τις ελπίδες τους. Στην εθνικόφρονα κυβέρνηση είχαν εναποθέσει επίσης και τα ρεβανσιστικά τους σχέδια. Διαψεύσθηκαν. Για τη γενική διεύθυνση του ΕΙΡ επελέγη πρόσωπο απρόβλεπτο. Για τον Δημήτρη Χρονόπουλο η απογοήτευση θα ήταν ανάλογη της βεβαιότητας που είχε θρέψει σ’ όλο το διάστημα της λυσσαλέας πολεμικής που είχε ασκήσει και των απειλών που είχε εκτοξεύσει. Η απογοήτευση διαφαίνεται στις γραμμές του δημοσιεύματος της ΒΡΑΔΥΝΗΣ. 10 Απριλίου 1946. « Ο κ. ΣΙΦΝΑΙΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΣ. –Υπό του κ. Κ. Τσαλδάρη ως υπουργού Τύπου υπεγράφη το διάταγμα του διορισμού του κ. Παναγώτη Σιφναίου ως Γενικού Διευθυντού του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, εις αντικατάστασιν του κ. Δημαρά. Το διάταγμα υπεγράφη και από τον Αντιβασιλέα. Εις την αρμοδιότητα του νέου Γενικού Διευθυντού απόκειται η εισήγησις επί των άλλων μεταβολών εις την Ελληνικήν Ραδιοφωνίαν και επί της εκκαθαρίσεως του προσωπικού». Οι ελπίδες μπορεί να κατέρρευσαν , το πάθος της εκδικήσεως όμως ουδόλως.
Τα συνδυασμένα πυρά των δεξιών εντύπων που είχαν στόχο τη Ραδιοφωνία γενικώς και ανεξαιρέτως- τα’ βαλαν και με την « Ώρα του παιδιού» (ΕΜΠΡΟΣ 10 Απριλίου) κατηγορώντας την ότι «έχει περιέλθει εξ ολοκλήρου εις τον κουκουεδισμόν και προς δηλητηρίασιν της ψυχής της ελληνικής νεότητος εξεπέμποτο με μεγάλην σατανικότητα διάφορα γνωστά κομμουνιστικά συνθήματα…¨». Τίποτα τέτοιο ασφαλώς δεν συνέβαινε, αλλά κάποιος φαίνεται πως θα διεκδικούσε την συγκεκριμένη εκπομπή. Η Αντιγόνη Μεταξά υπερασπίσθηκε με αξιοπρέπεια και αποφασιστικότητα την εκπομπή της κι αυτό νομίζω πως πρέπει να συμπεριληφθέι στις γραμμές της ραδιοφωνικής ιστορίας. Δυο μέρες αργότερα το ΕΜΠΡΟΣ δημοσίευσε την απάντησή της. «…καθώς εμφαίνεται εκ του παρ΄ημίν τηρουμένου αρχείου ουδέποτε εις εκπομπήν της η Παιδική Ωρα μετέδωσε… (κομμουνιστικά συνθήματα)…Επειδή ενδέχεται ο συντάκτης σας να επιμένη επί των πληροφοριών του καλόν θα ήτο να καθόριζε ημέραν και ώρα…». Η εφημερίδα φυσικά σιώπησε. Ωστόσο όλα αυτά τα δημοσιεύματα περί του συρφετού των πλανοδίων ψευδολόγων ,περι «καταχθονίων σχεδίων αναρχικής προπαγάνδας» και περί δακτυλοδεικτούμενων ινστρουκτόρων του ΕΑΜ και κρυπτοκουκουέδων έφεραν μια καθησυχαστική στροφή που οδήγησε σε συντηρητικότερη μορφή προγραμμάτων, τουλάχιστων όσον αφορά τις ομιλίες. Παραμερίσθηκαν πεντέξη προκλητικά πρόσωπα, απολύθηκαν μερικοί και προσλήφθηκαν μερικοί άλλοι. Έτσι υπό τη διεύθυνση του Παναγιώτη Σιφναίου οι επικριτές ηρέμησαν. Άρχισαν όμως να διαμαρτύρονται τα κεντρώα έντυπα και σχολίαζαν την νέα διεύθυνση για μεροληψία και κομματισμό. Ο Κωνσταντίνος Δημαράς είχε την υποστήριξη των εφημερίδων του Δημ, Λαμπράκη και η απομάκρυνσή του από τη διεύθυνση του Σταθμού προκάλεσε αντιδράσεις στα ΝΕΑ και στο ΒΗΜΑ. Το ΕΜΠΡΟΣ όμως από θέση ισχύος πια σχολιάζει τα σχόλια. 27 Απριλίου 1946.
« Επειδή αι ραδιοφωνικαί εκπομπαί απετοξινώθησαν από τα δηλητήρια της εαμοκομμουνιστικής προπαγάνδας τα όργανα του κέντρου διαμαρτύρονται. Θα τους περάση. Ο δε άλλος κόσμος ήρχισε πάλιν να ακούη ραδιόφωνον».
Έχουμε στη διάθεσή μαε ένα γλαφυρό κείμενο από συνέντευξη του Παναγιώτη Σιφναίου στο περιοδικό ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ για το οποίο περιοδικό θα μιλήσουμε εκτεταμένα στην ώρα του. Ο συντάκτης συνομιλεί με τον Γεν. Διευθυντή του ΕΙΡ και κατ’ αρχήν τον παρουσιάζει:
«Επί κεφαλής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας είναι ένας πραγματικά ιδεώδης γι’ αυτήν την εργασίαν, άνθρωπος γλωσσομαθέστατος με τεράστια μόρφωση, που έχει ζήσει πολύ στο εξωτερικό και έχει μελετήσει τα συστήματα Ραδιοφωνίας. Είναι ο Παναγιώτης Σιφναίος διδάκτωρ της Νομικής και των πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου των Παρισίων. Είναι γλυκομίλητος, φιλικώτατος, περιποιητικός, μας δέχθηκε πρόθυμα. Ας τον ακούσουμε περιγράφοντα τα βάσανά του». Τα «βάσανα» που περιγράφει ο Σιφναίος δίνουν σε μας σήμερα μια κατατοπιστική εικόνα των συνθηκών της λειτουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού, πολλές και πολύτιμες πληροφορίες και την ατμόσφαιρα της εποχής.
Τα δεινά της διευθυντικής καρέκλας περιγράφει ο Σιφναίος εν αρχή.
«…η ραδιοφωνία δεν φαίνεται καμιά σπουδαία επιχείρησις. Εχει περί τα 40 δωμάτια και όχι περισσότερους από 270 υπαλλήλους κατά κανόνα μορφωμένους με ήρεμη και καθησυχαστική όψι. Την επαύριο εμφανίζεται ένας απ’ αυτούς τους καθησυχαστικούς τύπους ο οποίος του αραδιάζει (του διευθυντή) επτά διάφορα ζητήματα σχετικά με πομπούς, με σήματα, με στρατόσφαιρες, με συμπυκνωτάς, με μετασχηματιστάς και του μιλά επί ένα τέταρτο συνεχώς με την αφέλεια ανθρώπου ο οποίος πιστεύει ότι μιλεί ελληνικά. Πριν όμως τελειώσει εμφανίζονται τρεις – τέσσερις έξαλλοι τύποι οι οποίοι σχεδιάζουν εκ πρώτης όψεως ένα σκετς με ήρωα τον Καποδίστρια στο οποίο θεωρείται σκόπιμο να περιληφθή και βυζαντινή χορωδία και ζητούν πιστώσεις. Αλλ’ ο κ. γραμματεύς με άψογον διοικητικόν ύφος βαδίζων εις τις μύτες των παπουτσιών αγγέλλει μυστηριωδώς την άφιξιν ενός πολιτευομένου ο οποίος επιμένει αντί της βυζαντινής χορωδίας να εμφανιστεί εις το σκετς μια προστατευομένη του διακριθείσα προ 40 ετών εις το μουσικό θέατρο. Ατυχώς όμως προτού ληφθεί απόφασις ενκύπτουν οι ιεροί επίτροποι συνοικιακής εκκλησίας οι οποίοι εντόνως διαμαρτύρονται διατί τας Κυριακάς αναμεταδίδεται συνεχώς η λειτουργία της Μητροπόλεως και περιφρονείται η δική τους εκκλησία ενώ μια αναμετάδοσις θα μπορούσε να ανορθώση ευκολώτατα τα οικονομικά της. Εν τω μεταξύ όμως ολύμπιος και αποφασιστικός καταπλέει ο κ. Διευθυντής του προγράμματος έχων εκ δεξιών Άγγλον λοχαγόν με κοντά παντελονάκια και εξ αριστερών Γάλλον διπλωμάτην με παπιγιόν. Ο Γεν. Διευθυντής καλείται να ασκήση όλην την ξενόγλωσσον γοητείαν του προκειμένου να εκτοπίση με την ευγενή των συγκατάθεσιν τους κυρίους ξένους από το πρόγραμμα της Δευτέρας εις το οποίον έχουν από αμνημονεύων χρόνων κεκτημένα δικαιώματα. Ενώ ο συμβιβασμός εξελίσσεται κανονικώς αγγελιοφόρος ασθμαίνων ενσκήπτει από τον τρίτον όροφον του διπλανού κτιρίου και μεταδίδει ότι διεξάγεται μυστικός έρανος μεταξύ των υπαλλήλων από ύποπτα πρόσωπα. Την ιδίαν ακριβώς στιγμήν ακούγονται απεγνωσμέναι κραυγαί από την είσοδον. Πρώην αξιωματικός αποφασισμένος πάση θυσία να απαγγείλη από του ραδιοφώνου τον πανηγυρικόν της ολοκαυτώσεως τοτ Αρκαδίου διέσπασε τον φραγμόν των κλητήρων και καταλαμβάνη εξ εφόδου το γραφείον της Γενικής Διευθύνσεως. Πανικόβλητοι όλοι οι άλλοι ζητούν τρόπον διαφυγής ενώ τα δυο τηλέφωνα σημαίνουν μανιωδώς. Ο πομπός έπαθε βλάβην…»
Αν και το κείμενο του Σιφναίου θα μπορούσε να είναι ένα σπαρταριστό ευθυμογράφημας η μια εμπνευσμένη σκηνή ενός κωμικού σίριαλ είναι εν τούτοις απολύτως πραγματικό. Πρόκειται για γραπτό ντοκουμέντο που τεκμηριώνει πολλές καταστάσεις της ραδιοφωνικής πραγματικότητας του πρώτου διαστήματος αφού ανέλαβε ο περιγράφων.
Προσπάθειες και δυσκολίες αναμόρφωσης του προγράμματος, παρεμβάσεις παραγόντων, τεχνικές αντιξοότητες, χαφιεδισμός. Είναι φυσικό πολλά σοβαρά να αποσωπούνται από τον Σιφναίο αφού η συνέντευξη είναι των ημερών εκείνων. Ένα μέρος ωστόσο απ’ τα σοβαρά και τα κρίσιμα τα θίγει σ’ ένα σοβαρών προθέσεων ενυπόγραφο κείμενο που θα μας απασχολήσει ευθύς αμέσως μόλις περιγράψουμε έναν ασφυκτικό ραδιοφωνικό κλοιό που περισφίγγει την Ελλάδα.
Δριμύτατη προπαγάνδα ασκούσαν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί των βόρειων γειτόνων. Τα κομουνιστικά καθεστώτα υποδαύλιζαμν με εμπρηστικά συνθήματα τα ομόφρονα αισθήματα των Ελλήνων και υποκινούσαν πάθη και αντιθέσεις. Η ιστορία έχει αποφανθεί για τις προθέσεις και το ρόλο της Αλβανίας. Όσο και για της Γιουγκοσλυίας, της Βουλγαρίας και της Μόσχας. Οι γραμμές του παρόντος είναι αποκλειστικά και μόνο ραδιοφωνικές. Το περιεχόμενο των εκπομπών αυτών ο γράφων δεν το γνωρίζει μόνο από τα δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής. Η ανεπηρέστη ανάμνησή μου είναι πως οι εκπομπές ήταν σκληρές, επιθετικές και απολύτως υπονομευτικές. Αυτοί ήταν άλλωστε οι κανόνες του παιχνιδιού κι απ’ τις δυο πλευρές. Δυο σχετικές αναφορές. ΒΡΑΔΥΝΗ. 5 Απριλίου 1946 «Ο ραδιοφωνικός σταθμός του Βελιγραδίου κάθε βράδυ έχει έναν ελασίτην ομιλητήν ο οποίος δεν κάμνει τίποτε άλλο παρά να υβρίζει την Ελλάδα ελληνιστί. Νομίζομεν ότι με το Βελιγράδιον διατηρούμε καλάς σχέσεις. Εάν είναι έτσι. Εάν δηλαδή και το Βελιγράδιον νομίζει ότι διατηρεί καλάς σχέσεις με την Ελλάδα, ο ελασίτης πρέπει να σιωπήση. Εάν πάλι δεν το νομίζει, τότε ορθόν είνε να βάλωμεν και μεις εις τον σταθμόν μας έναν οπαδόν του Μιχαήλοβιτς να ομιλεί σερβικά και να υβρίζει την Γιουγκοσλαυίαν και τον Τίτο. Και όποιος φωνάζει περισσότερον». Και το δεύτερο.
ΒΡΑΔΥΝΗ 6 Απριλίου 1946.
«Ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας, χθες παραμονήν της 6ης Απριλίου τι νομίζετε ότι ενεθυμήθη; Την ελληνικήν αντίστασιν κατά των Ιταλών και Γερμανών, που έσωσεν – όπως ομολογεί άλλωστε ο ίδιος ο σταθμός – την Ρωσίαν και τον κόσμον. Όχι! Ο ραδιοσχολιαστής κ. Αβτσάκοφ ενεθυμήθη ότι είχεν και η Ελλάς Κουίσλινγκ και ότι δια των Κουίσλινγκς εβοήθησεν η Ελλάς τους Γερμανούς. Ενεθυμήθη βεβαίως και ολίγον Παρτσαλίδην εις τον οποίον απένειμεν επαίνους. Ταύτα δια την ιστορίαν δια να μην απατώνται οι Έλληνες – όσοι απατώνται».
Πολλά τα τοιαύτα σχόλια για την διαβρωτική προπαγάνδα των κομμουνιστικών σταθμών του εξωτερικού και διάχυτη η μελαγχολική διαπίστωση για την ραδιοφωνική αδυναμία της Ελλάδας να αντιδράσει. Οι ξένοι σταθμοί διαθέτουν μεγάλη ισχύ και ο ελληνικός ελάχιστη. Ο σταθμός του Τσιγκιρλιδη στη Θεσσαλονίκη δεν έχει την αρμοδιότητα να απαντάει στη συστηματική πολεμική των γειτόνων κι έτσι οι πληθυσμοί των παραμεθορίων μένουν από ραδιοφωνική άποψη ανυπεράσπιστοι στη «διαφωτιστική» τακτική των Σταθμών Βελιγραδίου, Τιράνων, Σόφιας, Μόσχας κλπ.
Και ενώ ο Σταθμός μας αρχίζει να βρίσκει, η εν πάσει περιπτώσει να αναζητεί τις ισορροπίες του και τις δυνατότητες να ανταποκριθεί στις ποικίλες εκ των έσω και των έξω πιέσεις, η κρατική μέριμνα πρέπει να στραφεί και προς τα ραδιόφωνα. Έχουν μειωθεί οι συσκευές που λειτουργούν και απ’ αυτή την αιτία έχουν μειωθεί και τα έσοδα απ’ τις συνδρομές. Σπουδαιότερος λόγος όμως που δίνει προτεραιότητα στην αύξηση του αριθμού των ραδιοφώνων είναι να μεγαλώσει η δραστικότητα του ραδιοφωνικού πλεονεκτήματος. Στις παραμονές του πολέμου τα ραδιόφωνα πρέπει να έφταναν τις 70.000, έξι χρόνια μετά, με την γερμανική κατοχή ενδιάμεσα, ο κόσμος των ραδιοακροατών έχει ελαττωθεί σημαντικά.
Στις 17 Μαΐου 1946 αναγγέλονται ευνοϊκά μέτρα για να διευκολυνθεί η εισαγωγή ραδιοφωνικών συσκευών. Η απόφαση αυτή δείχνει πως το ραδιοφωνικό μέσον και οι δυνατότητες του έχουν συνειδητοποιθεί σε μεγάλο βαθμό. Ιδού το σχετικό δημοσίευμα από την ΕΣΤΙΑ.
« Κατ’ ανακοίνωσιν του υπουργού Εθνικής Οικονομίας απεφασίσθη η εισαγωγή ραδιοφώνων μεχρις αξίας ενός δισεκατομμυρίου εξ οιασδήποτε χώρας. Η εισαγωγή θα γίνεται κατόπιν αδείας και βάσει σχετικών εγγράφων στοιχείων ότι τα εργοστάσια δύνανται να παραδώσουν τα αιτούμενα από εκάστου εισαγωγέως ραδιόφωνα. Τα στοιχεία ταύτα πρέπει να υποβληθούν εις το υπουργείο μεχρι τις 18 Ιουνίου. Δικαίωμα εισαγωγής έχουν οι παλαιοί εισαγωγείς ραδιοφώνων και οι αντιπρόσωποι εξωτερικών οίκων του είδους τούτου παλαιοί και νέοι. Το μέτρον λαμβάνεται διότι κατά την κατοχήν διηρπάγησαν πλείστα ραδιόφωνα και ο πληθυσμός εστερήθη των μέσων διαφωτίσεως και ψυχαγωγίας. Δια της εισαγωγής των ραδιοφώνων τούτων θα ενισχυθή το Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Υπολογίζεται ότι δια του εκριθέντος ποσού θα εισαχθούν 4.000 ραδιόφωνα».
Είναι ευνόητο πως το ζήτημα των ραδιοφώνων ήταν ιδιαίτερης σημασίας. Είναι φυσικό επίσης η κυβέρνηση παράλληλα με τα μέτρα για εισαγωγή να έδειξε ενδιαφέρον και για την παραγωγή ραδιοφωνικών συσκευών. Ο Παναγιώτης Δελμούζος, ιδρυτής της πρώτης βιομηχανίας ραδιοφώνων, της ΕΛ. ΒΙ. ΡΑ που τροφοδοτούσε προπολεμικά την ελληνική αγορά με εγχώρια ραδιόφωνα χαμηλού κόστους, στην κατοχή διέκοψε τις εργασίες του εργοστασίου του και αφού ανέπτυξε αξιόλογη αντιστασιακή δράση, διέφυγε στην Αίγυπτο. Επέστρεψε μετά την απελευθέρωση με τον ιδιότητα του υπεύθυνου των πληροφοριών και το 1945 πούλησε την ΕΛ.ΒΙ.ΡΑ. Το έργοστάσιο όμως δεν ήταν αμέσως σε θέση να πραγματοποιήσει παραγωγές ραδιοφώνων γιατί χρειαζόταν επισκευές και βελτιώσεις κτιριακές και μηχανικές κι έτσι το 1946 ενώ είχε εκδηλωθεί ενδιαφέρον για την εγχώρια βιομηχανία ραδιοφώνων, μοναδικός τροφοδότης της αγοράς σε ραδιοφωνικούς δέκτες ήταν το εξωτερικό.
Ενας γνωστός μας,δαιμόνιος παράγοντας ξαναεμφανίζεται σ’ αυτό το σημείο και μπαίνει στο γύρο. Ύστερα από απαλλακτικό βούλευμα ο Ιωάννης Βουλπιώτης αποφυλακίζεται και η κατηγορία επι δωσιλογισμώ καταπίπτει. Η σχετική είδηση δημοσιεύεται στις εφημερίδες στις 27 Ιουλίου και ο διευθυντής της κατοχικής ΑΕΡΕ και αντιπρόσωπος της Telefunken στην Ελλάδα είναι και πάλι ελεύθερος να συνεχίσει τις προσπάθειές να επανέλθη στα ραδιοφωνικά πράγματα.
Μιλήσαμε ήδη για το περιοδικό ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ. Ας το γνωρίσουμε πιο εκτετεμμένα μιας και αποτέλεσε έναν υπολογίσημο δημοσιογραφικό παράγοντα στα πλευρά της ραδιοφωνίας. Μετά το κατοχικό ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΝ, που ήταν, όπως είδαμε μια ιδιωτική εποχείρηση με επιδότηση της ΑΕΡΕ και παράλληλα την παραχώρηση του προνομίου δημοσίευσης των ραδιοφωνικών προγραμμάτων, μια καινούργια σύμβαση σχεδόν πανομοιότυπη επαναλαμβάνεται στην μετακατοχική φάση. Ο ίδιος εκδότης, ο δημοσιογράφος Πάνος Τρουμπούνης, αφού η σχέση με τον Βουλπιώτη ναυάγησε μαζί με την ναζιστική Γερμανία, προσήγγησε τον Σιφναίο και στη θέση του ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΥ εγεννήθη το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ. Ο νέος διευθυντής του ΕΙΡ βρήκε, καθώς φαίνεται βρήκε πιο βολική τη σύμβαση αυτή παρά να αναλάβει το ΕΙΡ τη συγκρότηση ενός δημοσιογραφικού επιτελείου που θα αναλάμβανε την έκδοση του Ραδιοπρογράμματος. Έτσι στις 28 Σεπτεμβρίου 1946 το περιοδικό ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ κυκλοφόρησε το πρώτο του φύλλο.

Στο πρώτο τεύχος του το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ μας επιφυλάσσει ένα κείμενο του Σιφναίου σαν προγραμματικό κύριο άρθρο, με αρκετές ενδιαφέρουσες και σημαντικές πληροφορίες. Αναπτύσσει κτ’ αρχήν την άποψη πως το λεπτομερές και αναλυτικό πρόγραμμα μεταβάλλει τη διάθεση του πολίτη έναντι του ραδιοφώνου αφού θα γνωρίζει πότε και τι θα ακούσει «το πρόγραμμα λοιπόν θα δίδεται τώρα με το ‘Εδώ Αθήναι’ δια να συμφιλιώση τους ακροατάς με το ραδιόφωνον. Και είναι αυτός μέγας και εθνικός σκοπός». Και συνεχίζει ο φρέσκος διευθυντής του ΕΙΡ με την άποψη πως έτσι θα αυξηθεί και ο αριθμός των καλοπληρωτών και αυτό θα σημάνει και την αύξηση των πόρων του Ιδρύματος. Και καταλήγει στη δραματική ομολογία «..ότι η ελληνική ραδιοφωνία είναι πτωχή, είναι απελπιστικώς πτωχή, είναι η πτωχοτέρα όλου του κόσμου». Ακολουθεί μια λεπτομερής αναφορά των οικονομικών δεδομένων πολλών ευρωπαϊκών Ραδιοφωνιών που αποκαλύπτουν την ευμάρεια των ξένων, εκθέτει δε στοιχεία για την οικονομική κατάσταση του ΕΙΡ και τις δυσχέρειες και τις ανεπάρκειές του. Είναι μια δημόσια ανακοίνωση, μια εκ βαθέων ομολογία του Σιφναίου που μας επιτρέπει να διακρίνουμε την θλιβερή ραδιοφωνική πραγματικότητα των ημερών εκείνων και τον δύσκολο ρόλο του διευθυντή .
«Εξαπατώμεν εαυτούς και αλλήλους όταν λέγομεν ότι η Ελλάς έχει σήμερον Ραδιοφωνίαν. Ιδού τι έχει. Έναν παλαιόν πομπόν 15 κιλοβάτ που εκπέμπει εις τα μεσαία κύματα και ακούεται περίπου υποφερτά εις το ένα τέταρτον της Ελλάδος. Τα υπόλοιπα τρία τέταρτα ακούουν ότι γλυτώσει από τα παράσιτα η δεν ακούουν τίποτε. Δεν ακούουν τίποτε σχεδόν, αυτό προσέξτε το αγαπητοί αναγνώσται, η Ήπειρος, η Μακεδονία και η Θράκη. Η Βόρειος Ελλάς, η συνοριακή, η Ελλάς των Ακριτών, αυτή την οποίαν διεκδικούν ο κ. Πιγιάντε, ο κ. Γκεοργκίεφ, δεν ακούει σχεδόν των σταθμόν των Αθηνών, τον μόνον ελληνικόν σταθμόν. Ακούει όμως περίφημα τη Σόφιαν, η οποία διαθέτει πομπόν 100 κιλοβάτ και εκπέμπει τακτικά εις την ελληνικήν, καθώς και το Βελιγράδι και τα Τίρανα. Αυτά δια το εσωτερικόν». Η επιθετική προπαγάνδα των βορείων γειτόνων, που τη γνωρίσαμε από σχόλια αθηναϊκών εφημερίδων, ήταν μια πραγματική μάστιγα αυτή την εποχή και η αδυναμία της ελληνικής Ραδιοφωνίας να αντιδράσει φέρνει τον διευθυντή του ΕΙΡ σε πολύ δύσκολη θέση, που φαίνεται καθαρά από το ύφος του κειμένου του. Συνεχίζει ωστόσο στο κείμενό του με το άλλο σκέλος της εθνικής ευθύνης της Ραδιοφωνίας που και σ’ αυτό ανταποκρίνεται πλημμελέστατα. Η επικοινωνία με την ομογένεια που ζει στο εξωτερικό, παράλληλα όμως και η ραδιοφωνική παρουσία της χώρας μας στις διεθνείς πολιτικές ζυμώσεις και διεργασίες. Συνεχίζει λοιπόν ο Σιφναίος στον ίδιο δραματικό τόνο.
«Δια το εξωτερικόν όπου συζητούνται πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, μεταξύ των άλλων και αν θα υπάρξη Ελλάς εις το μέλλον η θα την αντικαταστήση τίποτε άλλο, η Ελλάς δεν διαθέτει δικόν της πομπόν. Χρησιμοποιεί επί τρια τέταρτα της ώρας ημερησίως και επι καταβολή πολύ αξιόλογου ενοικίου, έναν ακατάλληλο και ασθενέστατο πομπό μιας ξένης εταιρίας ο οποίος εκπέμπει εις τα βραχέα κύματα και ακούεται μετριότατα εις την Αίγυπτον και το Λονδίνον, διόλου εις την Αμερικήν και την Μόσχα. Αποτέλεσμα ευνόητον και εις τα μικρά παιδιά. Γαυγίζουν καθημερινά εις βάρος μας Βελιγράδια και Σόφιες και Τίρανα και άλλοι φιλικοί των σταθμοί ο κόσμος πληροφορείται τακτικά και μεθοδικά ότι ως
Κράτος είμεθα φασίστες, ότι διώκομε το συνδικαλιστικόν κίνημα, ανασκολωπίζουμε τους δημοκράτες, απειλούμε με μιάμιση μεραρχία τας είκοσι μεραρχίας του Τιτιχότζα και εκστρατεύουμε κατά της Σιβηρίας, μας υβρίζουν οι πάντες και τα πάντα, ημάς και τα δίκαιά μας και ημείς δεν έχομεν στόμα να απαντήσωμεν».
Είναι σαφές πως η θέση του διευθυντή της Ραδιοφωνίας σε κείνα τα χρόνια ήταν δυσχερέστατη. Βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να βάλει σε λειτουργία το Σταθμό στο κύριο και ουσιώδη ρόλο που του ζητούσαν οι συγκυρίες. Ενώ η ελληνική ραδιοφωνική φωνή απαιτείται να είναι βροντώδης προς κάθε κατεύθυνση, η εθνική μας επιχειρηματολογία επί των δικαίων μας δεν είναι σε θέση παρά να εκφραστεί ψιθυριστά και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ήταν σε θέση ούτε καν να αρθρωθεί. Ανεξάρτητα από την πολιτική θέση απ’ την οποία θα θεωρηθεί η ιστορία και τα γεγονότα των ταραγμένων εκείνων καιρών, με όποια προοπτική ενατένιση από όποια σημεία οράσεως και αν κοιταχτεί η περίοδος εκείνη, βλέπουμε σήμερα ευκρινέστατα πως τότε διατρέξαμε μέγα εθνικό κίνδυνο. Βλέπουμε επίσης ακόμα πιο καθαρά την σοβαρή αναγκαιότητα ισχυρού ραδιοφώνου. Πολλές και διάφορες οι πολιτικές και μικροκομματικές σκοπιμότητες που παρεμβάλονταν τότε και ίσως γι αυτό το ζπρόβλημα της ραδιοφωνίας δεν είναι σήμερα τόσο διαυγές. Νομίζω ωστόσο πως το άρθρο του Παναγιώτη Σιφναίου στο ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ θα ξεκαθάρισε αρκετά τότε την ατμόσφαιρα κι ακόμα περισσότερο σήμερα μας που επιτρέπει να έχουμε μια αρκετά καθαρή εικόνα από την πλευρά του κυβερνητικού υπεύθυνου. Ιδού πως
Τελειώνει τη δημόσια έκθεση του ο δεύτερος διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας.
«… Και φυσικά θα ερωτήσουν οι αφελείς: Μα το κράτος; Το κράτος τα ξεύρει όλα αυτά διατί του τα είπαμε προ πολλού και μια και δύο και τρεις φοράς. Μας υπενθυμίζουν όμως ότι από τον καιρόν του παλαιού εκείνου Δημοσθένους το ελληνικόν κράτος πάσχει από την γνωστήν ανίατον νόσον». Στο ίδιο άρθρο του ο διευθυντής του ΕΙΡ αναφέρεται φευγαλαία και στο «κάτι» που εκπέμπει ο Σταθμός. «…αυτό το κάτι είναι από τα θαύματα της ελληνικής επινοητικότητος και αυτοθυσίας. Διότι με τα μέσα που διαθέτομεν, ούτε αυτό το κάτι δεν θα υπήρχε εάν δεν είμεθα εις την Ελλάδα…». Με την σύντομη αυτή αποστροφή του ο Σιφναίος μας στρέφει στο πρόγραμμα του Σταθμού. Όποια κι αν ήταν η εμβέλεια του ελληνικού ραδιοφωνικού πομπού, όσες κι αν ήταν οι συσκευές που λειτουργούσαν και όποια κι αν ήταν η ποιότητα της λήψης των εκπομπών το βέβαιο είναι πως ο Σταθμός παρήγαγε κάποιο πρόγραμμα και το μετέδιδε και μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού το παρακολουθούσε. Αξιοθαύμαστοι όλοι αυτοί που με επινοητικότητα και αυτοθυσία έβγαζαν το πρόγραμμα στον αέρα, η προσοχή μας ωστόσο στρέφεται στο πρόγραμμα αυτό καθ’ αυτό. Διευθυντής προγράμματος στη νέα διεύθυνση διορίστηκε ο Νίνος Διαμαντούρος με τον Σπύρο Φαραντάτο στο μουσικό τμήμα, τον Στρατή Μυριβήλη στον τομέα λόγου και τον Κώστα Κροντηρά αρμόδιο για τις θεατρικές εκπομπές.
Από το φθινόπωρο του 1946 μπορούμε να διακρίνουμε μια βελτίωση του ραδιοφωνικού προγράμματος κυρίως προς την κατεύθυνση της ψυχαγωγίας. Αντανακλάται η διάθεση που είναι διάχυτη στα μεσαία στρώματα του πληθυσμού, η ανάγκη οι μνήμες και οι ψυχές να απομακρυνθούν απ΄τις εμπειρίες του πολέμου και της κατοχής. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ κυοφορείται το Αντάρτικο και ο Εμφύλιος είναι προ των πυλών, στα αστικά κέντρα, στην Αθήνα κυρίως αναπτύσσεται μια έντονη τάση για διασκέδαση. Το ελαφρό ελληνικό τραγούδι αρχίζει να ανεβαίνει προς το ζενίθ του και το ραδιόφωνο είναι ο βασικότερος συντελεστής σ’ αυτήν την ανάπτυξη. Τα παλιά ονόματα τραγουδιστών και τραγουδιστριών διατηρούνται στο ψυχαγωγικό στερέωμα λαμπερά χάρη στο ραδιόφωνο και ολοένα προστίθενται νέα που λαμπιρίζουν στις μαρκίζες των κέντρων διασκέδασης αφου πρωτύτερα λάβουν το χρίσμα στους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου. Οι επιτροπές τραγουδιού του ΕΙΡ που εγκρίνουν τις ραδιοφωνικές συμμετοχές τραγουδιστών είναι ένα ισχυρό διαπιστευτήριο για την επαγγελματική καταξίωση. Ο Δημήτρης Γιαννουκάκης τακτικός συνεργάτης του ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ σκιτσάρει έμμετρα τη μανία του μικροφώνου που έχει εξαπλωθεί σαν επιδημία κυρίως στα χαμηλώτερα στρώματα του πληθυσμού.
«Η ΜΑΝΙΩ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ. Ντιζέζ.- Εγω ‘μια η γνωστή Μανιώ – π’ ανάθεμά μου το γονιό – γιατ’ έχω πείσμα και στανιό – να γίνω τραγουδίστρα. – Στα γλέντια μάτσο οι νεαροί – τραγούδα το, μου λεν, μωρή – ειν’ η φωνή σου κατσαρή – κι έχεις ματιά τσακίστρα. – Έτσι αποφάσισα και γω – στο ραδιόφωνο να βγώ – κι αφού το είπα δεν αργώ – κι αμέσως πήρα φόρα. – Να δήτε τη Μιρέϊγ Φλερύ – να κιτρινίση σαν φλουρί – κι η Στέλλα Γκρέκα που θαρρεί – πως βασιλεύει τώρα». Το έχω σημειώσει και πιο πάνω πως τα ευθυμογραφήματα είναι σαν μαρτυρίες πολύτιμα και ασφαλώς πιο αξιόπιστα μιας και η εποχή και τα χαρακτηριστικά της καταγράφεται αυθεντικότερα.
Ο προβληματισμός για λειτουργία σταθμού στη Θεσσαλονίκη εντείνεται. Οι λόγοι που επιβάλλουν ελληνική φωνή προς το βορρά είναι, όπως έχουμε δει, πιεστικοί. Ο Σταθμός του Τσιγκιρίδη με τα πενιχρότατα μέσα του προσπαθεί να καλύψει τα κενά. Το πρόγραμμά του που δημοσιεύεται στα ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ μας δίνει μια ιδέα για την προσπάθεια του αμυντικού αυτού ραδιοφωνικού οχυρού της βόρειας χώρας. Πρέπει να σημειωθεί πως με την δημοσίευση του προγράμματος στο αθηναϊκό ραδιοφωνικό έντυπο,( εντύπου που έχει μάλιστα και τις ευλογίες του Διευθυντή του Ιδρύματος) κατά έναν τρόπο επισημοποιεί τον θεσσαλονικιώτικο σταθμό, έστω κι αν η δημοσίευση των προγραμμάτων του στο συγκεκριμένο περιοδικό κράτησε μικρό διάστημα. Αναδημοσιεύω το πρόγραμμα της εβδομάδας από 29 Σεπτεμβρίου έως 5 Οκτωβρίου.
«Μήκος κύματος Μέτρ. 373,1 η 804 χιλιοκ – Η εκπομπή αρχίζει εις τας 19.30 και τελειώνει εις τας 21.30 πλην της Κυριακής, οπότε υπάρχει και πρωινή εκπομπή διαρκείας 1 ½ ώρας ήτοι από 10 έως 11.30. Το πρόγραμμα των βραδυνών εκπομπών καθ’ εκάστην έχει ως εξής: 19.30 – 20.15 Εκπομπή δια τον στρατιώτη με ομιλίας, εθνικά σκετς και ποικίλην μουσικήν προς ψυχαγωγίαν των ενόπλων δυνάμεων. 20.15 – 20.30 Δημοτική μουσική από δίσκους. 20.30 – 20.45 Διάφορες ειδήσεις και ανακοινώσεις. 20.45 – 21.20 Μουσική από δίσκους και από διάφορα καλλιτεχνικά συγκροτήματα. 21.20 – 21.30 Συμφωνική μουσική από δίσκους. Το πρόγραμμα της εκπομπής απο 20.45 έως 21.30 έχει ως εξής κατά την τρέχουσα εβδομάδα. ΔΕΥΤΕΡΑ. Τραγούδι συνοδεία κιθάρας από το συγκρότημα ντούο Φούλι – Ντίνο. ΤΡΙΤΗ. Τραγούδι συνοδεία κιθάρας από τον αόματον Θεοδ. Μουτίδη. ΤΕΤΑΡΤΗ. Μπουζούκι Συρυπ. Κυπραίου. ΠΕΜΠΤΗ. Ακορντεόν Ηλία Δημητροπούλου, συνοδεία κλαρίνου, κιθάρας και βιολιού. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ. Ρεσιτάλ πιάνου από τας διδας Αλίκη Καλομενίδου και Εύαν Μπαλτά. ΣΑΒΒΑΤΟΝ. Τραγούδι συνοδεία κιθάρας υπό του τενόρου Αργύρη Φωτιάδη. – Εις την πρωινήν εκπομπήν της Κυριακής περιλαμβάνεται και κήρυγμα εθνικο-θρησκευτικού κοινωνικού περιεχομένου με τακτικόν ομιλητήν τον σπήκερ του Σταθμού καθηγητήν κ. Στρατίδην. Εις τον Σταθμόν επίσης συνεργάζονται τακτικώς, οι καθηγηταί, λογοτέχναι, καλλιτέχναι κλπ. Όπως οι κ. κ. Ν, Γεωργιάδης, Γ. Δέλλας, Σ. Μεταλληνός, ο κ. και η κ. Τραϊανού και διάφορα συγκροτήματα όπως του Συντάγματος Αναγνωρίσεως, της Χριστιανικής Φοιτητικής Ενώσεως, του καλλιτεχνικού τμήματος του Πυροβολικού και άλλων. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Θεσσαλονίκηε είνε ιδιωτικός, ιδρύθη το 1929 υπό του κ. Τσιγκιρίδη και διατηρείται έκτοτε υπ’ αυτού».
Στο μεταξύ η τεχνολογία καλπάζει. Ο πόλεμος «πατήρ πάντων», πρωτίστως όμως στις τεχνολογικές επιτεύξεις, έχει δώσει και μια γερή ώθηση και στις εφαρμογές της επικοινωνίας. Είναι νομίζω σκόπιμο , παράλληλα με την εξιστόρηση των ραδιοφωνικών πραγμάτων και η παράθεση όποιων πληροφοριών περί τεχνολογικών εξελίξεων που σχετίζονται με την πορεία του ραδιοφωνού και τις εφαρμογές του στην καθημερινή πραγματικότητα. Και ιδού δημοσίευμα του ΕΜΠΡΟΣ (22 Ιουνίου 1946) αμέσου ραδιοφωνικού ενδιαφέροντος. «ΝΕΑΙ ΕΦΕΥΡΕΣΕΙΣ - ΤΟ ΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΟΝ. – Πρόκειται περί πολεμικής γερμανικής εφευρέσεως. Εχρησιμοποιήθη ευρύτατα από την Γκεστάπο εχρησιμοποιήθη δε δια να αποτυπώνη τας συνομιλίας τρίτων. Το μαγνητόφωνον, απλούστατον άλλωστε, είχε μια ταινίαν εξαιρετικά ελαφράν κατασκευασμένην από μιαν πλαστικήν ύλην, συνεδέετο με τον τηλεφωνικόν αριθμόν της πρεσβείας π.χ. την οποίαν η Γκεστάπο κατασκόπευε. Οιαδήποτε τηλεφωνική συνδιάλεξις της πρεσβείας εκείνης μετά των απαντήσεων απετυπούτο επί της πλαστικής ταινίας. Δια δευτέρου μηχανήματος η συνομιλία απεδίδετο ως από φωνογράφου. Ήδη, οι Άγγλοι, οι οποιοι κατέχουν τα μαγνητόφωνα αυτά προσπαθούν να τα εφαρμόσουν όχι δια κατασκοπευτικάς αλλά δια σκοπούς προοδευτικούς και βιομηχανικούς». Ταχύτατη μέλλεται να είναι η εξέλιξη του μαγνητοφώνου και άμεση η εφαρμογή του στη ραδιοφωνία και στους διάφορους τομείς ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Όλες οι εκπομπές την εποχή αυτή γίνονται ζωντανές και οι δυσκολίες που ανέκυπταν καθημερινά ήταν αμέτρητες. Ο ραδιοφωνικός πρωτογωνισμός που για τις ελληνικές συνθήκες ήταν δεινότερος, εξασφάλιζε ωσόσο το μέγα προσόν της αμεσότητας. Ο ακροατής αισθανόταν πως άκουγε κάτι φυσικό και αυθόρμητο που γινόταν την ίδια στιγμή που το προσλάμβανε η δική του αντίληψη. Το τυποποιημένο άκουσμα, το καλουπαρισμένο, διορθωμένο και φινιρισμένο πρόγραμμα που καθιερώθηκε σ’ όλες τις εκπομπές πλην των ειδήσεων, όταν στα επόμενα χρόνια γενικεύθηκε το μαγνητόφωνο επέβαλε μια άλλη αίσθηση και αισθητική στο ραδιόφωνο.
Προς το παρόν η ραδιοφωνική εποχή που βρίσκεται το χρονικό μας είναι ημέρες ραδιοφώνου με λάθη, κενά και παραλήψεις, αλλά με εγκάρδια, φυσική επικοινωνία και επαφή. Αυτός είναι ένας από του κύριους παράγοντες της μεγάλης ανταπόκρισης που γνώριζαν κάποιες εκπομπές με αφτιασίδωτη μετάδοση, κατευθείαν απ’ το στούντιο των εκπομπών στο αυτί του ραδιοακροατή. Δημοφιλέστατη και πρώτη σε ακροαματικότητα η κεφάτη και καλοφτιαγμένη «Ωρα του Βασιλικού Ναυτικού». Η εκπομπή αυτή μεταδιδόταν κάθε Παρασκευή από 9.15 έως 9.45 και δεν ήταν προσφιλής μόνο στους ακροατές κάθε ηλικίας αλλά και διακαής επιδίωξη των καλλιτεχνών να συμμετάσχουν σ’ αυτήν. Ό, τι μοντέρνο, προβεβλημένο, ονομαστό το παρουσίαζε η «εκπομπή του Βήτανί», όπως συντετμημένα είχε καθιερωθεί να την αποκαλούν. Είχε ζωηρή παρουσίαση (χάι, όπως θα λέγαμε σήμερα) σπινθυροβόλα διάρθρωση και εκλεκτική ποικιλία. Το
«ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ» στις 19 Οκτωβρίου μας δίνει λεπτομερή περιγραφή και πολλά στοιχεία.
«Την άλλη εβδομάδα κλείνει χρόνος από την ημέρα που ο δημοσιογράφος και τώρα επικουρικός σημαιοφόρος του Β.Ν. κ. Αλ. Πώπ πήρε εντολή από το Ναυαρχείο να διοργανώση μια ώρα ψυχαγωγίας στα ναυτάκια μας από το ραδιόφωνο. Στην προσπάθειά του αυτή βρήκε πολύτιμους συνεργάτες τη Νιόβη Πινιάτογλου και τον Αλέκο Σιδηρόπουλο κι άρχισε να δίνη προγράμματα που στην αρχή προξένησαν εξαιρετική εντύπωση. Ο απολογισμός της χρονιάς σε καλλιτεχνική δημιουργία όπως μας την έδωσε ο καλλιτεχνικός διευθυντής της «Ώρας το Β. Ναυτικού» κ. Αλ. Σιδηρόπουλος έχει ως εξής: Τραγούδησαν πολλά απ’ τα αστέρια του τραγουδιού μεταξύ των οποίων και οι εξής: Ρ. Βλαχοπούλου, Κάκια Μένδρη, Ρ. Δημητρίου, Κ. Νικολαΐδου, Μπέση Μαρτέν, Ν. Μέλλυ, Ι. Άλβα, Τρίο Μέλλοντι κ.ά. Μεταξύ των τραγουδιστών που προσεφέρθησαν και ετραγούδησαν είναι και οι ακόλουθοι: Ν. Γούναρης, Σ. Σιδηρόπουλος, Β. Σεϊτανίδης, Ρ. Τάλμας, Ν. Τσάμης, Τ. Μαρούδας, Σπ. Σαλίγγαρος, Σπ. Σκλαβούνος κ. ά.»
Οι τραγουδιστές την εποχή εκείνη γνωρίζουν καταξίωση σχεδόν παλλαϊκή. Πολύ μικρή είναι η μερίδα που δεν συμμετέχει στον τραγουδιστικό ξεσηκωμό και στην προσήλωση προς τους τραγουδιστές και τους συνθέτες. Είναι σαν ένα ξέσπασμα. Ο λαός μοιάζει να πιστεύει πως έστω και μ’ αυτά τα αφασικά τραγούδια που κυριαρχούν εξορκίζει τα όσα πέρασαν και αποτρέπει τα χειρότερα που συνάζονται σαν εφιαλτικά σύνεφα. Το ραδιόφωνο γενικά και πιο ειδικά η «Ώρα του Βασιλικού Ναυτικού» εκφράζουν αυτήν την τάση. Και το δημοσίευμα συνεχίζει και μ’ άλλες πληροφορίες: « Ομοίως ο κονφερασιέ κ. Γιώργος Οικονομίδης συμμετέχει συχνά. Γνωστοί μαέστροι όπως οι κ.κ. Κ. Γιαννίδης, Μ. Σουγιούλ, Τ. Μωράκης συνοδεύουν τα τραγούδια τους. Τακτικοί ακομπανιατέρ της «Ωρας» αυτής ήσαν οι κ. κ. Ν. Γιάκοβλεφ και Άγις Βλαστάρης». Η αφρόκρεμα της ελαφράς ελληνικής μουσικής πέρασε στο διάστημα του ενός χρόνου από την εκπομπή του Ναυτικού.
Η μεγάλη επιτυχία της εκπομπής του Ναυτικού είχε οπωσδήποτε και πολιτικές παραμέτρους και συνέβαινε οι παράμετροι αυτές να μην είναι καθόλου επουσιώδεις. Ολοι οι καλλιτέχνες, οσοδήποτε καθιερωμένοι κι αν ήταν, έσπευδαν να συμμετάσχουν στα προγράμματα των εκπομπών του Ναυτικού γιατί με την συμμετοχή τους επικυρωνόταν η εθνικοφροσύνη τους. Πολλοί δήλωναν την επιθυμία τους να πάρουν μέρος χωρίς να τους ζητηθεί και μερικοί το επιδίωκαν πιεστικά. Και φυσικά όταν η εκπομπή αναδείχθηκε στην δημοφιλέστερη οι καλλιτέχνες την πολιορκούσαν και για λόγους προβολής. Δεν ήταν όμως μόνο μουσικό το περιεχόμενο της εκπομπής αυτής. Το δημοσίευμα του ΕΩ ΑΘΗΝΑΙ μας αποκαλύπτει τη συμμετοχή ενός προσφιλέστατου προσώπου που μαθαίνουμε και για μια άγνωστη πτυχή του ταλέντου του. «
Τακτικός συνεργάτης της Ωρας αυτής είναι και ο άλλοτε ναύτης Μ. Μποσταντζόγλου του οποίου το σπινθηροβόλο πνεύμα τακτικά δροσίζει τους ακροατές της Ώρας με τα έξυπνα σκετς του που εκτελεί ο ναύτης μίμος Κ. Συγγρός».
Ο Μποστ λοιπόν ξεκινάει το σατιρογραφικό του στάδιο το 1945 στο ΕΙΡ. Δυο μεγάλες παρουσίες έχει να επιδείξει η Ώρα του Ναυτικού στον πρώτο χρόνο της λειτουργίας της. Συμμετοχή της Σοφίας Βέμπο με όλο το συγκρότημά της, πρώτη δημόσια εμφάνισή της μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα απ’ την Αίγυπτο, όπου είχε καταφύγει κατά την Κατοχή. Και η συμμετοχή της ορχήστρας τζαζ του αεροπλανοφόρου Μιζούρι με 18 σολίστες εκτελεστές. Τα δυο αυτά γεγονότα ενίσχυσαν τη δημοτικότητα της εκπομπής ανέβασαν όπως ταυτόχρονα και την συμπάθεια προς το ραδιοφωνικό μέσο.
Η μετάδοση της εκπομπής ξεκίνησε και καθιερώθηκε να γίνεται παρουσία κοινού κι αυτό πρέπει να σημειωθεί σαν καινοτομία του ΕΙΡ. Η παρακολούθηση από θεατές της ραδιοφωνικής διαδικασίας μέσα στα στούντιο του Ζαππείου, μετέβαλλε την εκπομπή σε θέαμα, μια πρακτική που άνοιγε νέους δρόμους στην άγουρη ακόμη τότε ελληνική ραδιοφωνία. Το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ μας διατήρησε και τα ονόματα κάποιων απ’ τους πρώτους τακτικούς θεατές.
«Τακτικοί θαυμασταί της εκπομπής η κ. Ναντίνα Τσαλδάρη. Ο Γεν Διευθυντής του υπουργείου Τύπου κ. Μπέτος, η κ. Σιφναίου και τα παιδιά της, ο οικονομικός διευθυντής του ΕΙΡ κ. Κομνηνός και η κόρη του, ο προϊστάμενος οικονομικών υπηρεσιών κ. Χρυσούλης, ο παιδίατρος κ. Εμμ. Παλαιολόγος, ο σημαιοφόρος του Β. Ν. κ. Ζωίδης, ο υποπλ. κ. Γιόκαρης, ο κ. και η κ. Λαζαρίδη κ. ά.»
Οι αναφερόμενοι ανήκουν στην αφρόκρεμα της αθηναϊκής κοινωνίας, οπωσδήποτε συμμετείχαν και καμιά τριανταριά άλλοι που ο συντάκτης του περιοδικού δεν τους θεωρεί αξιομνημόνευτους. Απ’ τα ονόματα που αναφέρονται ωστόσο ο συνοδοιπόρος σ’ αυτή την αναδρομή μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα του ενδιαφέροντος που είχε εξάψει η εκπομπή αυτή σε μια ποικίλη διαστρωμάτωση. Έχει σημασία να κρατηθεί το όνομα του ζεύγους Λαζαρίδη. Ασφαλώς πρόκειται για τον Γρηγόρη Λαζαρίδη, διευθυντή δημοσίων σχέσεων της SHELL που σημειώνει το ενδιαφέρον των παραγόντων της διαφήμισης προς τις εκπομπές με ευρεία απήχηση αλλά και το προσωπικό ενδιαφέρον του συγκεκριμένου προς το ραδιοφωνικό μέσο που θα το δούμε σύντομα να εκδηλώνεται εναργέστερα. Όσο όμως η δημοτικότητα της εκπομπής αύξανε όλο και περισσότεροι ενδιαφερόμενοι μαζεύονταν ώστε κάθε Παρασκευή οι ραδιοθάλαμοι του Ζαππείου πολιορκούνταν από τριακόσιους περίπου ακροατές που φιλοδοξούσαν να δοκιμάσουν την πολυπόθητη εμπειρία. Στις αρχές του 1947 η εκπομπή είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο κοινό φανατικών θαυμαστών και είχε λάβει πάνω από 10.000 ενθουσιώδεις επιστολές. Αξίζει να σημειωθεί πως η παρουσιάστρια της εκπομπής Νιόβη Πινιάτογλου είχε γίνει, απ’ τη φωνή της και μόνο, πολύ αγαπητή σε βαθμό που πολλοί θερμόαιμοι ακροατές της έκαναν πρόταση γάμου. Η «Ώρα του Βασιλικού Ναυτικού» ήταν η πρώτη εκπομπή που με τη σημερινή ορολογία θα την χαρακτηρίζαμε «ραδιοφωνικό σόου». Η επιτυχία της δημιούργησε ένα πρότυπο που πολλές φορές και τότε και αργότερα επιχειρήθηκαν αντιγραφές της.
Αν το Ναυτικό κάλυψε το χώρο του ελαφρού θεάματος και άσματος η Αεροπορία στράφηκε σε σοβαρότερους ορίζοντες. Η αναγγελία από το ΕΜΠΡΟΣ της 17 Αυγούστου 1946. « Αύριον 9.15 η Βασιλική Αεροπορία δίδει από του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών το δεύτερον κατά σειράν κλασσικόν πρόγραμμα με γνωστούς Ελληνας καλλιτέχνας. Λαμβάνουν μέρος οι Τάκης Σαμαρίνας, βαρύτονος, Λένα Κουτούβαλη, πιάνο, Μιχαήλ Σέμσης, βιολί, Πόπη Παυλίδου, πιάνο, Μιχαήλ Μηλιαρέσης, κιθάρα, Βέρα Μαραγκοπούλου, σοπράνο, Αχιλλεύς Κολλάσης, πιάνο. Καλλιτεχνική επιμέλεια Κώστα Ζαφείρη». Υπάρχει και εκπομπή του Στρατού Ξηράς που γίνεται τρεις φορές την εβδομάδα και έχει λαϊκότερο περιεχόμενο και συχνότατα δημοτικά τραγούδια. Φαίνεται σαν να έχει γίνει μια διανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των τριών όπλων με επιμερισμό στις κοινωνικές τάξεις και τις προτιμήσεις τους. Είναι ευφυής η πρωτοβουλία. Εξασφαλίζονται ανέξοδες παραγωγές αφού οι συντελεστές ή είναι στρατευμένοι, οπότε δεν αμείβονται ή επαγγελματίες που προσφέρονται για τους λόγους που είδαμε παραπάνω. Με τις στρατιωτικές εκπομπές εξ άλλου δημιουργείται μια ευμενής εικόνα μιας και μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού αντιμετωπίζει τον εθνικό στρατό με προκατάληψη. Οικονομία, προβολή και άμεση επαφή με το λαό είναι τα πλεονεκτήματα των εκπομπών των τριών Όπλων που εγκαταστάθηκαν στο πρόγραμμα του Σταθμού επί Παναγιώτη Σιφναίου στη γενική διεύθυνση. Όταν ο Στρατός επιδιώξει μεγαλύτερη παρέμβαση στο κοινωνικό γίγνεσθαι τότε θα πραγματοποιηθεί ο Σταθμός των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο σπόρος που θα βλαστήσει λίγο αργότερα ρίχθηκε το 1946 με την επιτυχία των εκπομπών εκείνων.
Σ’ όλο το διάστημα της διευθυντικής θητείας του Παναγιώτη Σιφναίου το κύριο μέλημα ήταν η ενίσχυση της ελληνικής ραδιοφωνικής φωνής. Και φυσικά δύο είναι τα σημεία εις τα οποία οι συναρμόδιοι υπεύθυνοι ρίχνουν το βάρος του ενδιαφέροντός τους. Η αύξηση της ισχύος του πομπού της Αθήνας με την ολοκληρωτική αποκατάσταση των εγκαταστάσεων των Λιοσίων και η λειτουργία ενός σταθμού στη Θεσσαλονίκη ισχυρότερου από του Τσιγκιρίδη. Για την Αθήνα υπάρχει εγκιβωτισμένος ο πομπός των 70 κιλοβάτ που είχε παραληφθεί λίγο πριν την Κατοχή και που παρέμενε αναξιοποίητος στο τελωνείο. Τους λόγους γι αυτήν την ολιγωρία μπορούμε εύκολα να τους αντιληφθούμε, έχουμε άλλωστε την εξήγηση από τον ίδιο τον Σφναίο στη συνέντευξή του στο ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ. Οικονομική δυσπραγία. Το ζήτημα της Θεσσαλονίκης όμως προχωρεί με ταχείς ρυθμούς, σε πρώτη προτεραιότητα και αντί πάσης θυσίας. Από τον Οκτώβριο αποφασίζεται η αποστολή ενός πενταμελούς κλιμακίου που θα δικτυωθεί στη συμπρωτεύουσα και θα προωθήσει τη λειτουργία ενός ραδιοφωνικού Σταθμού με περισσότερο κύρος και ουσιαστική συγκρότηση απ’ όσο διέθετε ο αυτοσχέδιος του Τσιγκιρίδη. Το κλιμάκιο αποτελούσαν ο Γιάννης Σιάσκας, με αντικείμενο τη σύνθεση προγράμματος, η Πόπη Ρηγοπούλου, με την ευθύνη δημιουργίας μουσικού τμήματος, ο Πέτρος Κριεζής, με αρμοδιότητα στη διαχείρηση οικονομικών και δυο τεχνικοί ο Ιωάννης Τσιριγώτης και ο Βασίλειος Κροντηράς. Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως στη Θεσσαλονίκη πριν από λίγους μήνες είχε προηγηθεί μια πρόχειρη εγκατάσταση ενός αγγλικού πομπού εγκαταστημένου σ’ ένα φορτηγό που υποστηριζόμενο από δυο ηλεκτρογεννήτριες, αναμετέδιδε το πρόγραμμα του σταθμού της Αθήνας. Σ’ αυτή τη φάση οι μεταδόσεις του σταθμού Τσιγκιρίδη είχαν διακοπεί. Η έλευση, ωστόσο των ειδημόνων απ’ την Αθήνα άνοιξε την προοπτική μιας άμεσης λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού που θα εξέφραζε το τοπικό αίσθημα, θα αξιοποιούσε τα βορειοελλαδίτικα στοιχεία και ταυτόχρονα θα διοχέτευε με δύναμη την ελληνική φωνή προς όλη την περιοχή ως και έξω απ’ τα σύνορα. Πριν προχωρήσουμε στα της Θεσσαλονίκης κι ενώ το 1946 γέρνει προς τη δύση του, ας δούμε τι πέτυχε ως τον Δεκέμβριο αυτού του χρόνου ο Παναγιώτης Σιφναίος σχετικά με τα γενικά προβλήματα που βάραιναν το σταθμό και δυσκόλευαν τη λειτουργία του. Οι επίμονες προσπάθειες που καταβάλλονταν, σε στενή συνεργασία με τον Στέφανο Ελευθερίου, διευθυντή της Ραδιοηλεκτρικής Υπηρεσίας του υπουργείου ΤΤΤ και συμβούλου του ΕΙΡ,πέτυχαν να πραγματοποιηθούν μια σειρά από έργα τα οποία απαριθμοί με λεπτομέρεις ο μέγιστος των ραδιοφωνικών πρωτεργατών σ’ ένα άρθραο του στο ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ με τίτλο «Η Ραδιοφωνία μας μετά την Απελευθέρωσιν». Το κείμενο αυτό του Ελευθερίου είναι για τον ιστορικό ένα πολυτιμότατο ντοκουμέντο αυτής της περιόδου.
«… Μετά την απελευθέρωσι η μικρά μας ραδιοφωνία ευρέθηκε και αυτή, όπως όλη η χώρα, σε οικτρά κατάστασι. Κτίρια ερειπωμένα, ιστοί ανατιναγμένοι από τους Γερμανούς, εγκαταστάσεις με μεγάλας ελλείψεις, καλώδια κατεστραμένα και γενικώς η όλη όψις παρουσίαζε μια κατάσταση ετοιμόρροπου οικοδομήματος. Μπρος σ’ αυτή την κατάσταση βρέθηκε η Διοίκηση του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Και αν μεν υπήρχαν οι οικονομικές προϋποθέσεις το ζήτημα θα ήταν απλώς ζήτημα χρόνου και μόνον, επειδή όμως οι οικονομικαί δυσχέρειαι υπήρχαν, το πρόβλημα ήτο σύνθετον. Παρ’ όλας όμως τας δυσχερείας η εντατική προσπάθεια της Διοικήσεως με συμπαραστάτη το Δ.Σ. του ΕΙΡ και χάρις στας αόκνους προσπαθείας της Τεχνικής Υπηρεσίας, σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους επαναφέραμε το κτίριον του πομπού εις την προτεραίαν αυτού κατάστασιν, εγένετο επέκτασις του κτιρίου δια την στέγασιν του πομπού βραχέων κυμάτων, επαναφέραμε το κτίριον των ραδιοφωνικών θαλάμων του Ζαππείου εις την προτέραν αυτού κατάστασιν και προσετέθησαν και οι χώροι δια την αρτιωτέραν οργάνωσιν των υπηρεσιών του προγράμματος. Αντεκαταστάθη το απηρχαιωμένον και κατεστραμένον σύστημα φωτισμού της μεγάλης αιθούσης συναυλιών με νέον τοιούτον συγχρονισμένον ώστε να παρέχεται άπλετος φωτισμός εις τους εν αυτή εργαζομένους και γενικώς δυνάμεθα να είπωμεν ότι εγένοντο σοβαράς εκτάσεως επισκευαί και διαρυθμίσεις δια τας οποίας εδαπανήθη το ποσόν των 190 εκατομμυρίων δραχμών…». Γίνεται φανερό πως ο απολογισμός που κάνει ο Ελευθερίου αφορά και τις δυο διευθυντικές περιόδους, του Πετμεζά και Σιφναίου, κυρίως όμως την αδιάκοπη δική του φροντίδα που σαν αρχή υπεράνω διευθυντών μεριμνά, ενδιαφέρεται και πονά, μάχεται και προγραμματίζει, με το πάθος γονιού προς το παιδί του. Ο αναγνώστης θα έχει παρατηρήσει πως ο Ελευθερίου βρίσκεται πίσω από κάθε προσπάθεια για την ραδιοφωνική πρόοδο.
Εχει ενδιαφέρον ωστόσο να συνεχίσουμε την αναδημοσίευση του άρθρου του Στέφανου Ελευθερίου από το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ για τις επιτεύξεις στη Ραδιοφωνία κατά το 1945 και 1946.
«Με την ανόρθωσιν των οικονομικών του ΕΙΡ που επεδίωξε και πραγματοποίησε η Διεύθυνσις Οικονομικών Υπηρασιών ( ο αριθμός των συνδρομητών ανήλθε εις 50.000 περίπου από 20.000 όσος ήτο το παρελθόν έτος 1945 ) αναμένεται ότι θα πραγματοποιηθώσι εντός του τρέχοντος έτους και άλλα κτιριακά έργα μεταξύ των οποίων θα είναι η κατασκευή χώρων δια την στέγασιν των Τεχνικών Υπηρεσιών Προγράμματος προς επίτευξιν μεγαλυτέρας και αρτιωτέρας αποδόσεως αυτών, η κατασκευή νέων ραδιοφωνικών θαλάμων δια την οργάνωσιν συμφωνικών συναυλιών και άλλων μουσικών προγραμμάτων ώστε με την έναρξιν λειτουργίας του πομπού βραχέων κυμάτων να υπάρχη η ευχέρεια δια την ομαλήν οργάνωσιν δυο παραλλήλων προγραμμάτων , μουσικού, φιλολογικού και λοιπού περιεχομένου του ενός προοριζομένου δια το εσωτερικόν της χώρας και του άλλου δια το εξωτερικόν. Περαιτέρω εξεπονήθησαν μελέται και ενεκρίθη παρα του Δ. Σ. του ΕΙΡ η διεξαγωγή διαγωνισμών οίτινες και προεκηρύχθησαν δια την προμήθειαν και εγκατάστασιν ενός πομπού βραχέων κυμάτων και ενός ραδιοφωνικού καλωδίου μήκους 800 μέτρων δια την αποκατάστασιν του ημικατεστραμένου τοιούτου και την τοποθέτησιν νέων συνδέσεων ώστε να βελτιωθή εις μέγα βαθμόν η ποιότης εκπομπών του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών που ως γνωστόν η παρασιτική επίδρασις είναι τοιαύτη ώστε να αλλοιούται η ακόμη και να ματαιούται η εκτέλεσις του προγράμματος εκ της αιτίας αυτής…».
Οι συνθήκες λειτουργίας του Σταθμού και η εκτέλεσις του προγράμματος προβάλλουν ανάγλυφες απ’ το κείμενο του Ελευθερίου και αποκαλύπτεται η δική του συμμετοχή και ενημέρωση σε όλη την έκταση και τις λεπτομέρειες της. Αναφέρεται παρακάτω στις προθέσεις να ενισχθεί ο πομπός από 15 κιλοβάτ σε 70 και να συνδεθεί το κέντρο με την περιφέρεια. Τελειώνοντας την απαρίθμηση των ραδιοφωνικών προόδων στη διαρρεύσσασα μετακατοχική περίοδο ο συντάκτης του άρθρου αναφέρεται στο ραδιοφωνικό περιοδικό που φιλοξενεί το κείμενό του κατατάσσοντας την έκδοση στα θετικά πεπραγμένα και προβλέπει πως με την πάροδο του χρόνου θα εξελιχθεί σε επίσημο όργανο του ΕΙΡ και εφ’ όσον καταστεί άρτιο θα εξυπηρετήσει τους σκοπούς της Ραδιοφωνίας.
Έχοντας μια εικόνα των εν Αθήναις περνάμε στον επόμενο χρόνο 1947 όπου στους δυο πρώτους μήνες του ολοκληρώνονται οι προετοιμασίες για τη λειτουργία του Σταθμού της Θεσσαλονίκης και η φωνή της Βορείου Ελλάδος βγαίνει στον αέρα. Η πρώτη φάση είναι όπως είπαμε η απλή αναμετάδοση του προγράμματος του αθηναϊκού Σταθμού. Ας δούμε τις σχετικές ανακοινώσεις των εφημερίδων πριν εισχωρήσουμε στα γεγονότα. ΕΣΤΙΑ 9 Φεβρουαρίου 1947. «Υπό της αρμοδίας υπηρεσίας μελετάται όπως δια του μικρού ραδιοφωνικού πομπού των 2 κιλοβάτ της Θεσσαλονόκης αναμεταδίδεται ολόκληρον το πρόγραμμα του Σταθμού Αθνών. Η μετάδοσις του προγράμματος, εφ όσον αποφασισθή θα γίνη μόνον εάν επηνεχθούν ωρισμέναι βελτιώσεις εις τας ραδιοφωνικάς εγκαταστάσεις». Οι βελτιώσεις προφανώς επηνέχθησαν και ο πομπός της Θεσσαλονίκης όχι μόνο αναμετέδιδε το πρόγραμμα της Αθήνας αλλά και πολύ σύντομα έβγαλε πρόγραμμα δικό του. ΕΣΤΙΑ 28 Φεβρουαρίου 1947.
«ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΡΑΔΙΟΣΤΑΘΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Αύριον το απόγευμα θα γίνουν τα εγκαίνια του νέου ραδιοφωνικού σταθμού Θεσσαλονίκης ισχύος 2 κιλοβάτ. Κατ’ αυτά θα ομιλήση ο υπουργός γενικός διοικητής Βορείου Ελλάδος κ. Ροδόπουλος. Η εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού Θεσσαλονίκης, θα γίνεται εις μεσαία κύματα και εις μήκος 373 μ. ή 804 χιλιοκύκλων».
Μ’ αυτές τις λίγες γραμμές τεκμηριώνεται ένα σπουδαίο ραδιοφωνικό γεγονός. Η κοινή αναγνώριση της αναγκαιότητας ενός συστηματικού Σταθμού στη Θεσσαλομίκη, η πρόθεση που έμπαινε ως προτεραιότητα σε κάθε ραδιοφωνική προοπτική από πολύ νωρίς, γίνεται τον Φεβρουάριο του 1947 πραγματικότητα. Δεν μειώνεται στο ελάχιστο η αξία της πρωτοπορίας του Τσιγκιρίδη αν αναγνωρίσουμε πως ο Σταθμός του ήταν μεν μια πρωτοβουλία αξιέπαινη, αξιοθαύμαστη αφού από πολύ νωρίς αρχίζει να αποπειράται και εν τέλει από το 1929 αρχίζει να εκπέμπει σε κάποια συστηματική βάση, ήταν όμως αδύνατο να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες που επισώρρευσαν οι περιστάσεις. Μια συγκινητική, ρομαντική και εν πολλοίς γραφική προσπάθεια παραχωρεί τη θέση της σε μια μεθοδευμένη, συγκροτημένη και εξειδικευμένα στελεχωμένη κρατική ενέργεια. Μ’ αυτό το πνεύμα ο Ηρακλής Πετμεζάς ζήτησε τη διακοπή του Σταθμού Τσιγκιρίδη και ο Χρονόπουλος του το καταλόγισε αρνητικά. Το αναμφισβήτητο ωστόσο είναι πως ο Σταθμός στη Θεεσαλονίκη δεν έπρεπε να καθυστερήσει για κανένα λόγο.
Έχουμε στη διάθεσή μας ένα λεπτομερές και κατατοπιστικό ρεπορτάζ για τη συγκρότηση του Σταθμού Θεσσαλονίκης που δημοσιεύεται στο ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ στις 8 Μαρτίου 1947 με την ευκαιρία των εγκαινίων. Η ζώσα πηγή μας , ο εκ των πρωτεργατών του Σταθμού Θεσσαλονίκης Γιάνης Σιάσκας επιβεβαιώνει τα δημοσιευόμενα και προσθέτει επεξηγήσεις και διευκρινίσεις όπου αυτό είναι απαραίτητο. Το ρεπορτάζ: « Η Θεσσαλονίκη απέκτησε τον ραδιο – Σταθμόν της. Με επιβλητικότητα έγιναν το απόγευμα του περασμένου Σαββάτου τα εγκαίνια του Ραδιοφωνικού Σταθμού με τον οποίον επροικίσθη η πρωτεύουσα της Βορείου Ελλάδος. Ο Σταθμός εστεγάσθη εις το επί της οδού Ντεσπερέ οίκημα όπου άλλοτε το εντευκτήριον του στρατιώτου. Η λειτουργία του Σταθμού ήρχισεν την 8ην ακριβώς, νυκτερινήν.» (την 1η Μαρτίου) «με αγιασμόν ο οποίος εψάλη χοροστατούντος του Επισκόπου Απαμείας κ. Σπυρίδωνος, τη συμμετοχή της χορωδίας του ιερού ναού της Παναγίας Δεξιάς υπό την διεύθυνσιν του κ. Μ. Χατζημιχαήλ. Ακολούθως ωμίλησαν ο ανώτερος συντονιστής Τύπου κ. Γ. Δρόσος και ο υπουργός Βορείου Ελλάδος κ. Ροδόπουλος. Εν συνεχεία η Συμφωνική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνσιν του διευθυντού του Ωδείου κ. Αλεξ. Καζαντζή εξετέλεσεν ωραιότατον πρόγραμμα». Σωτήρια υπήρξε η δημιουργία του κρατικού Σταθμού στη Θεσσαλονίκη για τηνΣυμφωνική Ορχήστρα της πόλης. Τα δεινότατα οικονομικά της την είχαν φέρει στα πρόθυρα διάλυσης αλλά με την ένταξή της στο δυναμικό του Σταθμού το κακό αποφεύχθηκε. Αυτά κατά μαρτυρία Γιάννη Σιάσκα και ξανας΄κύβουμε στις γραμμές του ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ για να δούμε τη συνέχεια της περιγραφής της πανηγυρικής έναρξης. «Επηκολούθησε ομιλία του προέδρου του Διοικ. Συμβουλίου του ΕΙΡ κ. Σ. Ελευθερίου, είτα δε η χορωδία του Θερμαϊκού υπό την διεύθυνσιν του κ. Θεοφάνους εξετέλεσεν εκλεκτάς μουσικάς συνθέσεις και τέλος μετεδόθησαν ελαφρά ελληνικά τραγούδια». Μας δίνεται η ευκαιρία να επισημάνουμε σχετικά με το ελαφρό ελληνικό τραγούδι πως ο Σταθμός της Θεσσαλονίκης εξασφάλισε και σ’ αυτήν τη παράμετρο ευεργετικές προϋποθέσεις και για τους τραγουδοποιούς και για τους παραγωγούς αλλά και για το κοινό που απέκτησε ένα μέσο επαφής με την τραγουδιστική έκφραση. Δεν πρέπει να αγνοηθεί η έξελικτική και διαμορφωτική επίδραση του ραδιοφώνου στο τραγούδι αφού το εκπέμπει και το αναμειγνύει σε ορίζοντες με πολλά και διαφορετικά ακούσματα.
Το ίδιο δημοσίευμα παρακάτω αφού επαινεί τους εξ Αθηνών υπαλλήλους της Ραδιοφωνίας για τη συμβολή τους στην οργάνωση του Σταθμού περιγράφει και ονομαστικά τη διάρθρωσή του.
« Η διοίκησις του Σταθμού απετελέσθη από μιαν διεύθυνσιν και 4 Τμήματα τα δε προσωρινόν προσωπικόν του Σταθμού απετελέσθη εκ των κ. κ. Ηρακλή Λεοντίδη, διευθυντού, Κ. Θεοφάνους, τμηματάρχου Μουσικού με βοηθόν την κυρία Φανούλα Λόλα, Γ. Δέλλιον, τμηματάρχην Γενικών εκπομπών με βοηθόν τον Π. Μαρινάκην, Σαβ. Γεωργίου, προϊστάμενον Δισκοθήκης, Β. Ζαχαριάδην , τμηματάρχην Διαφημίσεων με βοηθόν την Μάγδα Αποστολίδου. Γραμ. Υπηρεσιών τον κ. Αγης. Νινιόν, Διαχειρήσεως Ήβην Δέδε. Δακτυλογράφους Προγράμματος Δορυλαία Δημητριάδου, διοικήσεως Λιλή Καραβία και Ταμίαν Χαρίλαον Ευαγγελίδην. Τεχνικού προσωπικού: Προϊστάμενος Ραδιοφωνικών Θαλάμων Κ. Βοσνιάκος, Βοηθός Ιωαν. Κυρλής, ραδιοτεχνίτης Δημ. Σερραίος, πετρελαιομηχανικός Ιω. Ευσταθιάδης, προϊστάμενος πομπού, Αν. Λαλάκης. Βοηθοί Νικολαϊδης Δημήτριος και ΚαλαΙτζής Δημήτριος».
Μ’ αυτά τα πρόσωπα στα βασικά πόστα, μ’ ένα προσωπικό δηλαδή πενήντα περίπου ατόμων, συμπεριλαμβανομένων και των μουσικών, ξεκίνησε ο Ραδιοφωνικός Σταθμός της Θεσσαλονίκης για να εκπληρώσει αποστολή σπουδαία και μεγάλη την ώρα που τα όπλα του Εμφυλίου είχαν αρχίσει να εκπυρσοκροτούν. Οι προσδοκίες της κυβέρνησης από τον Σταθμό Βορείου Ελλάδος είναι σαφείς στο απόσπασμα της πανηγυρικής ομιλίας του Γιώργου Δρόσου, «ανώτερου συντονιστή Τύπου», το οποίο δημοσιεύω.
«Από σήμερον η Θεσσαλονίκη αποκτά μέσον εκφράσεως και πληρεστέρας προβολής εις την πανελλήνιον ζωήν καθώς και αποτελεσματικότερον τρόπον ενισχύσεως της δημοσίας ζωής της η οποία υποφέρει κυρίως από την πλημελή επικοινωνίαν, με την δημόσιαν ζωήν της λοιπής Ελλάδος. Ικανός Ραδιοφωνικός Σταθμός εν Θεσσαλονίκην σημαίνει ουσιαστικήν κατάλυσιν πάσης αποστάσεως μεταξύ αυτής και των Αθηνών. Σημαίνει ακόμη περισσοτέραν, συνεχή και άμεσον επαφήν εις ολόκληρον την Βόρειον Ελλάδα η οποία την στιγμήν αυτήν είναι περισσότερον Ελλάς από κάθε άλλην φοράν και περισσότερον Ελλάς από κάθε άλλο τμήμα της Ελληνικής γης…». Και συνεχίζει παρακάτω: «.. Από εδώ, δίπλα από τον Λευκόν Πύργον, σύμβολον Ελληνισμού και πολιτισμού, θα ακουσθή η φωνή της πειθούς και της αληθείας η οποία μόνη κάμπτει αποτελεσματικώς το μίσος και το ψεύδος».
Είναι χαρακτηριστικό πως ο Γεν. Διευθυντής του ΕΙΡ Παναγιώτη Σιφναίου δεν συμπεριλαμβάνεται στους ομιλητές αναφέρεται, ούτε το όνομά του αναφέρεται από κάποιον ενώ, ο ίδιος ήταν παρών στα εγκαίνια του βορειοελλαδίτικου Σταθμού. Η εξήγηση είναι πως από την ημέρα της έναρξης του Σταθμού Θεσσαλονίκης μέχρι να δημοσιευθεί το ρεπορτάζ ο Σιφναίος είχε πραξικοπηματικά παυθεί και ο εύστροφος εκδότης του περιοδικού έστρεψε το σκάφος του προς την κατεύθυνση του καινούργιου.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να κάνουμε μια ανασκόπιση στο ιστορικό τοπίο που διήλθαμε φωτίζοντας περισσότερο τις σκιασμένες πτυχές του. Μέσα σ΄αυτή την ταραγμένη περίοδο που διανύει η εξιστόρησή μας, με τις αλλεπάλληλες πολιτικές μεταβολές και εξελίξεις δεν ήταν εύκολο κάθε φορά να εντοπίζονται οι παράγοντες, οι υποκινήσεις και επηρεασμοί που επιφέρουν τις ανατροπές γενικά αλλά και ειδικά αυτές που αφορούν τα ραδιοφωνικά πράγματα. Ακόμα και όταν οι ερμηνείες των γεγονότων στηρίζονται σε πολύ συγκεκριμένες πληροφορίες, ακόμη και τότε δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί κάθε φορά ο υποκινητής και τα ελατήριά του. Η προσωπική μαρτυρία του Ηρακλή Πετμεζά με το επί τούτοις έγγραφό του και τα δημοσιεύματα του Παναγιώτη Σιφναίου καθιστούν αναμφισβήτητη την ανάμιξη βασιλικών ανδρών στα τεκταινόμενα στη Ραδιοφωνία. Διακρίνεται καθαρά ο ρόλος προσώπων του στενού βασιλικού περιβάλλοντος τόσο στην εξώθηση του πρώτου σε παραίτηση τον Μάρτιο του 46 όσο και στην απροειδοποίητη παύση του δεύτερου τον Ιανουάριο του 47. Ποιες σκοπιμότητες υπηρετούσαν οι παράγοντες του βασιλικού περιβάλλοντος όταν ενεργούσαν για την απομάκρυνση του Πετμεζά και εν συνεχεία του Σιφναίου. Οι εξηγήσεις που μας έδωσε ο πρώτος διευθυντής του ΕΙΡ κατά τις συναντήσεις που είχαμε το 1998, αναφορικά με τη δική του περίπτωση είναι πως οι παλατιανοί δεν συμφωνούσαν με την συμφιλιωτική τακτική του ραδιοφωνικού προγράμματος την οποία ο ίδιος είχε αρχίσει να εφαρμόζει. Εδώ χρειάζεται μια περιγραφή του πολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο ο Πετμεζάς οραματίζεται έναν σπουδαίο ρόλο για τη ραδιοφωνία. Παραπέμπω τον αναγνώστη στο κείμενο που δημοσίευσα στις προηγούμενες σελίδες που είχε την προθυμία να γράψει για λογαριασμό του παρόντος έργου ο ενενηνταεξάχρονος θαλερότατος ιδρυτής του ΕΙΡ. Μέσα από τις αράδες του χειρογράφου του αναδεικνύεται παραστατικά η αλλοπρόσαλλη πολιτική κατάσταση όπου όλα κλυδωνίζονται και αμφιρρέπουν, όπου μια μεγάλη κινητικότητα σημειώνεται καθημερινά και λαμβάνει χώρα πληθώρα συναντήσεων και συνομιλιών. Όπως σημειώνει ο Πετμεζάς, μέσα στους πολλούς και διάφορους που συναντάει ο Πετμεζάς είναι και ο Φίλων που κινείται εν Αθήναις για τα συμφέροντα του Γεωργίου Β’. Ο εκπρόσωπος του βασιλιά δεν ικανοποιείται από τις θέσεις του «Νικήτα» ( μ’ αυτό το ψευδώνυμο έδρασε ο Πετμεζάς επί κατοχής). Η συμφιλιωτική πολιτική δεν ευνοεί την επιστροφή βασιλιά. Είναι αυτονόητο πως οι ελπίδες παλινόρθωσης του θρόνου συντηρούνται καλύτερα σ’ ένα κλίμα πόλωσης. Παρ’ όλα αυτά ο άνθρωπος του θρόνου ζητά να ξαναδεί τον Πετμεζά. Ο δημιουργός όμως του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος έχει χαράξει την πορεία του. Αφού παίρνει την εντολή του Πλαστήρα για την ανασυγκρότηση της Ραδιοφωνίας στρέφεται, όπως είδαμε στον Ιωάννη Σοφιανόπουλο, τον υπουργό των εξωτερικών. Ο υπάλληλος του ίδιου υπουργείου Γιώργος Σεφεριάδης (ο ποιητής Σεφέρης) προσφέρεται να ενισχύσει την προσπάθεια για απεμπλοκή της Ραδιοφωνίας από τα βρόχια του Βουλπιώτη. Η εκκαθάριση της ΑΕΡΕ και η σύνταξη νέου νόμου που θα καθιστούσε τη Ραδιοφωνία ανεξάρτητο Ίδρυμα δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.
Ωστόσο, αφού το ΕΙΡ καθίσταται πραγματικότητα και ο «Νικήτας» επιχειρεί να εφαρμόσει δια του ραδιοφώνου την συμφιλιωτική πολιτική του που εναρμονιζόταν με τις θέσεις του Ιωάννη Σοφιανόπουλου, του Σεφέρη και βέβαια του Πλαστήρα, η αντίθεση με τα βασιλικά συμφέροντα προκύπτει αυτόματα. Μόνο η πόλωση θα ευνοούσε την επάνοδο του βασιλιά. Ανεπιθύμητη ήταν η συμφιλιωτική τακτική και για το ΕΑΜ φυσικά αφου είχε διαγείρει τον λαό με το σύνθημα της λαοκρατίας.Έτσι ο ρομαντικός Πετμεζάς βράθυκε μεταξύδυο πυρών. Αριστερός μεν, αντικομουνιστής δε δεχόταν δριμύτατες επιθέσις και από τα δυο άκρα. Η μεγάλη πίεση ωστόσο ασκήθηκε απ’ τα δεξιά. Η ΒΡΑΔΥΝΗ με τον Χρονόπουλο και τις διαψευσμένες φιλοδοξίες του, όπως είδαμε, έγινε το αιχμηρό όργανο του Φίλωνα. Η θέση της πραότητας και της λογικής που εξέφραζαν οι «ομιλίες» κυρίως του ραδιοφωνικού προγράμματος κατηγορούνταν ως «Εαμικές» από τη ΒΡΑΔΥΝΗ και ως «Αντιλαϊκές» από τα όργανα της Αριστεράς. Κοντά σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν και οι παρασκηνιακές ενέργειες του Βουλπιώτη που φυσικά δεν είχε αποδεχθεί την απώλεια της Ραδιοφωνίας. Ο Πετμεζάς θυμάται έναν σκληρό δικηγόρο του εκπεσόντος διευθυντή της καταργηθείσας ΑΕΡΕ να τον επισκέπτεται στο γραφείο του στη Ρηγίλης και να ωρύεται: «Το γραφείο που κάθεσαι το έχει πληρώσει ο Βουλπιώτης». Ωστόσο η εξώθηση σε παραίτηση του Πετμεζά, συντελέστηκε εξ αιτίας της απηνούς και συνεχούς λιβελογραφίας της βασιλικής μερίδας του Τύπου. Ο δάκτυλος των Ανακτόρων είχε αρχίσει να εισχωρεί και να δρα πριν ακόμα επανέλθει ο βασιλιάς στο θρόνο του. Μετά την επαναφορά του η επέμβασή των βασιλικών ανδρών υπήρξε ανενδοίαστη.
Τα Ανάκτορα δευτέρωσαν πολύ σύντομα το κτύπημα στη Ραδιοφωνία. Αυτή τη φορά ο θεσμός δεν διέτρεχε τον κίνδυνο να εκτεθεί με τις επεμβάσεις του αφού με το δημοψήφισμα του Ιουνίου 1946 ο Γεώργιος Β είχε επιστρέψει και οι μηχανισμοί του λειτουργούσαν πλέον ανεξέλεγκτα. Η Ραδιοφωνία αποτελούσε ένα ισχυρότατο μέσο επιρροής και το παλάτι και οι παλατιανοί δεν σκόπευαν να εγκαταλείψουν τον έλεγχό του καιεπιδίωξαν την ολοσχερή κατάληψή του. Την εξώθηση σε παραίτηση του Πετμεζά ακολουθεί η απροκάλυπτη εκπαραθύρωση του Σιφναίου λίγους μήνες αργότερα. Η κατίσχυση του θρόνου κάνει τους βασιλικούς άνδρες αλαζονικούς και αδίστακτους. Οι λεπτομέρεις βρίσκονται αδιαμφισβήτητες στη γραπτή μαρτυρία του Παναγιώτη Σιφναίου που την περιλαμβάνει ο Σπύρος Μαρκεζίνης στον δεύτερο τόμο της ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (1936-1975). Όπως σημειώνει ο συγγραφέας του έργου, η αφήγηση του Σιφναίου, τον οποίο η κυβέρνηση Τσαλδάρη είχε τοποθετήσει στην διεύθυνση του ΕΙΡ, τον Μάρτιο του 1946 αναφέρεται σε μια συνάντησή του με τον σύμβουλο του βασιλιά Παναγιώτη Πιπινέλη. Αξίζει να γνωρίσουμε ολόκληρο το αποκαλυπτικό αυτό κείμενο.
«Ολίγον αφού ανέλαβα την Γενικήν Διεύθυνσιν του ΕΙΡ, το 1946, καθιέρωσα την εκπομπήν ενός σχολίου καθ’ εκάστην, κατά το νυκτερινόν Δελτίον Ειδήσεων. Τα σχόλια ήσαν διαρκείας 15’. Το σχόλιον της Δευτέρας ανήγγειλα εγώ επωνύμως, εις τας 10.15 επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής. Το σχόλιον της Τρίτης, επί των εξωτερικών εξελίξεων ανήγγειλεν ο κ. Ανδρέας Ιωσήφ. Σχολιασταί τακτικοί επί εθνικών θεμάτων ήσαν οι Γ. Αλεξιάδης, Χρ Χρηστίδης και Ηλίας Κώνστας, ο τελευταίος ιδίως επι του Βορειοηπειρωτικού. Μετεδίδοντο και έκτακτα σχόλια. Όλα τα σχόλια ηλέγχοντο αυτοπροσώπως, ως ήτο φυσικόν, και πριν εκφωνηθούν. Μιαν Τρίτη, κατά Δεκέμβριον 1946, μου έφεραν ένα σχόλιο εξωτερικής πολιτικής, το οποίον μου εφάνη γραμμένο από τον Ανδρέα Ιωσήφ, η πάντως δεν είχε το γνωστόν του ύφος. Το σχόλιον επραγματεύετο περί Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου, ως επικειμένου. Απηγόρευσα την εκπομπήν του. Ευθύς μετά την επάνοδόν μου εκ Θεσσαλονίκης – είχον μεταβή εκεί δια τον ραδιοφωνικόν σταθμόν – έλαβον μια περίεργον πρόσκλησιν να επισκευθώ τον Π. Πιπινέλην, τότε σύμβουλον του Βασιλέως Γεωργίου β’ εις τα γραφεία του των Ανακτόρων. Τιν κ. Πιπινέλην δεν εγνώριζα προσωπικώς ούτε κατ΄όψιν».
Είναι χαρακτηριστικό στο πολυτιμότατο αυτό ντοκουμέντο πως οι κρατικοί λειτουργοί, όπως ο Σιφναίος, άνθρωπος ευφυής και γνώστης όλου του πλέγματος, αγνοούσαν την πραγματική φύση και φυσιογνωμία της εξουσίας που δεν περιοριζόταν μόνο στο πρόσωπο του Πιπινέλη. «Την ορισθείσαν ημέραν, και ώραν 11 π.μ. μετέβην εις το γραφείον του. Η συνάντησίς μας ετερματίσθη την 4 απογευματινήν. Ενθυμούμαι μόνον τα κύρια σημεία της συνομιλίας της οποίας δεν εκράτησα σημείωσιν. Μετά τας συνήθεις φιλοφρονήσεις ο κ. Πιπινέλης μου είπεν ότι επεθύμει να έχει τας απόψεις μου επί των εξωτερικών θεμάτων ώστε να γνωρίζει την πολιτικήν της Ραδιοφωνίας. Πριν όμως μου δώση τον λόγον εισήλθεν εις μιαν μακράν διατριβήν υπό τύπον φιλικής καθοδηγήσεως».
Και ο Σιφναίος περιγράφει παρακάτω πως ο Πιπινέλης θεωρούσε τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο αναπόφευκτο και προέβλεπε την έκρηξή του μέσα στο 1947 και όχι αργότερα από το 1948. Κατά τον βασιλικό σύμβουλο η Ραδιοφωνία θα έπρεπε επομένως να αρχίσει να προετοιμάζει τον ελληνικό λαό για το επερχόμενο αναπόφευκτο. Ο διευθυντής του ΕΙΡ αφού θα άκουσε έκπληκτος, φαντάζομαι τις παροτρύνσεις του Πιπινέλη του απάντησε, σύμφωνα με το κείμενο πως δεν συμμερίζεται τις προβλέψεις του και του εξέθεσε τα δεδομένα στα οποία στήριζε τις δικές του αντίθετες πεποιθήσεις. Όσον αφορά την πολιτική του ραδιοφώνου στο συγκεκριμένο ζήτημα ο Σιφναίος σημειώνει τη στάση του.
«Αλλά και αν ακόμη επίστευα εις το επικείμενον του τρίτου πολέμου θα ήτο κακή ραδιοφωνική πολιτική να τον προανήγγειλα εις τον Ελληνικόν Λαόν, διότι πρώτος ο Λαός μας εξέρχεται ήδη καθημαγμένος από το 1940 – 1941, την Κατοχήν και τα Δεκεμβριανά, απειλείται δε νέα σύγκρουσις με τους Κομμουνιστάς, θα του έσπαγα συνεπώς το ηθικόν, αν επροφήτευα και τρίτον πόλεμον. Έφερα δε ως παράδειγμα από τον Μεταξάν, ο οποίος απέφευγεν επιμελώς να ομιλεί περί επικειμένου πολέμου με τον Άξονα μέχρι και της τελευταίας στιγμής (τορπιλισμού Έλλης) . Ο Πιπινέλης ανεγνώριζεν μεν το ορθόν, εν μέρει, της απόψεώς μου, ως προς την προπαγάνδαν του ΕΙΡ, κατέληγεν όμως ότι πλανώμαι δεινώς εις ό,τι αφορά τον επικείμενον κίνδυνον του πολέμου».
Η συζήτησις που μας περιγράφει ο Σιφναίος είναι ένα σταθερό και μόνιμο πατρόν που ταιριάζει σε πολλές μεταγενέστερες παρόμοιας φύσεως περιπτώσεις, όπου οι άνωθεν απόψεις μόνο κατ΄επίφαση είναι διαλλακτικές. Ο υπεύθυνος διευθυντής του ΕΙΡ δεν είχε κανένα περιθώριο διαφορετικής γνώμης. H συνέχεια ωστόσο της γραπτής μαρτυρίας του Σιφναίου είναι κατά πολλά ενδιαφέρουσα και καταδεικτική. «
Κατά τας 2 μ.μ. – συνεχίζει ο διευθυντής του ΕΙΡ- ενώ ήλπιζα ότι ‘εληξεν η συνέντευξις, ο Π. Πιπινέλης εισήλθεν εις την εξέτασιν του εσωτερικού προβλήματος. Κατ’ αυτόν η ιστορία διδάσκει ότι τα έθνη στηρίζονται επί τριών αματαβλήτων παραγόντων: 1) του Μονάρχου. 2) της αριστοκρατίας και 3)του Λαού. Μας λείπει η εκ γενετής αριστοκρατία. Οφείλομεν να την αντικαταστήσωμεν με την εκ παραδόσεως πολιτικήν ηγεσίαν. Και τοιαύτη δεν δύναται να είναι άλλη από τους ηγέτας των καθιερωμένων κομμάτων.»
Μπροστά σε μια τέτοια τερατώδη αντίληψη που εμφορούσε τους πολιτειακούς παράγοντες το λιγότερο που είναι δυνατό να μας απασχολήσει είναι η επέμβαση στη Ραδιοφωνία. Για τον αναγνώστη όμως της ραδιοφωνικής ιστορίας η λεπτομέρεια αυτή που μας προσφέρει ο Σιφναίος είναι πολύτιμη. Μας δείχνει πως από το ξεκίνημά του το ΕΙΡ υποδουλώθηκε σ’ ένα πνεύμα όχι μόνο συντηρητικών αλλά και ανοήτων. Την εξουσία της χώρας και κατ’ αεπέκταση της ραδιοφωνικής λειτουργίας την ασκούσαν καμιά δεκαριά κοντόφθαλμοι και φανατικοί που όχι μόνο δεν διδάχθηκαν τίποτα από την πρόσφατη τρομακτική περιπέτεια της ανθρωπότητας αλλά και δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν τις κοσμογονικές μεταβολές που επέρχονταν σε όλους τους τομείς. Φυσικό ήταν να μην μπορούν να συλλάβουν τις δυνατότητες του ραδιοφώνου, ούτε να οραματιστούν ένα πλατύτερο ρόλο γι αυτό και για την τηλεόραση που είχε αρχίσει ήδη να εμφανίζεται και στην Ευρώπη. Εδώ μπορούμε να σημειώσουμε αντεστραμένο το σύνθημα «η φαντασία στην εξουσία». Ας αφήσουμε τον Σιφναίο να μας συνεχίσει την αφήγησή του.
«Εις ταύτα απήντησα – το ενθυμούμαι κάλλιστα – τα εξής εν συντομία. Ανεγνώρισα κύριε Πρέσβη, ότι εις τα εξωτερικά ζητήματα έχετε ασυγκρίτως υπερτέραν εμπειρίαν παρ’ όσην εγώ. Θα μου επιτρέψετε όμως να πιστεύω ότι, καθ’ όσον αφορά τα εσωτερικά κάτι ξέρω και εγώ.
Διότι σεις, καθ’ όλην την Κατοχήν είσθε μακράν της Ελλάδος, εγώ όμως έζησα εις την Ελλάδα μέχρι του τέλους του 1943. Η πολιτική ηγεσία, την οποίαν θέλετε να εμφανίσωμεν ως αριστοκρατικήν ευρέθη απούσα από τον αγώνα. Ευθύς μετά την είσοδον των Γερμανών ημείς οι νέοι ησθάνθημεν επιτακτικήν την ανάγκην αφ’ ενός να κρατήσωμεν υψηλά το φρόνημα του Λαού δια της Αντιστάσεως, αφετέρου δια να τον βοηθήσωμεν εις την επιβίωσίν του εθεωρήσαμεν φυσικόν να απευθυνθούμε εις τους κ.κ. πολιτικούς αρχηγούς δια να αναλάβουν αυτοί την ηγεσίαν του διπλού αγώνος. Όλοι μας απήντησαν ότι προέχει η λύσις του καθεστωτικού και περί αυτού ησχολήθησαν καθ’ όλην την διάρκειαν της Κατοχής, ως και περί της ιδίας των προνομιακής διατροφής με τις γκρίζες κάρτες. Δι αυτό έπεσαν εις την τελείαν ανυποληψίαν παρά τω Λαώ. Και δι αυτό ανέλαβαν την οργάνωσιν της Αντιστάσεως άγνωστοι, όπως ημείς και δυστυχώς το ΚΚΕ πολύ εμπειρότερον εις συνωμοτικάς οργανώσεις και με σαφές πολιτικόν πρόγραμμα. Μοναδικήν εξαίρεσιν από τους γνωστούς πολιτικούς απετέλεσεν ο Ντίνος Τσαλδάρης, ο οποίος εις το σπίτι του Ζαλοκώστα με παρεκάλεσε μάλιστα να τον στείλω εις τα βουνά. Αν συνεπώς τώρα εμφανίσωμεν αυτόν τον ξεπεσμένον κόσμον ως αριστοκρατία όχι μόνον θα χάσωμεν τον Λαόν ο οποίος θα διαλέξη τους κομμουνιστάς η οιονδήποτε νέον άνθρωπον, αλλά θα κινδυνεύσωμεν να χάσωμεν και τον Μονάρχην, αν συνταυτισθή με την εξωφλημένην σας αριστοκρατίαν. Τελικώς θα χάσωμεν την Ελλάδα».
Επαναστατικότερος βέβαια ο Πετμεζάς βρίσκονται όμως με τον Σιφναίο στον ίδιο προσανατολισμό. Άρνηση και επιφύλαξη για το παρελθόν και πιο ειδικά για το παλαοκομματικό σύστημα. Νέοι άνθρωποι βρέθηκαν κατά τύχη και προσωρινά στο πηδάλιο της Ραδιοφωνίας με την πρόθεση να διοχετεύσουν ο καθένας με τη δική του αντίληψη, στην ελληνική κοινωνία το πνεύμα της Αντίστασης. Τα Ανάκτορα απ’ τη στιγμή που πήραν και πάλι την εξουσία δεν θα επέτρεπαν καμιά πρωτοβουλία και καμιά μεταβολή. Και φυσικά δεν επέτρεψαν. Ιδού η συνέχεια απ’ τον ίδιο τον Σιφναίο.
«Σ’ αυτό το σημείο ετερματίσθη η συζήτησις χωρίς να επιχειρήση ο Π. Πιπινέλης να με μεταπείση, ίσως διότι είχα εξαφθή. Μετά τινας ημέρας ο τότε προϊστάμενός μου υπουργός κ. Ν. Μπαλτατζής-Μαυροκορδάτος ήλθε να αναγγείλη περίλυπος εις το Δ.Σ. του ΕΙΡ, εκτάκτως συγκληθέν, ότι είναι υποχρεωμένος να με θέση εις διαθεσιμότητα. Ουδείς επληροφορήθη, φυσικά το διατί, έως τότε μόνον συγχαρητήρια εδεχόμην και από αυτόν τον Κ. Τσαλδάρην (….)Οφείλω εδώ χάριν της ιστορίας να μνημονεύσω ότι ευθύς παρητήθη ο Στέφανος Πεσμαζόγλου από πρόεδρος του Δ.Σ. του ΕΙΡ και ολόκληρον το επιτελείον, ο Ευάγγελος Λαμπίσης, Ο Χρ. Χρηστίδης, ο Γ. Αλεξιάδης, ο Σ. Μυριβήλης, ο Ο. Ελύτης. Την διαθεσιμότητα ηκολούθησεν η απόλυσις». Όχι, θα τον άφηναν!



ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

Τυπικά ο Παναγιώτης Σιφναίος φαίνεται να παραμένει διευθυντής του ΕΙΡ ως τις 27 Φεβρουαρίου 1947 και αμέσως την επομένη καταχωρείται ο διορισμός του Δημήτρη Σβολόπουλου, ο οποίος όπως είδαμε προϋπήρξε διευθυντής στη δεύτερη φάση της προπολεμικής περιόδου του ραδιοφωνικού σταθμού της Αθήνας. Η ανάληψη της ευθύνης της ραδιοφωνίας είχε εμφανισθεί τότε από τον Θ. Νικολούδη σαν επέμβαση σωστική. Όπως σημειώσαμε στις οικείες σελίδες η απόσπαση της Υπηρεσίας Ραδιοφωνικών Εκπομπών από το υπουργείο Συγκοινωνίας και η υπαγωγή του στο υπουργείο Τύπου και Τουρισμού είχε συνοδευτεί από αποκηρύξεις και αφορισμούς για όλη την περίοδο που είχε προηγηθεί, με διευθυντή τον Γ. Κυριάκη. Οι κατηγορίες που απροφάσιστα εκτοξεύονταν τότε από τον Νικολούδη, για ανεπάρκεια, αναποτελεσματικότητα, ολιγωρία και υπαινικτικά για κακή διαχείριση των προηγουμένων είναι ανάλογες με το περιεχόμενο των όσων επίσημα περιέχονται και στα κείμενα που ο τρίτος κατά σειράν διευθυντής του ΕΙΡ προσάπτει στους Πετμεζά και Σιφναίο, που είχαν προηγηθεί για πολύ μικρά διαστήματα ο καθένας στη διεύθυνση του Ιδρύματος.
Ο Σβολόπουλος σ’ ένα τεύχος με τίτλο «Η Ελληνική Ραδιοφωνία – 1947 – 1948. Ένας απολογισμός» έκδοση του ΕΙΡ, προβάλλεται και πάλι ως ο σωτήρας του Ιδρύματος. Υποστηρίζει πως παρέλαβε «καμένη γη» και περιγράφει τις επιτεύξεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την ανάληψη της διεύθυνσης απ’ τον ίδιο. Ιδού τι σημειώνεται στον πρόλογο του εν λόγω εντύπου.
«Εις την διεύθυνσιν της Εθνικής Ελληνικής Ραδιοφωνίας εκλήθην δια δευτέραν φοράν τον Μάρτιον του 1947 ως δημοσιογράφος, από το Κράτος. Την πρώτην το 1939, οπότε την παρέλαβον διαλελυμένην, αποσυντεθειμένην και δυσφημισμένην και την ανεσυνεκρότησα και την οργάνωσα κατά τρόπον ώστε το 1940 κατά τον ελληνοιταλικόν πόλεμον να κάμη θαύματα – όπως εγραψεν η ΕΣΤΙΑ εις το φύλλον 29ης Δεκεμβρίου 1940 – ‘Μέσα εις τους κλάδους της εμπολέμου οργανώσεως του Έθνους αξίζει να αναφερθή ιδιαιτέρως αυτό που έγινε με τις ανά τον κόσμον ραδιοφωνικάς εκπομπάς του Σταθμού Αθηνών’ (…) Και έμεινα εις την θέσιν μου μέχρι της 27 Απριλίου 1941 και δυο ώρας μετά την είσοδον των γερμανικών στρατευμάτων δια να μεταδίδω την φωνήν του ελληνικού ραδιοφωνικού σταθμού (…) Την δευτέραν φοράν χωρίς να επιδιώξω από το νόμιμον κράτος και την κυβέρνησιν, την προελθούσαν εξ ελευθέρων εκλογών, δια να αναλάβω και πάλιν την χρεωκοπημένην και εγκαταλελειμμένην Ραδιοφωνίαν (το ΕΙΡ). Ευρήκα έναν σταθμόν χωρίς λυχνίας, έτοιμον μετά δεκαπενθήμερον να διακόψη. Ταμείον κενόν. Χρέη, δάνεια, επαιτείαν επιχορηγήσεων και κανένα πρόγραμμα. Καμιά οργάνωσις, ουδείς έλεγχος».
Παρακάτω ο Σβολόπουλος αντιπαραθέτει τα όσα πραγματοποίησε στα όσα παρέλαβε, τα οποία, σύμφωνα με το απολογιστικό 68σέλιδο, συνέθεταν μια θλιβερή εικόνα της ραδιοφωνίας πριν εκείνος γίνει διευθυντής. Συγκεκριμένα τον Μάρτιο του ’47 το ΕΙΡ είχε έναν σταθμό «έτοιμον να διακόψη λόγω ελλείψεων λυχνιών» και έναν δεύτερο στη Θεσσαλονίκη «ο οποίος είχε διακόψει». Όταν παρέλαβε το ΕΙΡ ο Σβολόπουλος είχε, καθώς σημειώνει, δυο στούντιο και μετέδιδε 13 ώρες πρόγραμμα οι δε συνδρομητές του δεν ξεπερνούσαν τις 42.000, ενώ ήταν επιβαρυμένο με χρέος 60.000.000 στην Εθνική Τράπεζα.
Όσο κι αν είναι δύσκολο να κρυφτεί η κομπορημασύνη και η έπαρση του κειμένου και γίνεται φανερή η πρόθεση να μειωθεί η συμβολή των Πετμεζά και Σιφναίου και να τους αποδοθεί ανεπάρκεια, η κατάσταση που περιγράφεται δεν ήταν μακριά απ’ την πραγματικότητα. Ο Σβολόπουλος μεταχειρίζεται τα στοιχεία για να προβάλλει τη σύγκριση με το δικό του έργο και να καυχηθεί. Ο αναγνώστης ωστόσο γνωρίζει και του Πετμεζά τις ιδεαλιστικές προθέσεις για τη Ραδιοφωνία και του Σιφναίου την δεινότατη θέση απέναντι στις ανάγκες του σταθμού. Το κράτος μετά την απόλυτη διάλυση στην οποία έχει περιέλθει μετά τα Δεκεμβριανά, αρχίζει σταδιακά να ανασυγκροτείται. Ο Πετμεζάς συνεπικουρούμενος από τον Σεφέρη και τον Γεώργιο Μαύρο, ξεκαθαρίζει την εμπλοκή με την ΑΕΡΕ και ιδρύει το ΕΙΡ. Ο Σιφναίος που τον διαδέχεται κάνει ότι μπορεί στην Αθήνα (τα σχετικά τα γνωρίσαμε στον πρόλογο του ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ) και ιδρύει (πριν εκπαραθυρωθεί απ’ τον Πιπινέλη) το Σταθμό Θεσσαλονίκης. Το 1947 το κράτος συμπληρώνει σιγά σιγά τη συγκρότησή του και είναι φυσικό και ο τομέας της ραδιοφωνίας να ακολουθεί τους ίδιους ρυθμούς και ίσως ταχύτερους αφού το πρόσωπο του Σβολόπουλου δεν εμπνέει καμιά επιφύλαξη στο καθεστώς.
Με τα διευθυντικά των πρώτων ετών του ΕΙΡ και τις κυβερνητικές παρεμβάσεις παραλείψαμε τα αμιγώς ραδιοφωνικά, τα προγράμματα και τις εκπομπές δηληδή και γενικά την ύλη που εξέπεμπε ο Σταθμός της Αθήνας. Σκόπιμο είναι να δούμε το πρόγραμμα μιας ημέρας ακριβώς την εποχή που τον εκδιωχθέντα Σιφναίο ερχόταν να αντικαταστήσει ο Δημήτρης Σβολόπουλος.
«19 Φεβρουαρίου 1947. Ώρα 1.30 διάσημοι σολίστ. 2. Αθλητισμός. 2.10 Μουσικό διάλειμμα. 2.15 Ειδήσεις 2.30 Εμείς κι ο κόσμος. 2.40 Ορχήστρες της Αργεντινής 4. Χρηματιστήριον.4.15 Μάθημα αγγλικής 4.30 Μουσική από μπάντα. 4.45 Γαλλική εκπομπή 5. Μουσική για τον καθένα. 5.30 Ώρα του παιδιού. 5.50 Εκλεκτοί δίσκοι 6.30. Δια τας Βρετανικάς δυνάμεις. 7.30 Ομιλία 7.40. Μουσικό διάλειμμα 7.45 Εκπομπή δια τας Ενόπλους Δυνάμεις. 8.00 Ειδήσεις και σχόλια 8.15 Η σημερινή Αγγλία 9. Ένα δεκάλεπτο για τον καθένα. 9.10 Ελληνικοί χοροί. 9.15. Η ώρα της Βορείου Ελλάδος. 9.30 Παίζει η ορχήστρα του σταθμού. 10. Μουσικοφιλολογική βραδιά, 10.20 Ελαφρά μουσική 11. Ειδήσεις 11.15 Μουσική χορού. 12 Εδήσεις»
Σε τυπικές επιλογές, ανέμπνευστες και χωρία προβληματισμό είναι διαρθρωμένο το πρόγραμμα και φαίνεται καθαρά πως είναι σε πολλά σημεία επιβεβλημένο κυρίως στην αγγλόφιλη προπαγάνδα. Ανταποκρινόταν ωστόσο σε βασικές απαιτήσεις ενός αμάθητου και γι αυτό ολιγαρκούς κοινού. Ενημέρωση, ψυχαγωγία, επιμόρφωση είναι το τριπολικό πνεύμα του ραδιοφωνικού ρόλου. Ανάμεσα στην ενημέρωση και την επιμόρφωση βρίσκει πεδίο να αναπτυχθεί η προπαγάνδα. Ομιλίες με φιλοσυμμαχικό και αντικομμουνιστικό περιεχόμενο, θερμά συνθήματα αλυτρωτισμού, εθνικιστικά και προγονόπληκτα θέματα παράλληλα με επιστημονικά, ιστορικά, γεωγραφικά και εγκυκλοπαιδικά. Αυτό που έχει σημασία να υπογραμμιστεί είναι η θρυλική εκπομπή «Η Ώρα της Βορείου Ελλάδος», που την έγραφε και την παρουσίαζε ο Δημήτρης Σβολόπούλος, εκπομπή φλογερή σε εθνικό πάθος με βασικό περιεχόμενο που περιέχεται στον υπότιτλο, «Σας ομιλούν οι από τριών χιλιάδων ετών Έλληνες της Μακεδονίας, της Θράκης και της Ηπείρου». Άρα ο Σβολόπουλος συνεργαζόταν με το ραδιοφωνικό σταθμό πριν απομακρυνθεί ο Σιφναίος, τον οποίο ο δημοσιογράφος και συνεργάτης του, που τον διαδέχθηκε τον καταδικάζει τόσο άτεγκτα.
Χαρακτηρίσαμε τυπικό το πρόγραμμα του σταθμού λίγο πριν αναλάβει ο τρίτος διευθυντής του νεόδμητου Ιδρύματος. Υπάρχουν όμως στοιχεί που μας πείθουν πως το επιτελείο του Σιφναίου δεν ολιγωρούσε και αποδείξεις πως υπήρχε σχεδιασμός και προοπτική αναμόρφωσης, παρά τις οικονομικές δυσχέρειες. Τον Φεβρουάριο βρίσκεται σε εξέλιξη μια συνεργασία του σταθμού με το υπουργείο Παιδείας, για την καθιέρωση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος για τα σχολεία. Μια σχετική ανακοίνωση είναι σαφής. ΕΣΤΙΑ 22 Φεβρουαρίου 1947.
« ΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑΙ ΕΚΠΟΜΠΑΙ ΤΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ». Εκ του υπουργείου Παιδείας ανακοινούται ότι λόγω τεχνικών δυσχερειών η ώρα της μεταδόσεως δια του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών ειδικών εκπαιδευτικών εκπομπών δια τους μαθητάς των Δημοτικών Σχολείων θα γίνη πιθανώτατα την 17ην Μαρτίου. Προς τούτο το υπουργείον Παιδείας εζήτησε συνεργασίαν από ανωτέρους εκπαιδευτικούς, λογοτέχνας και παιδαγωγούς. Η αμοιβή εκάστης εγκρινόμενης εκπομπής συμφώνοως προς την ληφθείσαν απόφασιν ωρίσθη εις τριάκοντα χιλιάδας δραχμάς. Εξ άλλου υπό του υπουργείου γίνονται ενέργειαι δια την ταχυτέραν παραλαβήν των παραγγελθέντων 1.500 ραδιοφώνων δια τον εφοδιασμόν των Δημοτικών Σχολείων του κέντρου και της υπαίθρου».
Ο υπεύθυνος προγράμματος του Σταθμού, ο Διαμαντούρος, δεν είναι φυσικά αμέτοχος σ’ αυτές όλες τις ενέργειες για βελτίωση του προγράμματος και επέκταση του ευεργετικού του ρόλου. Μια ακόμη μαρτυρία για την καθιέρωση μιας θρυλικής εκπομπής ενισχύει την άποψη πως πολλά έγιναν επί Σιφναίου και πολλά περισσότερα σχεδιάστικαν και επομένως η καταφορά του Σβολόπουλου είναι άδικη και αστήρικτη. Κατανοητή ωστόσο ως πρόφαση για την ανατροπή της διοικητικής ομάδας που συγκατέλεγε στα μέλη της , μην το παραβλέπουμε , και τον Οδυσσέα Ελύτη. Ιδού λοιπόν η γέννηση της κοσμαγάπητης εκπομπής «Το θέατρο στο μικρόφωνο» που διατηρήθηκε στο πρόγραμμα του Σταθμού, στην πρώτη ακροαματικότητα για 20 και πλέον χρόνια και αποτέλεσε και αποτελεί σημείο αναφοράς και πρότυπο για πολλές παρεμφερείς εκπομπές στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση.
ΕΣΤΙΑ, 15 Μαρτίου 1947.
«Αύριον Κυριακήν εις τας 2.30 μ.μ. ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών εγκαινιάζει εβδομαδιαίαν θεατρικήν επιθεώρησιν υπό του δημοσιογράφου και κριτικού κ. Αχιλλέα Μαμάκη. Το καλλιτεχνικόν αυτό δελτίον θα διανθίζεται από συνεντεύξεις θεατρικών προσωπικοτήτων, τας οποίας θα εγκαινιάση αύριον η κ. Μαρίκα Κοτοπούλη. Επίσης θα ακουσθή αύριον η παρεπιδημούσα ενταύθα πρωταγωνίστρια της Όπερας των Παρισίων δις Ντόζια Ζυγομαλά».
Ο Δημήτρης Σβολόπουλος, ασχέτως της εγωιστικής και προκατειλημμένης στάσης και καταφοράς κατά των δυο διευθυντών που είχαν προηγηθεί ενδιαφέρθηκε σοβαρά και απόλυτα για τα προβλήματα της Ραδιοφωνίας. Είναι αναμφισβήτητο πως για αναλάβει το ΕΙΡ έθεσε τρεις όρους που αποδεικνύουν πως είχε γνώση, ενημέρωση και συναίσθηση των όσων αφορούσαν τη ραδιοφωνική λειτουργία συνολικά. Είναι πιθανότατο η υποψηφιότητά του να είχε προκύψει πριν ακόμα απ’ τον Δεκέμβριο του ’46 και ο ίδιος να μην ήταν αμέτοχος στη σχεδιαζόμενη μεταβολή της κορυφής. Όπως και να ‘χει το πράγμα ο Σβολόπουλος προσήλθε στην συνεδρίαση του Δ.Σ. του ΕΙΡ της 27ης Φεβρουαρίου 1947 μελετημένος και προφανώς με τις απαραίτητες εγγυήσεις ώστε οι προϋποθέσεις που θα πρόβαλλε να γίνουν αμέσως αποδεκτές. Ο ίδιος, στο κεφάλαιο «Ο Νέος Σταθμός των Βραχέων που δια πρώτην φοράν απέκτησεν η Ελλάς», στην ειδική έκδοση που αναφέραμε πιο πάνω, αναφέρει με σαφήνεια και υπό τύπον δήθεν συνέντευξης:
«Το ιστορικόν της αποκτήσεως Ραδιοφωνικού πομπού βραχέων κυμάτων ισχύος 7 ½ κιλοβάτ μετά των συναφών βοηθητικών εγκαταστάσεων και μηχανημάτων έχει, κατά μιαν συνομιλίαν με τον Διευθύνοντα Συμβουλον του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας κ. Δημ. Σβολόπουλον, ως εξής: Ο Σταθμός Βραχέων Κυμάτων: Όταν ανέλαβα την Ραδιοφωνίαν εκ νέου την 26 Φεβρουαρίου 1947 ως Διευθύνων Σύμβουλος έθεσα ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος προς λύσιν τρία βασικά ζητήματα, που υπήρξαν και η προϋπόθεσις της επανόδου μου εις το Ίδρυμα. Το πρώτον ήτο όπως ορισθή εντός πέντε ημερών μια έκτακτος συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου κατά την οποίαν να εξετασθή το ζήτημα του εγκιβωτισμένου υλικού δια την αύξησιν της ισχύος του πομπού των 15 χιλιοβάτ εις 70 ΧΒ. Το δεύτερον ήτο όπως καταρτσθή μια νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, εις την οποίαν να λάβουν μέρος και οι δυο διακεκριμένοι νομομαθείς, οι κ.κ. Μπαλής και Πράτσικας δια την κωδικοποίησιν και καταρτισμόν μιας σύγχρονης νομοθεσίας βάσει της οποίας να ενταχθή το προσωπικόν, δια να γνωρίζει ποία είναι η θέσις του. Το τρίτον ήτο η άμεσος ενέργεια προς ταχυτέραν εγκατάστασιν Σταθμού Βραχέων, του οποίου μόνη από όλας τας χώρας εστερείτο η Ελλάς…»
Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια σωστή ιεράρχηση των προτεραιοτήτων. Η νομοθεσία που αφορούσε το προσωπικό ήταν θεμελιακής σημασίας, διότι ήταν απαραίτητο να τεθεί ένα πλαίσιο για να διοικηθεί αποτελεσματικά το Ίδρυμα, επί του οποίου οι κομματικές επιρροές κινούσαν αναλόγως τις διάφορες μερίδες των εργαζομένων. Πρέπει εδώ να σημειωθεί πως οι επιδράσεις που ασκούνταν στους υπαλλήλους δεν ήταν μόνο κομματικές αλλά προέρχονταν και εκ μέρους διαφόρων άλλων συμφερόντων και επιδιώξεων μεταξύ των οποίων πρέπει ασφαλώς να συμπεριλάβουμε και τον Βουλπιώτη. Υπενθυμίζω στον αναγνώστη πως για την αδράνεια που επιδείχθηκε όσον αφορά τα εγκιβωτισμένα μηχανήματα των 70 ΧΒ είχε προηγηθεί η κατηγορία από τον Βουλπιώτη το 1942 προς το Σβολόπουλο ότι από ολιγωρία του δεύτερου τα μηχανήματα δεν είχαν χρησιμοποιηθεί, αν και είχαν έρθει απ’ τη Γερμανία από το 1939. Τώρα ήρθε η σειρά του Σβολόπουλου να κατηγορήσει για τον ίδιο λόγο τον Βουλπιώτη, πέντε χρόνια αργότερα και οκτώ απ’ ότου τα μηχανήματα περίμεναν στι τελωνείο.
Ποιές ενέργειες έγιναν για να επισπευσθεί η πραγματοποίηση των τριών προϋποθέσεων που έθεσε ο Σβολόπουλος, Ακαριαίες. Ο ίδιος σημειώνει:
«Έτσι τα τρια ζητήματα που ήταν απαραίτητα δια να υπάρξη Ραδιοφωνία, επροχώρησαν προς την λύσιν των ταυτοχρόνως. Πρώτον ήρχισεν η άμεσος έναρξις εργασίας δια τον Σταθμόν των 70 χιλιοβατ με μετρήσεις και διαπραγματεύσεις με το εξωτερικόν, προς συμπλήρωσιν του υλικού. Δεύτερον συνεκροτήθη η Νομοπαρασκευστική Επιτροπή προς κωδικοποίησιν της νομοθεσίας του Ιδρύματος με συμμετοχήν των κ.κ. Γ. Μπαλή και Χ. Πράτσικα. Και τρίτον προεκηρύχθη και διενεργήθη ο διαρκών αναβαλλόμενος - άγνωστον δια ποίον λόγον – διεθνής διαγωνισμός δια τον Σταθμόν των Βραχέων Κυμάτων, που ευρίσκεται σήμερον εις τα Λιόσια. Η σχετική απόφασις δια την παραγγελίαν του Σταθμού Βραχέων Κυμάτων τον οποίον απεκτήσαμεν ελήφθη την 7ην Απριλίου του 1947 μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν της Ειδικής επί του διαγωνισμού Επιτροπής και του Τεχνικού Συμβουλίου του Ιδρύματος. Την 9ην Απριλίου 1947 υπεγράφη εις τα γραφεία του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας η σύμβασις πρί προμηθείας και εγκαταστάσεως του Ραδιοφωνικού Πομπού Βραχέων Κυμάτων, ο οποίος έπρεπε να φορτωθή εν Νέα Υόρκη, το βραδύτερον μέχρι τέλους Νοεμβρίου 1947 δια Πειραιά…»
Ο Σβολόπουλος αποδεικνύεται άμεσος, καίριος και αποτελεσματικός διευθυντής με σύμπασα την κυβέρνηση με όλα τα εξαπτέρυγά της να του συμπαρίσταται και είναι αναμφισβήτητη η ώθηση που λαβαίνει το νέο μέσο επικοινωνίας της χώρας μας προς τις ανάλογες εξελίξεις που έχει σε άλλες χώρες.
Με ευμένεια αντιμετωπίστηκε ο Σβολόπουλος απ’ τους περισσότερους χώρους κι αυτό είχε αρχίσει να συνειδητοποιείται πως ένας διευθυντής χρειάζεται συναίνεση για να αποδώσει, όπως είχε συνειδητοποιηθεί επίσης πως το ραδιόφωνο είχε έναν πολύ σπουδαίο ρόλο να παίξει. Η αντίληψη πως η ραδιοφωνική συσκευή ήταν ένα αξιοπερίεργο κουτί που έβγαζε μουσική είχε ολοκληρωτικά υποχωρήσει. Κατά τον πόλεμο και την κατοχή η Ραδιοφωνία έδειξε πόσο πολύτιμη μπορεί να είναι. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια όπου οι αναφορές στις μεταδόσεις των ξένων σταθμών ήταν καθημερινές είχε γίνει κοινή συνείδηση η πρωταρχική σημασία του ραδιοφώνου σε βαθμό εθνικής ανάγκης. Και πρώτος ο πνευματικός κόσμος υπογραμμίζει αυτή τη σπουδαιότητα και παράλληλα την ανάγκη στήριξης του νέου διευθυντή.
Η άποψη του Σπύρου Μελά στην ΕΣΤΙΑ της 29 Μαρτίου 1947 είναι χαρακτηριστική.
«ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ. Επί τέλους! Κάποια προσπάθεια γι’ ανασυγκρότηση και αναδιοργάνωση άρχισε να καταβάλλεται στο Ραδιόφωνον. Αλλ’ είναι τεράστια τα προβλήματα που καλείται ν’ αντιμετωπίση η νέα Γενική Διεύθυνσις. Προβλήματα τεχνικού εξοπλισμού και προβλήματα τεχνικού προσωπικού. Ταξιδιώται μας έλεγαν, χθες ακριβώς, ότι η Πρέβεζα δεν ακούει την Αθήνα. Τα ίδια παράπονα διατυπώνονται και από άλλες περιοχές. Όλο αυτό το μορφωτικό πρόγραμμα, ιστορικές εκπομπές, λογοτεχνικές εκπομπές, ποιητικές απογευματινές, εκλαϊκεύσεις επιστήμης, γεωργικές εκπομπές, ομιλές περί υγιεινής κ.λπ. πάνε περίπατο τη στιγμή που σε πολλά μέρη δεν μπορούν να ακουσθούν. Πρέπει επίσης να μας ακούει το εξωτερικό. Απαντούμε στους ξένους ραδιοσταθμούς …ερήμην ακροατών. Ούτε οι Βούλγαροι, ούτε οι Νοτιοσλαύοι. Ούτε οι Αλβανοί μας ακούν. Εμείς όμως ακούμε, κάθε μέρα, πολύ ευκρινώς τις βρισιές τους.Ο σταθμός μας πρέπει να αποκτήση με κάθε θυσίαν επάρκειαν τεχνικήν».
Πολλές γραφίδες διατυπώνουν με τρόπο ανάλογο τις διαπιστώσεις για την σπουδαιότητα του ρόλου της ελληνικής Ραδιοφωνίας και με μελαγχολικό τρόπο την ανεπάρκειά της να ανταποκριθεί σ’ αυτό τον ρόλο. Πριν να αναγνωρισθεί στον Σβολόπουλο ότι όχι μόνο αποσαφήνισε κατά τρόπο ξεκάθαρο τους τομείς που το ΕΙΡ χώλαινε αλλά και σε ελάχιστο διάστημα ενεργοποίησε δημοσιογράφους και συγγραφείς να στραφούν και να προβάλουν το πρόβλημα. Πολύ σύντομα μπήκαν σε κίνηση και οι μεθοδεύσεις για την αντιμετώπιση των ανεπαρκειών. Οι επιτροπές που όπως είδαμε συγκρότησε απέδωσαν τάχιστα. Η σοβαρότητα και το ενδιαφέρον που επιδείχθηκαν απ’ την κυβέρνηση συνετέλεσαν κατά πολύ στην επίσπευση όλων των διαδικασιών. Τα ο κέντρο βάρους ρίχθηκε στην εγκατάσταση του πομπού των 70 κβ χωρίς να παραμεληθεί φυσικά και η λειτουργία του πομπού βραχέων. Μέσα στον Απρίλιο τα κιβώτια με τα μηχανήματα μεταφέρθηκαν στα Λιόσια και άρχισαν επισκευές και βελτιώσεις στα κτίσματα για να ολοκληρωθεί η εγκατάστασή τους. Στο περιοδικό ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 1947 μια εκτενής περιγραφή της επίσημης επίσκεψης μιας κουστωδίας αρμοδίων στις εγκαταστάσεις των Λιοσίων με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη, αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος και αρμόδιο υπουργό για τη Ραδιοφωνία. Είναι ένα ρεπορτάζ χρήσιμο και διαφωτιστικό.
« Ο Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως και Αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος κ. Κ. Τσαλδάρης, ως αρμόδιος Υπουργός δια την Ραδιοφωνίαν επεσκέφθη την παρελθούσαν Κυριακήν τον Ραδιοφωνικόν Πομπόν Λιοσίων, συνοδευόμενος υπό του πρών Υπουργού του Τύπου κ. Ν. Μπαλτατζή – Μαυροκορδάτου και του Γενικού Διευθυντού της Ραδιοφωνίας κ. Δ.Κ. Σβολόπουλου. Ο κ. Αντιπρόεδρος επεθεώρησε λεπτομερώς όλα τα εκτελούμενα εκεί έργα δια την εγκατάστασιν του νέου Σταθμού των 70ΧΒ αντί του 10 ΧΒ. Κατά την επιθεώρησιν του κ. Τσαλδάρη παράστησαν ο πρόεδρος του ΔΣ της ΑΕΡΕ κ. Βερνάρδος. Ο Σύμβουλος της Τεχνικής Υπηρεσίας κ. Ελευθερίου και ο προϊστάμενος της Τεχνικής Υπηρεσίας κ. Ασλανίδης…».
Προξενεί οπωσδήποτε έκπληξη στον αναγνώστη η συμμετοχή του προέδρου της κατοχικής ΑΕΡΕ, του δημιουργήματος του Βουλπιώτη, στην κυβερνητική αυτή επιθεώρηση. Και πρώτα πρώτα γεννιέται το ερώτημα πως εξακολουθεί να υπάρχει ΑΕΡΕ , δυο χρόνια μετά την ιδρυση του ΕΙΡ; Και τι δουλειά έχει ο αντικαταστάτης του Βουλπιώτη, Βερνάρδος; Η εξήγηση θα πρέπει να είναι μάλλον απλή. Όταν ο Βουλπιώτης υποχρεώθηκε να εκχωρήσει όλα τα δικαιώματα του στο ΕΙΡ, διατήρησε φαίνεται την κυριότητα των μηχανημάτων, ως αντιπρόσωπος της Telefunken, πιθανόν δε και η ΑΕΡΕ να διατηρούσε συγκυριότητα ως εισαγωγέας.

Σε κείνη την ιστορική επίσκεψη στα Λιόσια, με τον Ντίνο Τσαλδάρη επικεφαλής, αποσφραγίστηκαν τα κιβώτια που έμεναν κλειστά από το ’39 και η συντροφιά τόσων επισήμων και αρμοδίων έβγαλε στο φως τα όργανα και τα μηχανήματα που θα αύξαναν τιν ισχύ του Σταθμού από 10 ΧΒ σε 70. Είναι σημαντικό για τις σελίδες της Ιστορίας της Ραδιοφωνίας να συμπεριληφθούν αυτούσια τα όσα δήλωσε τότε ο Τσαλδάρης σχετικά με τις προοπτικές και τις μεθοδεύσεις των όσων είχαν αποφασιστεί να γίνουν στον τομέα της Ραδιοφωνίας. Η σοβαρότητα του ζητήματος υπογραμμίζεται απ’ την ανάληψη πρωτοβουλιών απ’ τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και από την ανάμιξη στο θέμα τόσων παραγόντων που αποσκοπούσε να εντυπωθεί στην κοινή γνώμη το μέγεθος του ενδιαφέροντος. Τα κυριότερα σημαία των δηλώσεων Τσαλδάρη στο πλαίσιο της επίσκεψης των Λιοσίων είναι τα παρακάτω:
« … Υπό την προσωπικήν μου παρακολούθησιν ως αρμοδίου δια την Ραδιοφωνίαν Υπουργού έχει αρχίσει από μηνός να γίνεται ότι δεν έγινε μέχρι σήμερα. Μετά σύντονον προπαρασκευήν το έργον της γενικής αναδιοργανώσεως και ενισχύσεως του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών έχει αρχίσει ήδη να συντελήται. Τώρα ημπορώ να σας το αναγγείλω. Τρεις μεγάλαι επιτροπαί εργάζονται σήμερον πλέον, εκάστη εις τον τομέα της δια την αναδιοργάνωσιν της Ραδιοφωνίας. Η μια είναι τεχνική και συνεκροτήθη από τον καθηγητήν του Μετσοβίου Πολυτεχνείου κ. Κ. Γεωργακόπουλον, από τον καθηγητήν του Πανεπιστημίου κ. Χόνδρον, από τον καθηγητήν κ. Πεζόπουλον, από τον μηχανικόν ηλεκτρολόγον κ. Αγγελέαν και από τον Διευθυντήν της Ραδιοηλεκτρικής υπηρεσίας ΤΤΤ . Ελευθερίου. Η επιτροπή αυτή ασχολείται ήδη με την εγκατάστασιν του νέου Σταθμού των 70 ΧΒ και ενός Σταθμού Βραχέων κυμάτων, ο οποίος θα συμπληρώση εις τας εκπομπάς του εξωτερικού τον πρώτον…»
Είκοσι χρόνια μετά την ίδρυση του Ομίλου Φίλων Ασυρμάτου, πρωτοπόροι και οι δυο της ραδιοφωνικής υπόθεσης, βρίσκονται στην επιτροπή που σκοπεύει να ανασυγκροτήσει την Ραδιοφωνία και να επεκτείνει τη δράση της. Για πρώτη φορά συναντάμε επίσης σε επίσημη ανάμιξη το όνομα του μηχανικού Αγγελέα που το πρωτοσυναντήσαμε σε μια λίγο αόριστη αναφορά πως πρώτος αυτός το 1924 είχε υποβάλει στο Δήμο αίτηση να του χορηγηθεί άδεια για λειτουργία ραδιοφωνικού σταθμού. Είναι εντυπωσιακή η συνεύρεση τόσων βετεράνων σε ώρα κρίσιμη αλλά και κοσμογονική για τη Ραδιοφωνία.
Στις παρακάτω δηλώσεις του ο Τσαλδάρης αναφέρεται στη δεύτερη επιτροπή που συγκροτήθηκε κι αυτή από προσωπικότητες, που εργαζόταν για την ανασύνταξη της νομοθεσίας και του διοικητικού κανονισμού του ΕΙΡ. Για την Τρίτη επιτροπή που σκοπό θα είχε το πρόγραμμα του Σταθμού, είχε ζητηθεί η συμμετοχή εκπροσώπων των καλλιτεχνικών και πνευματικών ιδρυμάτων, του υπουργείου Παιδείας και φυσικά του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης διαπιστώνει πως
«..Η εργασία αυτών των τριών επιτροπών μαζί με την νέαν Γενικήν Διεύθυνσιν της Ραδιοφωνίας έχει αρχίση να αποδίδη. Τα οικοδομικά έργα προχωρούν αι μετρήσεις επίσης δια το μέρος που θα αποδειχθεί πως είναι το καταλληλότερον δια την εγκατάστασιν του νέου πομπού καθώς και τα σχέδια δια την συγκέντρωσιν των τελειοτέρων οργάνων. Η αίθουσα επίσης εις την οποίαν θα εγκατασταθή ο Σταθμός Βραχέων Κυμάτων είναι ήδη έτοιμη και η Τεχνική επιτροπή εξετάζει τας προσφοράς της γενομένης δημοπρασίας δια την ταχυτέραν μεταφοράν και εγκατάστασιν του Σταθμού Βρεχέων Κυμάτων».
Με πολλές λεπτομέρειες και επανειλημμένες διαβεβαιώσεις ο Τσαλδάρης τονίζει κατηγορηματικά την διάθεση της κυβέρνησης να εκσυγχρονίσει τη Ραδιοφωνία. Στα ιδιαίτερα σημεία των δηλώσεων του πρέπει να καταχωρισθεί και το παρακάτω απόσπασμα. «Η δευτέρα Επιτροπή επίσης περατώνει εντός της εβδομάδος το Νομοθετικόν της έργον εις τρόπον ώστε να έχωμεν μετ’ ολίγον κωδικοποιημένην εις ενιαίον κείμενον Νόμου την περί Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Νομοθεσίαν ώστε να εξέλθη αύτη από την επικρατούσαν σύγχυσιν των διαφόρων Νομοθετημάτων του παρελθόντος».Και παρακάτω: «Σήμερον επίσης θα σας αναγγείλω ότι το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας θα το θέσωμεν υπό την υψηλήν προστασίαν της Α.Β.Υ του Διαδόχου με υπαγωγήν εις το Υπουργείων των Εξωτερικών, εις ότι αφορά την εποπτείαν της νομιμότητος των πράξεων του και της ασκήσεως του εθνικού του έργου, εις την αρμοδιότητα του Υπουργείου των ΤΤΤ εις ότι αφορά την τεχνικήν του εποπτείαν. Έτσι ο αυτόνομος αυτός οργανισμός της Ραδιοφωνίας θα καταστή πραγματικόν Εθνικόν Ίδρυμα και θα μπορέση να επιτελέση τον μεγάλον του σκοπόν».
Αυτή είναι η ιδεολογική και νομοθετική οχύρωση, σωστή και αναγκαία, αν λάβει κανείς υπ’ όψη του ότι η χώρα, εκτός των άλλων έμπαινε και σ’ έναν σκληρό εμφύλιο πόλεμο και η παράταξη που κυβερνούσε περίμενε πολλά απ’ τη Ραδιοφωνία.
Η «υψηλή προστασία» του Διαδόχου, που εξασφαλίστηκε για το ΕΙΡ σύμφωνα με τις δηλώσεις του Τσαλδάρη. Κάνει ολοφάνερο τον ρόλο των Ανακτόρων. Ο ρόλος του Πιπινέλη γίνεται ουσιαστικός και επίσημος. Με λίγα λόγια το ΕΙΡ υπάγεται στο υπουργείο Εξωτερικών για το «Εθνικόν του έργον» και στο υπουργείο τριών ταφ για τα τεχνικά του. Άτυπα ωστόσο παρακολουθείται από τα άγρυπνα ώτα της αυλικής λογοκρισίας. Οι δηλώσεις Τσαλδάρη είναι διαφωτιστικές και στη συνέχειά τους. Υπεισέρχεται και σε λεπτομερείς αναφορές προγραμμάτων και εκπομπών. «Η Τρίτη Επιτροπή έδωσε ό,τι ηδύνατο μέχρι της στιγμής και να δώση το καλύτερον με προσπάθειαν η οποία ήρχισεν δια συγκεντρώσεως γύρω από τον Ραδιοφωνικόν Σταθμόν ολοκλήρου του πνευματικού, καλλιτεχνικού και επιστημονικού κόσμου. Και συνεχίζει με συνεχείς βελτιώσεις και προσθήκας νέων ωρών, όπως η ‘Ωρα των Ελλήνων του Εξωτερικού που είναι αφιερωμένη εις τα ξενιτεμένα παιδιά της Ελλάδος και την ‘ Ωραν της Βορείου Ελλάδος’ η οποία συνέβαλε εις τον αγώνα υπέρ της αλήθείας και της δικαιοσύνης με την άφιξιν της Διεθνούς Ερευνητικής Επιτροπής».
Πράγματι η εκπομπή «Η Ώρα της Βορείου Ελλάδος» παρά τον σφόδρα αντικομουνιστικό της χαρακτήρα και το διχαστικό πνεύμα που την διέπνεε, ήταν μαχητική και γερά στοιχειοθετημένη και τεκμηρίωνε τους ισχυρισμούς της. Από την άποψη αυτή αποδείχθηκε χρήσιμη στην Διεθνή Ερευνητική Επιτροπή που επισκέφθηκε την Αθήνα για επιτόπιες διαπιστώσεις. Ο Ντίνος Τσαλδάρης εξήγγειλε και την προοπτική μιας ομογενειακής συνδρομής για την απόκτηση ραδιοφωνικών συσκευών και είναι κι αυτό ένα στοιχείο που μας επιβεβαιώνει τη συνειδητοποίηση από κυβερνητικής πλευράς της αναγκαιότητας της ραδιοφωνικής εξάπλωσης. Ας δούμε λοιπόν και το αυτό το μέρος των δηλώσεων του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, «Εις αυτά ( σε όσα γίνονται από τις επιτροπές) πρέπει να προστεθεί και η δυσκολωτέρα προσπάθειά μας δια την εισαγωγήν του φθηνού λαϊκού ραδιοφώνου που πρέπει να φθάση μέχρι του τελευταίου ελληνικού χωρίου. Διότι το χωριό και οι κάτοικοί του έχουν περισσότερο απ’ όλους τους άλλους την ανάγκην να ακούουν να μαθαίνουν, να πληροφορούνται, να παρακολουθούν, να φωτίζωνται, να ενημερώνωνται εις τα ζητήματα τα πάσης φύσεως».
Είναι τόσο σαφής ο Τσαλδάρης που κάθε διευκρινιστικό σχόλιο είναι περιττό. Πρόβλημα του καθεστώτος είναι η προσέγγιση των χωριών που βρίσκονται κάτω από τις διαφωτιστικές επιρροές των ανταρτών που στρατολογούν όλη την ύπαιθρο. Μοναδικό μέσο αντίδρασης από μέρος του κράτους το ραδιόφωνο. Είναι φυσικό λοιπόν να ριχτούν με πάθος στη συγκρότηση και την ισχυροποίηση της Ραδιοφωνίας. Λείπουν όμως τα ραδιόφωνα.
« Δι αυτό μαζί με την προσπάθειαν που καταβάλωμεν κάμνω και έκκλησινεις τους Έλληνας της Αμερικής που τόσον στοργικώς μας εβοήθησαν μετά την απελευθέρωσιν να προσθέσουν και τώρα μιαν ακόμη μεγαλυτέραν βοήθειαν: να μας στείλουν ραδιοφωνα. Να προσθέσουν ένα ακόμη δέμα. Ένα δέμα με ένα ραδιόφωνο , δια τους συγγενείς, δια τους φίλους τους, δια τας ιδιαιτέρας των πατρίδας. Να στείλουν ένα ραδιόφωνο που έχει ανάγκη το χωριό τους. Ραδιόφωνο ! Η χαρά και η υπηρεσία που θα προσφέρουν θα είναι μεγαλύτερη απ’ όλες τις άλλες. Και θα είναι μαζί και εθνική. Σκέπτομαι μάλιστα να ζητήσω την απαλλαγήν του δασμού δια τα αποστελλόμενα αυτά προσωπικά ραδιόφωνα από τους Έλληνας της Αμερικής. Διότι πιστεύω ότι η φωνή της Ελλάδος ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσον αναγκαία και απαραίτητος όχι μόνον εις το Εσωτερικόν αλλά και εις το Εξωτερικόν, όσον σήμερον».
Η ανταπόκριση των Ελληνοαμερικανών υπήρξε και άμεση και μεγάλη. Πάνω από 3000 ραδιόφωνα έφτασαν από τις ΗΠΑ σε Έλληνες συγγενείς μόλις η έκκληση του Τσαλδάρη διοχετεύθηκε από τα διεθνή πρακτορεία. Οι εθνικοί λόγοι που επικαλέσθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είχαν άμεση απήχηση στο πατριωτικό αίσθημα των ομογενών. Το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ μας δίνει στις 21 Ιουνίου μια καθαρή εικόνα του προβλήματος. Σ’ ένα σημείωμα με τίτλο «Η Ελλάς χωρίς ραδιόφωνα!» το περιοδικό της Ραδιοφωνίας δίνει συγκεκριμένα στοιχεία. Γράφει: «Η τάξις των εμπόρων και εισαγωγέων ραδιοφώνων κατά πρώτον και οι ραδιόφιλοι κατόπιν είνε εν αναστατώσει , διότι συνεπεία των τελευταίως ληφθεισών αποφάσεων, απαγορεύεται τελείως η εισαγωγή ραδιοφώνων και ανταλλακτικών ραδιοφώνων. Ούτω η Ελλάς κινδυνεύει να μείνη χωρίς ραδιόφωνα, διότι και τα υπάρχοντα σήμερον κινδυνεύουν να αχρηστευθούν». Το δημοσίευμα παραθέτει στη συνέχεια από ποιες κατηγορίες εισαγώγιμων αποκλείονται τα ανταλλακτικά ραδιοφώνων και για να δώσουν το μέγεθος της ραδιοφωνικής μας ανεπάρκειας, δημοσιεύει έναν στατιστικό πίνακα με τα ραδιόφωνα που αναλογούν σε 1000 κατοίκους, μεταξύ όλων των κρατών και όλων των ηπείρων.
Ιδού ο στατιστικός πίνακας που μας διατήρησε το περιοδικό ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ , όπου σημειώνεται ο αριθμός ραδιοφώνων ανά 1.000 κατοίκους σε διάφορες χώρες. Στην Αμερική 425, στη Σουηδία 282, στη Δανία 265, στην Αγγλία 217, στην Αυστρία 117, στη Ρουμανία 21, στη Βουλγαρία 21, στο Χογκ-Κογκ 11, στην Τουρκία 9 , στη Γιουγκοσλαυία 9 και στην Ελλάδα 5. Τα στοιχεία προέρχονται από έγκυρους διεθνείς οργανισμούς ερευνών και μεταξύ των 70 κρατών Ευρώπης και Αμερικής η Ελλάδα κρατούσε την 70η θέση. Μικρότερο ποσοστό από τη χώρα μας εμφάνιζαν η Αγκόλα, το Αφγανιστάν, η Τζαμάϊκα, η Μοζαμβίκη και η Γουαδελούπη. Και το περιοδικό καταλήγει σας έμμεση απάντηση στα διακηρυχθέντα από τον Τσαλδάρη.
«…Και όμως πανταχόθεν γίνεται η διακήρυξις ότι το ραδιόφωνον είναι το πρώτον και κύριον μέσον εθνικής προπαγάνδας, λαϊκής διαφωτίσεως και μορφώσεως. Ημείς το θεωρούμεν ως είδος υπερπολυτελείας και το αποκλείωμεν από πάσαν εισαγωγήν κατασπαταλώντες το συνάλλαγμα εις τσατσάρες και οδοντόβουρτσες Νάϊλον!».
Το ραδιόφωνο εξυπηρετούσε τη ζεύξη της χώρας μας με την Αμερικανική πολιτική και διευκόλυνε την προσέγγιση. Από την εποχή αυτή η Αμερική απλώνει την επιρροή της συστηματικά και με κάθε τρόπο. Είναι δοκιμασμένη για τους Αμερικανούς η αποτελεσματικότητα του ραδιοφωνικού μέσου. Χωρίς αμέσως να παρακαμφθούν οι Άγγλοι που έχουν ισχυρούς ραδιοφωνικούς με την Ελλάδος και πολλοί Έλληνες καθοδηγούνται απ’ αυτούς, οι Αμερικανοί «καλωδιώνουν» συστηματικά την ανάπτυξη της δικής τους ραδιοφωνικής παρουσίας στον ελληνικό χώρο. Δεν έχουν τώρα την διστακτική και διακριτική τακτική με την οποία επιχειρούσαν την διείσδυσή τους προπολεμικά. Και εδώ ας θυμηθούμε την επιχείρηση ΝΤΥΡΧΑΜ που από ερασιτεχνισμό κινούμενη έμπλεξε την υπόθεση του ραδιοφώνου στην Ελλάδα, ανακόπτοντας μεν τις διαθέσεις των Γερμανών και των Άγγλων, μπλοκάροντας όμως για πολλά χρόνια και τις δικές της επιδιώξεις Κι την ραδιοφωνική εξέλιξη στη χώρα μας. Στην εποχή που έχει φθάσει η εξιστόρησή μας ισχύουν άλλα τεχνολογικά και πολιτικά δεδομένα. Η υπερατλαντική δύναμη μπορεί να εισβάλει ραδιοφωνικά στην Ελλάδα εγκαταστημένη και αμετακίνητη στην ήπειρό της. Τα μεγάλα στούντιο και οι ισχυροί πομποί που διαθέτει της δίνουν τη δυνατότητα να εξακτινίζει δέσμες εκπομπών προς πολλές χώρες στη γλώσσα της καθεμιάς.
Η «Φωνή της Αμερικής στα ελληνικά άρχισε να μεταδίδεται από τον Σταθμό Αθηνών την Τρίτη 14 Μαΐου 1947.. Τις λεπτομέρειες καθώς και τον επίσημο χαρακτήρα που έλαβε αυτή η πρεμιέρα το βρίσκουμε σε σχετικό δημοσίευμα του ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ της 17 Μαΐου του ίδιου χρόνου.
«Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ. – Καθημερινώς: Ώρα 9.30 μ.μ. Αναματάδοσις Ραδ. Σταθμού Αθηνών. Από της εσπέρας της παρελθούσης Τρίτης εγκαινιάσθησαν αι ειδικαί εκπομπαί του ραδιοφωνικού συγκροτήματος του Αμερικανικού Υπουργείου των Εξωτερικών. Την πρώτην εκπομπήν εγκαινίασεν ο Υπουργός των Εξωτερικών στρατηγός Μάρσαλ, ο πρόεδρος της επί των Εξωτερικών Επιτροπής της Αμερικανικής Γερουσίας κ. Βάντζεμπεργκ και ο υφυπουργός των Εξωτερικών κ. Μπέντον. Τα πλήρη ελπίδων, θάρρους αλλά και θαυμασμού μηνύματα τα οποία οι τρεις Αμερικανοί επίσημοι έστειλαν εις τον Ελληνικόν Λαόν εγκαινιάζοντας τας εκπομπάς αυτάς, είναι ήδη γνωστά εκ των εφημερίδων. Εκείνο που μπορεί και πρέπει να σημειωθή εδώ είναι ότι τόσον αυτό καθ’ αυτό το γεγονός ότι οι τρεις κυριώτεροι φορείς της εξωτερικής πολιτικής της Μεγάλης Συμμάχου μας ήνοιξαν τας εκπομπάς αυτάς και μάλιστα με τόσον ενθουσιώδη μηνύματα, μαρτυρεί περί της εξαιρετικής σημασίας την οποίαν αι Ηνωμέναι Πολιτείαι αποδίδουν εις την καθιερωμένην αυτήν ραδιοφωνικήν των επαφήν με την Ελλάδα».
Με «παρόμοια ηχηρά» απάντησε και η ελληνική πλευρά και ο υπουργός των Εξωτερικών Ντίνος Τσαλδάρης, αφού τελείωσε η εκπομπή απευθυνόμενος στους Αμερικανούς δημοσιογράφους που βρίσκονταν στην Ελλάδα είπε τα παρακάτω:
«Με συγκίνησιν ήκουσεν απόψε ο Ελληνικός Λαός την Φωνήν της Αμερικής. Η έναρξις των Ραδιοφωνικών εκπομπών του Υπουργείου των Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί νέαν εκδήλωσιν του ενδιαφέροντοε που επιδεικνύει η Μεγάλη Αμερικανική Συμπολιτεία προς την χώραν μας κατά την ώραν αυτήν της δοκιμασίας της. Είνε ακόμη ένα δείγμα της ιδιαιτέρας μεταχειρίσεως εκ μέρους της προστάτιδος αυτής της Δημοκρατίας, ο Ελληνικός Λαός. Η Φωνή η οποία θα ακούεται από σήμερον θα είναι ενθάρρυνσις δια τον λαόν της Ελλάδος ο οποίος διεξάγει σκληρόν αγώνα δια την αποκατάστασιν της δημοκρατικής ζωής».

Θεωρήθηκε απαραίτητο να πει κι αυτός κάτι για την αμερικανική πρωτοβουλία και ο πρωθυπουργός. Έτσι την επόμενη της πρώτης εκπομπής της Φωνής της Αμερικής ο πρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης Δ. Μάξιμος δήλωσε τα παρακάτω:
«Μετά βαθυτάτης ικανοποιήσεως ηκούσαμε τας ραδιοφωνικάς ομιλίας των κ.κ. Μάρσαν, Βάντερμπερντ και Μπέντον. Εκφράζομεν δια μίαν ακόμη φοράν την ευγνωμοσύνη της χώρας μας δια το θερμό ενδιαφέρον των μεγάλων μας φίλων και διαβεβαιώνουμε ότι εν πνέύματι πλήρους συνεργασίας μετά του εδώ διπλωμετικού αντιπροσώπου των Ηνωμένων Πολιτειών και της αποστολής η οποία αναμένεται να αφιχθή εις την Ελλάδα θα επιληφθώμεν του έργου της ομαλότητος και ανασυγκροτήσεως της χώρας συμφώνως προς τους σκοπούς τους οποίους ο πρόεδρος Τρούμαν εξήγγειλε επ’ ευκαιρία της αποφάσεως περί παροχής βοηθείς εις την Ελλάδα».
Η αμερικανική εκπομπή και γενικότερα το ραδιόφωνο παρέχει την ευκαιρία αλλά και την δυνατότητα ανταλλαγής τέτοιων δηλώσεων διπλωματικού περιεχομένου απευθυνόμενες σε μια ευάριθμη ομάδα αποδεκτών.
Η πορεία της χώρας διέρχεται από ένα κομβικό σημείο ιστορικής σημασίας. Προσαρτάται στον αστερισμό των Ηνωμένων Πολιτειών επίσημα, οριστικά και ανεπιστρεπτί. Μια ματιά στα γεγονότα που μεσολαβούν στα σαράντα ένα χρόνια από τότε έως σήμερα πιστοποιούν κατά τον πιο αναμφισβήτητο τρόπο την πάσης φύσεως προσάρτηση, επιρροή και εξάρτηση από την «μεγάλη φίλη και σύμμαχο» Αμερική. Οι λίγες και ασθενείς απόπειρες ανεξαρτοποίησης υπογραμμίζουν αυτή την πραγματικότητα. Κατ’ αναλογίαν το ίδιο συνέβη και στη ραδιοφωνική ιστορία. Ο επίσημος κρατικός σταθμός γέρνει αργά αλλά σταθερά προς τον αμερικάνικο παράγοντα. Αποσπάται από το άγκιστρο των Άγγλων, που αμέσως μετά την Κατοχή ήταν οι απόλυτοι ρυθμιστές των ραδιοφωνικών μας πραγμάτων και προσεγγίζει την νέα εξουσιαστική παρουσία. Τα προγράμματα έχουν σαφή προσανατολισμό την Αμερική, την κουλτούρα της, τη μουσική της και προπαγανδίζουν τη νοοτροπία της. Πολιτικά επίσης η αντικομουνιστική υστερία των δύο χωρών, Ελλάδας και ΗΠΑ συγγενεύει κι αυτό κάνει και τους ραδιοφωνικούς τους δεσμούς να ταυτίζονται στον προσανατολισμό τους.
Είναι χαρακτηριστικό πως απ’ αυτή την ιστορική φάση, που κρατάει το δεύτερο μισό του 1947, ξεπηδάνε τέσσερις ακόμα ραδιοφωνικοί Σταθμοί που απ’ το 1948 πυκνώνουν την ραδιοφωνική ποικιλία και σημειώνουν στα ερτζιανά της χώρας τον πρώτο ραδιοφωνικό πλουραλισμό. Αν μάλιστα προσθέσουμε και το Σταθμό των βραχέων οι συχνότητες που διασταυρώνονται στους ελληνικούς αιθέρες ως το τέλος του 1948 γίνονται έξη. Αλματώδης πρόοδος. Δεν επαίρεται αδικαιολόγητα ο Σβολόπουλος για τις επιτεύξεις που σημειώθηκαν κατά την τετραετία που παρέμεινε στη διεύθυνση του ΕΙΡ. Αναμφισβήτητα επιτέλεσε έργο σημαντικό και ουσιώδες. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται όμως, αυτό το τονίσαμε ιδιαίτερα, πως ολόκληρο το καθεστώς, με την παρότρυνση και υποστήριξη των εμπειρότατων στα ραδιοφωνικά συμμάχων, έριξε μεγάλο βάρος του ενδιαφέροντος του στην ανάπτυξη της Ραδιοφωνίας. Δεν χρειάσθηκε συνεπώς ο διευθυντής να αναλώνεται σε προσπάθειες προς την κυβέρνηση προκειμένου να επιτύχει την συγκατάθεσή της για την ανάπτυξη της ραδιοφωνικής υπηρεσίας. Η προϋπόθεση αυτή είναι θεμελιώδης για κάθε ραδιοφωνική πρόοδο. Η κυβέρνηση είχε μεγάλη ανάγκη την πλήρη ραδιοφωνική κάλυψη της χώρας και την ενισχυμένη εμβέλειά των εκπομπών της προς τις άλλες χώρες. Στην εσωτερική αναμέτρηση, όπου μια μερίδα του πληθυσμού βρισκόταν υπό το κράτος μιας ενάντιας στο καθεστώς ιδεολογικής επιρροής, η κυβέρνηση είχε ανάγκη από ένα μέσο με την δυνατότητα να απευθύνεται στους αντιφρονούντες ώστε να διοχετεύει τα επιχειρήματα της δικής της ιδεολογίας. Είναι επομένως αυτονόητο πως στον Σβολόπουλο θα παρεχόταν κάθε διευκόλυνση και όλα τα μέσα που ήταν απαραίτητα για την πραγματοποίηση των προγραμματισμών του.
Για τον ρόλο της Ιντέλιτζενς Σέρβις στη λειτουργία της ραδιοφωνίας στην Ελλάδα, αυτήν ακριβώς την εποχή , δεν μπορούμε να είμαστε κατηγορηματικοί. Στο διάστημα της έρευνας μας για τη συγγραφή των παρουσών σελίδων ωστόσο ακούσαμε πολλές πληροφορίες και υπαινιγμούς για μια απροκάλυπτη ανάμειξη εξωραδιοφωνικών παραγόντων στη διαμόρφωση των προγραμμάτων ακόμα και στην επιλογή προσωπικού και εξωτερικών συνεργατών. Πάντως οι συνθήκες της πολιτικής ατμόσφαιρας ήταν τέτοια και ο ρόλος των Συμμαχικών δυνάμεων ήταν τόσο επεμβατικός και ειδικά για τη ραδιοφωνία ευεργετικός ώστε να μην χωράει καμιά αμφιβολία πως οι μαρτυρίες για τον ρόλο των Άγγλων αξιωματικών ειδικά εντεταλμένων με την λειτουργία της ραδιοφωνίας να μην είναι εκτός πραγματικότητας.
Με δεδομένο τις επιτυχίες των εκπομπών για τα Σώματα του Στρατού που τις καταγράψαμε επί διευθύνσεως Σιφναίου και σαν συνέχεια την εικασία που εκφράσαμε πως οι εκπομπές αυτές ήταν προανάκρουσμα της δημιουργίας στρατιωτικού ραδιοφωνικού σταθμού. Πράγματι τον Μάιο του 1947 αρχίζει να λειτουργεί ο ραδιοφωνικός Σταθμός του 781 λόχου Γενικών Μεταφορών. Είχε άραγε κάποια συμμετοχή η αγγλική μυστική υπηρεσία;


Ο
«ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ» ΣΤΑΘΜΟΣ
ΤΟΥ 781 ΛΟΧΟΥ ΓΕΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

Ο Παναγιώτης Σιφναίος λίγο μετά την απόλυσή του από τη διεύθυνση του ΕΙΡ αναλαμβάνει το γραφείο δημοσίων σχέσεων των Ενόπλων Δυνάμεων, θέση εμπιστευτική και σαφώς πολιτική. Πρέπει επίσης να σημειωθεί πως η αρμοδιότητα αυτή είναι θέση του οργανογράμματος των συμμαχικών στρατών. Στις περιγραφές των παρευρισκομένων μέσα στο στούντιο του ΕΙΡ κατά τη μετάδοση της δημοφιλούς εκπομπής «η Ώρα του Ναυτικού», κάποιο δημοσίευμα, όπως θα θυμάται ο αναγνώστης, αναφέρει στους παρόντες και τον κ. Λαζαρίδη. Κατά πάσαν πιθανότητα πρόκειται για τον Γρηγόρη Λαζαρίδη, υπεύθυνο δημοσίων σχέσεων της SHELL, άνθρωπο με στενές διασυνδέσεις με τις αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, όπως ήταν κοινό μυστικό εκείνα τα χρόνια. Ο ικανότατος Γρηγόρης Λαζαρίδης με την ίδρυση του στρατιωτικού Σταθμού ανέλαβε τη διεύθυνση του προγράμματος. Τόσο πολύ συνδέθηκε στην συνείδηση των συγχρόνων ο Σταθμός του 781 λόχου Γενικών Μεταφορών με τον Λαζαρίδη ώστε «οι παροικούντες εις Ιερουσαλήμ» τον ανέφεραν ως «ο Σταθμός του Λαζαρίδη». Κατά το διάστημα της Κατοχής ο Λαζαρίδης είχε συνεργαστεί με τους Άγγλους και από κει μεθοδεύτηκε η πρόσληψή του στην μεγάλη εταιρεία πετρελαιοειδών. Συνεπώς δεν ήταν αβάσιμα τα λεγόμενα τότε πως η ίδρυση του στρατιωτικού ραδιοσταθμού ευνοήθηκε από τους Άγγλους.
Είναι δύσκολο μετά παρέλευση μισού αιώνα να ελεγχθεί η ορθότητα πληροφοριών η υποθέσεων και συμπερασμάτων. Η μνήμη των ολίγων που βρίσκονται σήμερα στη ζωή, όπως είναι φυσικό έχει αμβλυνθεί. Τα γεγονότα των καιρών εκείνων φθάνουν αχνά και αντιφατικά. Είναι όμως απαραίτητο να παρατεθούν όλα όσα η ιστορική μας αναζήτηση αγρεύει, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιστότητα. Ο Σταθμός του 781 λόχου Γενικών Μεταφορών αποτελεί ένα καίριο σημείο στην εξέλιξη των ραδιοφωνικών μας πραγμάτων. Δεν αντιστέκομαι δε να σημειώσω πως ο Σταθμός αυτός υπήρξε για τον γράφοντα, ο πρώτος πόλος έλξης προς το ραδιόφωνο. Αν λοιπόν η προσωπική μου κατάθεση που ο σταθμός εκείνος ήταν υπήρξε η πρώτη ανάμιξή του με τα ερτζιανά, έχει την βαρύτητα που έχουν οι μαρτυρίες όλων των παλαιών εκείνων τότε ας προστεθεί στα στοιχεία πως η αγγλική εύνοια για το ραδιοφωνικό εγχείρημα ήταν ευρύτατη πεποίθηση. Και βέβαιος πως μεταφέρω αυθεντικές μαρτυρίες μαζί με το κλίμα της εποχής βρίσκω την ευκαιρία να προσθέσω πως μια νεανική παρέα που συνιστούσε ένα μουσικό συγκρότημα, αποτελούμενο από την Τασία Δέδε στο πιάνο, τον Αντώνη Άγα βιολί, τον Στάμο Μπάμπαρη κιθάρα και την Μαίρη Μπίρμπα τραγούδι και τον υπογραφόμενο συντονιστή, κειμενογράφο και παρουσιαστή επιχειρούσε και πετύχαινε μια διείσδυση στις κατοικίες των αξιωματικών στην οδό Μεσογείων, όπου είχε εγκατασταθεί το αντίπαλο ραδιοφωνικό δέος του ΕΙΡ, ο αιρετικός «781 Λόχου Γενικών Μεταφορών» η «Ο Σταθμός του Λαζαρίδη».
Δεν πρέπει να παραλείψω να σημειώσω πως ανάλογα με το ημέτερο συγκρότημα είχαν σχηματιστεί αρκετά που διατηρούσαν την προσδοκία να γίνουν αποδεκτά από τον νέο Σταθμό που δεν είχε τα αυστηρά κριτήρια του ΕΙΡ. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ο 781 θεωρήθηκε εναλλακτικός Σταθμός, περισσότερο νεανικός και λιγώτερο συντηρητικός απ’ τον κρατικό. Καθιερώθηκε σαν περισσότερο αυθόρμητος και αυτοσχεδιαστικός και όλα αυτά όχι βέβαια από φιλοσοφία η άποψη αλλά από υποχρεωτική προχειρότητα. Η νεαρή ηλικία των μελών των συγκροτημάτων, η «φόρα» των δεκαπεντάρηδων ως δεκαεξάρηδων ερασιτεχνών που πολιορκούσαν το Σταθμό με τα «ελευθεριότερα ραδιοφωνικά ήθη» που τον χαρακτήριζαν, πρόσφεραν ένα ζωηρό πρόγραμμα που κέρδισε μεγάλη ακροαματικότητα, σχεδόν απ’ την αρχή. Ο Σταθμός του ΕΙΡ τα χρειάσθηκε. Ο τεχνικός του κρατικού Σταθμού Βασίλης Κροντηράς θυμάται πως με πραγματική ανησυχία στους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου εκφραζόταν η ανησυχία με την επαναλαμβανόμενη φράση «θα μας κλείσει ο Λαζαρίδης». Ο Σιφναίος, εφ’ όσον απ’ το γραφείο Δημοσίων Σχέσεων του Γενικού Επιτελείου Στρατού ξεκίνησε η έστω ευνοήθηκε το ξεκίνημα του Σταθμού του 781 Λόχου Μεταφορών, έπαιρνε την εκδίκησή του.
Κατά την επιστράτευση της εποχής εκείνης ο Γρηγόρης Λαζαρίδης, ο δικηγόρος Διαμαντής Πετρίτσης και ο βιομήχανος Γεώργιος Δράκος παρουσιάστηκαν στον όρχο αυτοκινήτων στη Γλυφάδα και από κει μεταφέρθηκαν στον 781 λόχο Γενικών Μεταφορών. Η ιδέα ενός στρατιωτικού ραδιοφωνικού Σταθμού πρέπει να είχε ήδη γεννηθεί η εμφυτευθεί στο μυαλό του Λαζαρίδη. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ως πιο σημείο η ιδέα αυτή είχε προωθηθεί. Πριν την μοιραστεί με τον Πετρίτση και τον Δράκο την είχε άραγε συζητήσει με τον Σιφναίο η με άλλον παράγοντα; Το βέβαιο είναι πως ακριβώς σ’ αυτή τη φάση η ιδέα κοινολογείται κι όλες οι μαρτυρίες συμφωνούν πως η έμπνευση δημιουργίας ραδιοφωνικού σταθμού προέκυψε για να αποφευχθεί η μεταφορά των τριών επίστρατων στα μέτωπα των επιχειρήσεων. Απ’ όλο το φάσμα των εκδοχών πιθανότατη φαίνεται και η παραπάνω. Ο αναγνώστης γνωρίζει ήδη τα απωθημένα του Σιφναίου, τα ενδιαφέροντα του συμμαχικού παράγοντα, τα προσωπικές προτιμήσεις του Λαζαρίδη και δεν θα δυσκολευτεί να καταλήξει σε συμπεράσματα περί των αιτίων που έστησαν έναν στρατιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό στη καρδιά του Εμφύλιου.
Ίσως όμως τα πράγματα να έγιναν πιο απλά. Απ’ τα πολλά που συνέβησαν στο μεταξύ κι απ’ τα όσα αποκαλύφθηκαν σε άλλες παραμέτρους της κοινωνικής ζωής, κυρίως σε ότι αφορά τις μεθοδευμένες επιρροές που εκπευθηκαν σε όλα αυτά τα πενήντα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε μας πονήρεψαν και δεν μας αφήνουν να συμμεριστούμε πως η αθώα και απλή επιφάνεια των περιστατικών που οδήγησαν στη δημιουργία του πρώτου στρατιωτικού ραδιοφωνικού Σταθμού όπυ δεν έκρυβε κάποιο στρώμα από κάτω όπου βυσσοδομούσαν άλλου είδους μηχανισμοί. Όχι μόνο γιατί η η ιστορική μας έρευνα δεν μας απέφερε κανένα στοιχείο αδιάσειστο προς οποιαδήποτε άλλη υπόθεση - μόνο αποχρώσες ενδείξεις μας προέκυψαν – αλλά και διότι η αρχή της αντικειμενικότητας, μας υποχρεώνει.. Παραθέτω στη συνέχεια μια πολύ σαφή συνέντευξη ‘οπου αναφέρονται οι συνθήκες δημιουργίας του Ραδιοφωνικού Σταθμού του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών, συνέντευξη του αρμοδιότερο όλων σ’ αυτό το ζήτημα, του Διαμαντή Πετρίτση, πρωτεργάτη στην ίδρυσή του και διευθυντή του ως το οριστικό του τέλος. Η συνέντευξη δόθηκε στη δημοσιογράφο της ΥΕΝΕΔ κ. Νικολοπούλου και μεταδόθηκε από τον Σταθμό των Ενόπλων τον Μάιο του 1988. Η σχετική κασέτα μου δόθηκε από την κ. Λουκία Πετρίτση, σύζυγο του διευθυντή του θρυλικού Σταθμού και συνεργάτιδά του.
«… Μου ζητάτε να ξαναφέρω στο μυαλό μου σαράντα χρόνια αναμνήσεις. Δεν είναι τόσο εύκολο αλλά θα προσπαθήσω να κάνω αυτή την αναδρομή για να πληροφορηθούν οι ακροαταί σας την αληθινά παράξενη ιστορία του ραδιοφωνικού Σταθμούν, να μάθουν, ας πούμε, ποιος ήταν και πως γεννήθηκε ο προπάππος, γιατί ο ραδιοφωνικός Σταθμός του 781 Γενικών Μεταφορών μπορεί να θεωρηθεί ο προπάππος όλων των ραδιοφωινικών Σταθμών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Σ’ αυτό τον ίδιο χώρο που βρισκόμαστε σήμερα , εδώ που λειτουργεί τώρα ο Σταθμός σας, την εποχή εκείνη ήταν εγκαταστημένος ο 781 λόχος Γενικών Μεταφορών. Ήταν η εποχή του Εμφυλίου Πολέμου και μας είχαν επιστρατεύσει ως ερασιτέχνες οδηγούς αυτοκινήτων. Για την ψυχαγωγία των ανδρών του λόχου μεταδίδαμε δίσκους ελαφράς μουσικής. Ακροατές μας όμως δεν ήταν μόνο οι στρατιώτες του λόχου, ήταν και οι τραυματίες που νοσηλεύονταν στο Νοσοκομείο Σωτηρία που βρισκόταν δίπολα μας και οι οποίοι με «χωνιά» μας έδιναν την «παραγγελιά» τους για τα τραγούδια που ήθελαν. Για να τους ικανοποιήσουμε βάζαμε στη διαπασών τα μεγάφωνα ώστε να μας ακούνε καλύτερα, το αποτέλεσμα όμως ήταν να δημιουργείται ένα πραγματικό κομφούζιο που αντηχούσε κακόηχα στην ειρηνική τότε περιοχή. Αυτό το γεγονός μας έδωσε την ιδέα να ζητήσουμε απ’ τον διοικητή του λόχου αντισυνταγματάρχη Αυγέρη, που ήταν προοδευτικός άνθρωπος, την άδεια να εγκαταστήσουμε έναν μικρό πομπό για την καλύτερη μετάδοση των τραγουδιών μας. Ένας δαιμόνιος τεχνικός, ο Γιώργος Γιαπατιάς, μας έφτιαξε τον πομπό με έξοδα χίλιες πεντακόσιες δραχμές που καταβάλαμε απ’ την τσέπη μας. Κι έτσι σε λίγο χρόνο λειτουργούσε ο πρώτος Σταθμός που δεν μας πέρασε βέβαια απ’ το μυαλό να τον ονομάσουμε ραδιοφωνικό Σταθμό, απλώς λέγαμε ‘Εδώ 871 Λόχος Γενικών Μεταφορών’».
Δεν είναι πολύ εύκολο να δεχθούμε πως σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο, που τα πάντα προκαλούν την καχυποψία του καθεστώτος, που για τις ασύρματες μεταδόσεις επικρατεί αυστηρή απαγόρευση και φοβία και που κάθε παρόμοιο μέσο ελέγχεται εξονυχιστικά, που ο Σταθμός του ΕΙΡ επιτηρείτο άγρυπνα από τις υπηρεσίες του ΓΕΣ και των Συμμάχων, κάποιοι ερασιτέχνες οδηγοί υποβάλουν πρόταση στο διοικητή λόχου και κείνος αυτοβούλως χωρίς την έγκριση του τμήματος Τύπου και Διαφωτίσεως του ΓΕΣ δίνει την άδεια. Και είναι άραγε τυχαίο το γεγονός πως στο αρμόδιο τμήμα του Στρατεύματος προΐσταται ο πρώην διευθυντής της κρατικής ραδιοφωνίας και ο οποίος συνδέεται με τον στενο συνεργάτη του Πετρίτση, Γρηγόρη Λαζαρίδη, πρωτεργάτη του αναφυέντος αυτοσχέδιου Σταθμού; Πρέπει εδώ να προσθέσω πως ο Λαζαρίδης υπήρξε επί Σιφναίου και ήταν ακόμη και κατά την ίδρυση του Σταθμού του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών συνεργάτης του ΕΙΡ. Είχε την ευθύνη της αγγλικής εκπομπής και συνέτασσε το δελτίο ειδήσεων στην αγγλική γλώσσα. Η συνέχεια της συνέντευξης Πετρίτση θα μας δώσει κι άλλες ευκαιρίες για σχόλια.
«Ο Σταθμός αυτός που ήταν βραχέων κυμάτων, έκανε θαύματα.Σε λίγες μέρες αρχίσαμε να παίρνουμε γράμματα από την Αίγυπτο και από ναυτικούς που ταξίδευαν, που μας έγραφαν ότι μας ακούνε και ζητούσαν τα τραγούδια της προτίμησής τους. Και τότε εγώ μα τον συνεργάτη μου Γρηγόρη Λαζαρίδη πήραμε τη μεγάλη απόφαση. Να δημιουργήσουμε τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό ενόπλων δυνάμεων. Έπρεπε λοιπόν να πάρουμε έναν μεγάλο πομπό. Λεπτά όμως δεν υπήρχαν. Κάναμε έρανο μεταξύ μας και με τη βοήθεια ορισμένων βιομηχάνων στους οποίους καταφύγαμε καταφέραμε να εγκαταστήσουμε έναν πομπό χιλίων πεντακοσίων κιλοβάτ βραχέων κυμάτων, που τον ονομάσαμε Ραδιοφωνικό Σταθμό του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών».
Δυστυχώς η πολύτιμη συνέντευξη του Διαμαντή Πετρίτση δεν μας χρονολογεί με ακρίβεια τα γεγονότα που αφηγείται. Η φράση του ωστόσο για τις αναμνήσεις σαράντα χρόνων φαίνεται πως είναι ακριβής. Αφού η συνέντευξη μεταδόθηκε το 1988 τα γεγονότα που αναμοχλεύει ο διευθυντής του Σταθμού πρέπει να είχαν την αφετηρία τους ακριβώς μια τεσσαρακονταετία νωρίτερα. Από συνομιλίες που είχαμε εμείς κατά το διάστημα της έρευνάς μας με τους ουσιαστικούς συντελεστές της ραδιοφωνικής εκείνης πρωτοπορίας θα επιχειρήσουμε στη συνέχεια και με τη διασταύρωση δημοσιευμάτων αλλά και των προσωπικών μας αναμνήσεων, να χρονολογήσουμε όσο το δυνατό συνεπέστερα τη σειρά των όσων κλιμάκωσαν την σύντομη αυτή ιστορία της σημαντικότατης εκείνης απόπειρας. Συνεχίζουμε με τη συνέντευξη Πετρίτση.
«Σύντομα αποκτήσαμε ένα μικρό στούντιο, κονσόλες κλπ και έφτιαξα το πρώτο σήμα του σταθμού. Αυτές τις πρώτες νότες από το γνωστό εμβατήριο τις έπαιζα εγώ στο πιάνο τρεις φορές την ημέρα. Αυτό ήταν το σήμα του Σταθμού που ο Μίκης Θεοδωράκης το ενορχήστρωσε με τρεις κορνέτες και διατηρήθηκε ως σήμα όλων των Σταθμών Ενόπλων Δυνάμεων μέχρι το 1982 όπου και καταργήθηκαν οι Σταθμοί των Ενόπλων Δυνάμεων».
Σ’ αυτό το σημείο η δημοσιογράφος ρωτάει τον Πετρίτση που οφειλόταν η μεγάλη επιτυχία του Σταθμού. Πριν δώσουμε το λόγο και πάλι στον διευθυντή του ιστορικού Σταθμού η αντικειμενικότητα του ερευνητή σπεύδει να στηρίξει τη μαρτυρία. Πράγματι ο Ραδιοφωνικός Σταθμός του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Αιτία ήταν το άμεσο, το αυθόρμητο, το ανεπιτήδευτο, το συνεχώς ελαφρό πρόγραμμα και με δυο λέξεις το άλλο, το νέο ραδιοφωνικό ήθος. Το επίσημα, το σοβαρό, το αρτηριοσκληρωτικό του κρατικού Σταθμού, η πολιτική προπαγάνδα με τις πομπώδεις ομιλίες, τα αλλεπάλληλα δελτία ειδήσεων, η σοβαρή μουσική, οι παιδαγωγικές προθέσεις, τα αγγλικά και τα γαλλικά προγράμματα και όλα αυτά τα εν πολλοίς απαραίτητα μα τα οποία ήταν επιφορτισμένο το ΕΙΡ , ο Σταθμός του 781 τα είχε αποβάλλει. Η συχνότητά του ανέδιδε πνοή νεανικότητα και απελευθέρωσης. Ήταν συνεπώς φυσικό να αποκτήσει μεγάλη ακροαματικότητα και μάλιστα σε μικρό διάστημα. Ο Πετρίτσης και πάλι.
«Η επιτυχία του Σταθμού μας οφείλεται κυρίως στις πρωτότυπες εκπομπές μας. Στο ότι είχαμς επικοινωνία με τους ακροατές μας. Μας έγραφαν και τους απαντούσαμε, επίσης στο ότι μεταδίδαμε λαϊκή μουσική. Το ΕΙΡ ως τότε δεν είχε τολμήσει να μεταδώσει λαϊκά τραγούδια. Αλλά εμείς πιάσαμε το σφυγμό του λαού και είμασταν οι πρώτοι που τιμήσαμε το λαϊκό τραγούδι. Και μπαίνει πρώτο λαϊκό τραγούδι η «Συνεφιασμένη Κυριακή». Το τραγούδι αυτό το έπαιξε για πρώτη φορά ο Τσιτσάνης από το δικό μας Σταθμό». Μια εντυπωσιακή μαρτυρία προς διερεύνηση από τους ερευνητές της ρεμπετολογίας αλλά ακόμη κι αν δεν είναι απολύτως ακριβής τεκμηριώνει το άνοιγμα στα τραγουδιστικά ήθη που κάνει ο 781, άνοιγμα αδιανόητο για τον συντηρητισμό του ΕΙΡ και παράληλα απόδειξη της μεγάλης απήχησης που είχε στα λαϊκά στρώματα το είδος. Ο Πετρίτσης περιγράφει παρακάτω σε ποιες οργανωτικές πρωτοβουλίες προχώρησαν.
«Πρώτα – πρώτα πήραμε εκφωνητάς. Με διαγωνισμούς που έλαβαν μέρος 500 περίπου εκφωνητές και εκφωνήτριες βγάλαμε τις καλλίτερες φωνές του ραδιοφώνου όπως η Πιπίτσα Παϊσίου η οποία αργότερα πήγε στην ΕΡΤ (ΕΙΡ) με εξετάσεις πάλι και ήρθε πρώτη, την Αλέκα Γιάπαππα, τον Ζαχαρόπουλο, τον Κούτρα. Κατά διαστήματα ερχόντουσαν ορισμένοι εκφωνηταί από το ΕΙΡ και μας έκαναν εκφωνήσεις (…) Όλοι συνεργαζόντουσαν (με το σταθμό) δεν πληρωνόντουσαν. Όλοι δωρεάν. Πλην του αγνώστου τότε για το πολύ κοινό Νίκου Σκαλκώτα, του μεγάλου αυτού μουσουργού, που του δίναμε εκείνη την εποχή 900 δραχμές για κάθε εκπομπή, με δυο βιολιά, έπαιζε αυτός κι ένας συνάδελφός του δεν θυμάμαι το όνομά του. Είχαμε όμως τη δυνατότητα να στέλνουμε αυτοκίνητο του λόχου για τη μεταφορά των καλλιτεχνών και θυμάμαι μερικούς απ’ αυτούς: ήταν ο Σώτος Παναγόπουλος, ο Πάνος Βισβάρδης, η Έλσα Λάμπο, που μάλιστα είχε πετύχει, νομίζω σε διαγωνισμό που έκανε ο σταθμός μας, ο Τώνης Μαρούδας, ο Γούναρης, η Δανάη, ηΛάουρα, ο Τζίμης Μακούλης, ο Πατάκας (…) η Νάντια Κωνσταντοπούλου, η Καίτη Παρίτση, ήταν το Τρίο Κιτάρα, ο Ζοζέφ Κορίνθιος με τις χαβάγιες του, μια χαβανέζικη συντροφιά τη λέγαμε, που είχε μάλιστα εβδομαδιαία εκπομπή. Ήταν επίσης με εβδομαδιαία εκπομπή ο Νίκυ Γιάκοβλεφ με τη Μαίρη Λω…Αυτοί από πλευράς συνεργατών όσοι πρόχειρα μπορώ να θυμηθώ».
Πρέπει να σημειώσω για τον σημερινό αναγνώστη πως αυτοί όλοι που μνημονεύει ο Πετρίτσης ήταν τότε τα κορυφαία ονόματα στο στερέωμα του τραγουδιού. Όλοι έσπευδαν να συμμετάσχουν. Οι καλύτεροι της σκηνής και του πάλκου. Κααι φυσικά, όχι μόνο. Μικροί και μεγάλοι, σπουδαίοι και ασήμαντοι. Χωρίς καμιά οικονομική απαίτηση. Πρωτα, πρώτα γιατί με τη συμμετοχή τους εξασφάλιζαν τεκμήριο εθνικοφροσύνης, αναγκαιότατο για όλους στα καχύποπτα εκείνα χρόνια κι έπειτα διότι ο Σταθμός του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών παρείχε σε όλους μεγάλη προβολή και δημοσιότητα.

Το πρόγραμμα εκπομπών του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών δεν δημοσιευόταν παρά μόνο περιστασιακά, όταν γινόταν κάποια αναφορά σε εκπομπή του. Απ’ τη συνέντευξη Πετρίτση συνάγεται μια ιδέα προγράμματος και μαθαίνουμε λίγα για μερικές απ’ τις εκπομπές. Απ’ όσα συλλέξαμε από άλλες μαρτυρίες, προσωπικές αναμνήσεις η δημοσιεύματα θα συμπληρώσουμε στη συνέχεια μια ιδέα για τα όσα εξέπεμπε ο ρηξικέλευθος και ανανεωτικός αυτός Σταθμός. Στη συνέχεια της κασέτας Πετρίτση τώρα :
« Να σας πώ για το λαϊκό τραγούδι. Στο λαϊκό τραγούδι είχαμε εντυπωσιακές παρουσίες όπως του Βασίλη Τσιτσάνη, της Μαρίκας Νίνου, του Μητσάκη, του Στελλάκη, της Σωτηρίας Μπέλλου, της Μαίρης Λίντα που εκείνο τον καιρό ήταν το βαρύ πυροβολικό του είδους. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να προσθέσουμε τη μαρτυρία της Πιπίτσας Παϊσίου που θυμάται τις συμμετοχές του Βαμβακάρη και του Παπαϊωάννου με τα συγκροτήματά τους. Είχαμε την εκπομπή «Τα ταλέντα». Εμείς πρώτοι δημιουργήσαμε την εκπομπή που αργότερα έκανε ο Οικονομίδης από το ΕΙΡ και τώρα τελευταία η τηλεόραση με τίτλο «Να η ευκαιρία». Από την εκπομπή μας αυτή βγήκαν πολλοί τραγουδιστές, δεν τους θυμάμαι τώρα αλλά νομίζω η Έλσα Λάμπο και η Παρίτση από κει είχαν βγεί. Είχαμε την εκπομπή «Το σαλονάκι μας». Γινόταν μια ευχάριστη συζήτηση μεταξύ δύο, τριών, τεσσάρων ηθοποιών που ο ένας απήγγειλε, ο άλλος έπαιζε κάτι στο πιάνο, ένας άλλος έλεγε ένα τραγούδι και γινόταν και μια συζήτηση. Είχε παρα πολύ ενδιαφέρον αυτή η εκπομπή».
Στο «Σαλονάκι μας» δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τον προπάτορα όλης της γενεαλογίας όλων των εκπομπών εκείνων που κατέληξαν να λέγονται «τοκ σόου» η «ριάλιτυ». Θα ήταν πολύτιμο για τη γνώση μας περί της δομής της εκπομπής εκείνης και η Πιπίτσα Παϊσίου, βασική εκφωνήτρια τότε του Σταθμού μας συμπληρώνει την περιγραφή της.
«Εγώ και η συνάδελφός μου εκφωνήτρια Αλέκα Γιάπαππα δεν είχαμε καμιά συμμετοχή στην εκπομπή αυτή εκτός φυσικά απ’ την αναγγελία της. Εμπνευστής και συντονιστής της ήταν ο Διαμαντής Πετρίτσης ο οποίος έπαιρνς μέρος κατά την διεξαγωγή της ως ρυθμιστής της εξελίξεώς της. Γιατί, πρέπει να σας πω πως η εκπομπή αυτή ήταν ζωντανη, ακουγόταν δηλαδή την ώρα που μεταδιδόταν. Αυτό ήταν πολύ παράτολμο την εποχή εκείνη που όλα τα προγράμματα του ΕΙΡ ήταν μαγνητοφωνημένα. Γινόταν βέβαια μια όσο το δυνατόν καλύτερη προετοιμασία. Προηγείτο μια προσυνενόση για όσα επρόκειτο να ειπωθούν. Ο Πετρίτσης όμως τη συντόνιζε και την παρακολουθούσε και κατά τη διάρκειά της μιλούσε με τους καλεσμένους. Συνήθως είχαμε ανθρώπους του θεάτρου και του τραγουδιού, που έδιναν και δείγματα της τέχνης τους η μιλούσαν για το θέατρο η το κέντρο που εμφανίζονταν, Αυτή η διαφήμισις άλλωστε ήταν και η μόνη αμοιβή τους. Φιλοξενούσαμε όμως συχνά και συγγραφείς που μας μιλούσαν για το βιβλίο τους και διάβαζαν αποσπάσματα. Άλλοτε η εκπομπή είχε θέματα επιστημονικά, ιατρικά, οπότε εκτός από τον καλεσμένο επιστήμονα συμμετείχε και κάποιος επιστημονοκός συνεργάτης που να κατέχει τα θέματα. «Το Σαλονάκι μας» είχε πολύ μεγάλη επιτυχία και αργότερα στο ΕΙΡ και ακόμη αργότερα στη τηλεόραση έγιναν πολλές σχετικές εκπομπές. «Στρογγυλό τραπέζι» και άλλες".
Έτσι τεκμηριώνουμε τις αφετηρίες κάποιων δημοφιλών σε διάρκεια εκπομπών που άλλαξαν βέβαια τίτλους και σχηματισμό , η δομή τους ωστόσο παρέμεινε αναλλοίωτη. Και η συνέχεια της πολύτιμης συνέντευξης Πετρίτση.
«Επίσης ήταν η εκπομπή «Τα τραγούδια που ακούγονται για πρώτη φορά». Στην εκπομπή αυτή οι Έλληνες συνθέτες παρουσίαζαν τα πρώτα τραγούδια τους πριν ακόμα βγούν στην κυκλοφορία και πριν τραγουδηθούν εμπρός σε κοινό. Δηλαδή παίρναμε από την Κολούμπια και την Οντεόν τους δίσκους μόλις βγαίναν, τους συμπληρώνα με ορισμένα, με κάποια κείμενα, διότι όλα αυτά τα τραγούδια είχαν μια κάποια ιστορία και βεβαίως έβγαινε μια πολύ ωραία και πρωτότυπη εκπομπή (…) Ήταν επίσης η εκπομπή «Για να γνωρίσουμε τον κόσμο». Σ’ αυτή την εκπομπή κάναμς δήθεν ταξίδια σε διάφορες χ’ωρες. Περιγράφαμε τις φυσικές ομορφιές της χώρας, τα μνημεία της, τον τρόπο ζωής των κατοίκων, τα λαϊκά τους τραγούδια, τους χορούς τους. Όλα αυτά τα στοιχεία τα παίρναμε από τις πρεσβείες των διαφόρων χωρών. Και είχαμε κάνει πολλές επιτυχημένες εκπομπές και παίρναμε συγχαρητήρια από τις πρεσβείες. (…) Τις εκπομπές αυτές τις έκανε η γυναίκα μου, η δημοσιογράφος Λουκία Πετρίτση. Είχαμε το εύθυμο χρονογράφημα, που το έκαναν ο Νέστορας Μάτσας και ο Κώστας Ασημακόπουλος και κάποιοι άλλοι δεν θυμάμαι τώρα. Είχαμε βέβαια και τον άλλο Μάτσα τον Αρτέμη, ο οποίος μας έκανε ορισμένες θεατρικές εκπομπές. Είχαμε και το μελόδραμα και οπερέτες που εκτελούσαν απ’ το σταθμό μας στελέχη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, όπως ο Πέτρος Επιτροπάκης, ο Σπύρος Σαλίγγαρος, η Ζωγράφου και την επιμέλεια αυτών των εκπομπών είχε ο Καρακαντάς. Γινόταν δηλαδή μετάδοσις ολόκληρης της οπερέτας…»
Δεν θα μπορούσαμε να ελπίσουμε σε αυθεντικότερη πηγή σχετικά με την ίδρυση, τη συγκρότηση και τη λειτουργία του πρώτου ραδιοφωνικού σταθμού που πατρονάρεται από στρατιωτική αρχή. Η κασέτα με τη συνέντευξη του Διαμαντή Πετρίτση είναι σαφώς περισσότερο από πολύτιμη. Είναι κρίμα που οι ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν στη συνέντευξη εκείνη δεν ήταν τέτοιες που να καλύπτουν όλα τα κενά των πληροφοριών μας για τον ιστορικό εκείνο σταθμό, τον σταθμό του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών. Στη συνέχεια της συνέντευξής του ο διευθυντής του σταθμού θυμάται κι άλλες εκπομπές που περιλάμβανε το πρόγραμμα. «Είχαμε και την εκπομπή «Απαντήστε μας γρήγορα», είχαμε και εκπομπές με αναμεταδόσεις καλλιτεχνικών προγραμμάτων από διάφορα κέντρα. Αυτή ήταν διαφημιστική. Δηλαδή προσπαθούσαμε να πάρουμε όλο το πρόγραμμα, το μεταδίδαμε μέσω του Σταθμού μας και εισπράτταμε. Οι διαφημίσεις ήταν οι μόνοι πόροι του Σταθμού και προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο να κάνουμε τέτοιου είδους διαφημιστικές εκπομπές για να εξασφαλίζουμε τους πόρους για τις αμοιβές όχι όλου του προσωπικού αλλά για τους εκφωνητάς, τον τενικό…»
Συνάντησε βέβαια αντιδράσεις ο Σταθμός. Και πρώτα πρώτα ήταν δεδομένη η ανταγωνιστικότητα του ΕΙΡ. Η μεγάλη δημοτικότητα που γνώρισε σχεδόν απ’ αρχής, η ευελιξία της διάρθρωσής του, η αμεσότητα των αποφάσεων και των εφαρμογών τους προκάλεσαν αυτονόητες αντιδράσεις στους υπαλλήλους του ΕΙΡ που έβλεπαν το ίδρυμα να σέρνεται συγκριτικά με τον αυτοσχέδιο σταθμό του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών. Με την ίδια συγκριτική ματιά έβλεπαν και τη διαφορά των προγραμμάτων. Το αγκυλωμένο στεγνό ύφος, το περιχαρακωμένο από άκαμπτους κανόνες απ’ τη μια και απ’ την άλλη το ελεύθερο, αυθόρμητο και ανέμελο για τα όποια ραδιοφωνικά λάθη και ατέλειες. Αυτό όμως που περισσότερο τους πείραζε ήταν η μεγαλύτερη ακροαματικότητα. Το ζήτημα είχε και επιπτώσεις εισπρακτικές διότι κλονιζόταν το κύρος του ΕΙΡ έναντι των συνδρομητών του. Το ραδιόφωνο του 781 Λ.Γ.Μ. μετέδιδε πρόγραμμα προτιμότερο για τον κόσμο και το μετέδιδε δωρεάν. Για πρώτη φορά τότε φάνηκε η μειονεκτική θέση της κρατικής ραδιοφωνικής υπηρεσίας. Το κρατικό ραδιόφωνο έπρεπε να ανταποκριθεί σε πολλές άχαρες υποχρεώσεις που βαρύνουν κάθε εθνική ραδιοφωνία. Ήταν υποχρεωμένο επίσης να καλύψει τις απαιτήσεις όλων των πληθυσμιακών μερίδων, μικρών και μεγάλων. Μ’ αυτά τα εγγενή δεδομένα ο νέος σταθμός κέρδισε αμέσως έδαφος και έσπειρε την ανησυχία στους ανθρώπους του ΕΙΡ που τεκμηριώνεται με τη φράση που όπως μας καταθέτει ο Βασίλης Κροντηράς ακουγόταν συχνά στους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου. «Θα μας κλείσει ο Λαζαρίδης».
Πίσω απ’ αυτή την επιφάνεια σοβούσε και ο ακήρυκτος πόλεμος του τέως γενικού διευθυντή Παναγιώτη Σιφναίο με τον νυν Δήμήτρη Σβολόπουλο. Ο υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου και Διαφωτίσεως του Στρατού δεν ήταν δυνατόν να είναι αμμέτοχος στη δημιουργία του Σταθμού του 781 Λ. Γ. Μ. αλλά αν δεχθούμε πως ήτανπως να πιστέψουμε πως έμενε απαθής μπροστά στην επιτυχία του στρατιωτικού σταθμού και στις συνέπειες που είχε αυτή στον αντίπαλό του. Αλλά και ο Σβολόπουλος, άνδρας μαχητικός, φιλόδοξος και δραστήριος δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Τα θεσμοθετημένα προνόμια της κρατικής ραδιοφωνίας του εξασφάλιζαν πολλά μέσα για να πολεμήσει τον απροσδόκητο ανταγωνιστή στη μονοκρατορία των ερτζιανών. Επί του προκειμένου αναφέρεται στη συνέντευξή του ο Πετρίτσης.
«Συνεχώς αντιμετωπίζαμε εμπόδια. Όχι μόνο από την ανυπαρξία κονδυλίων αλλά και από τον συνεχή πόλεμο του τότε ΕΙΡ και (όταν αργότερα ιδρύθηκε) από τον Σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων της οδού Ζαλοκώστα. Και πραγματικά κάποτε κατάφεραν να μας κλείσουν για καμιά εικοσαριά μέρες. Όμως έπειτα από τον θόρυβο που ξεσήκωσαν οι ακροαταί μας και όλος ο Τύπος της εποχής εκείνης μας επέτρεψαν να λειτουργήσουμε και πάλι αλλά με τον τίτλο «Δεύτερος Ραδιοφωνικός Σταθμός Ενόπλων Δυνάμεων του Λόχου 781 Γενικών Μεταφορών» γιατί, βλέπεται ο άλλος της οδού Ζαλοκώστα ήταν ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Ενόπλων Δυνάμεων ο Ένα. Οι εκδηλώσεις των ακροατών μας ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητικές. Ήταν, βλέπετε ο Σταθμός τους. Παρ’ όλη όμως την αγάπη του κοινού ο Σταθμός δεν μπόρεσε να σωθεί από τις σκοπιμότητες. Οι στρατιωτικές αρχές απαγόρευσαν σε λίγο τη λειτουργία του και έδωσαν εντολή ο Σταθμός του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών να κλείσει. Η είδηση έπεσε σα βόμβα στην Αθήνα εκείνης της εποχής. Κανένας δεν μπορούσε να την πιστέψει.Αλλά η ώρα της πραγματοποίησης της διαταγής έφθασε. Κάναμε τότε μια αποχαιρετιστήρια εκπομπή για να ευαχαριστήσουμε τους ακροατές μας για την αγάπη τους. Όλοι κλαίγαμε και μαζί μας η Δανάη που τργουδούσε από το Σταθμό μας για τελευταία φορά. Τραγουδούσε κι έκλαιγε. Αυτό ήταν το κύκνειο άσμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών» .
Όσα πολλά κι αν μας λέει στη συνέντευξή του ο Πετρίτσης πολλά περισσότερα μας κρύβει. Η συνέντευξη παραχωρήθηκε στη δημοσιογράφο Νικολοπούλου για να μεταδοθεί από το ραδιόφωνο. Ο Πετρίτσης χρησιμοποιεί τόνους καλλιεπείς με καλοφτιαγμένες φράσεις και την εκφορά της ραδιοφωνικής του πείρας. Η θητεία του στα ραδιοφωνικά στούντιο είναι φανερή σε πολλά. Φανερή επίσης είναι και η πρόθεσή του να σκεπάσει, να μην θίξει ευαίσθητα σημεία με τις αποκαλύψεις του. Μιλάει βέβαια για σκοπιμότητες που έκλεισαν τον 781 Γενικών Μεταφορών, μιλάει για τον συνεχή πόλεμο του ΕΙΡ και του Σταθμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Αλλά ως εκεί Δεν μας δίνει καμιά λεπτομέρεια, παρασκηνιακές κινήσεις, πρόσωπα που στρατεύθηκαν εναντίον της πρώτης στρατιωτικής ραδιοφωνικής πρωτοβουλίας. Ας το δεχθούμε αυτό σαν μια δοκιμασία της οξυδέρκειάς μας κι ας αρκεσθούμε στις υποθέσεις που κάναμε ήδη και στην καλή και τεκμηριωμένη χρήση των δεδομένων. Δεν τελειώσαμε ασφαλώς με τον 781, τον πρώτο ραδιοφωνικό Σταθμό που τα’ όνομά του (το υποκοριστικό του) αποτελείται από τρεις αριθμούς. Ο επόμενος ραδιοσταθμός θα εμφανοσθεί ακριβώς σαράντα χρόνια αργότερα. Θα είναι δημοτικός σταθμός του Δήμου της Αθήνας. Μόνο που σ’ αυτή τη φάση τα τρία νούμερα θα προσδιορίζουν ραδιοφωνική συχνότητα εκπομπής και όχι τον αριθμό ενός όρχου στρατιωτικών οχημάτων.
Η άλλη εκφωνήτρια του ¨781, που μαζί με την Πιπίτσα Παϊσίου προκρίθηκαν κατά τον διαγωνισμό, ήταν η Αλέκα Γιάπαππα, σήμερα Στασινοπούλου, αδελφή του τεχνικού Γιώργου Γιάπαππα, που έστησε τον πομπό και όλο το μηχανολογικό συγκρότημα του Σταθμού. Για το κλείσιμο του Σταθμού η εκφωνήτριά του θυμάται: « Ο Σταθμός του 781 είχε αγαπηθεί πολύ απ’ τον κόσμο. Νομίζω πως κύριος λόγος ήταν οι αφιερώσεις τραγουδιών που πρώτος αυτός μετέδωσε και καθιέρωσε. Η δυνατότητα του ακροατή να αφιερώνει ονομαστικά ένα τραγούδι σ΄ένα δικό του πρόσωπο, στρατευμένους κυρίως, ήταν μια επαναστατική πρωτοτυπία. Ούτως η άλλως είχαμε πολλές επισκέψεις ακροατών στο σταθμό που ήθελαν να βρεθούν κοντά μας. Τότε η περιοχή δεν ήταν όπως είναι σήμερα. Γύρω απ’ τα κτίρια σ’ ένα απ’ τα οποία στεγαζόταν ο Σταθμός μας ήταν χωράφια. Με κάθε λεωφορείο που περνούσε απ’ τη Μεσογείων κατεβαιναν πεντέξη που έρχονταν στο Σταθμό. Όταν ανακοινώθηκε πως θα κλείσει ο Σταθμός αυτοί οι πεντέξη έγιναν λεφούσια που ήθελαν να μας εκφράσουν την αγάπη τους και τη συμπαράστασή τους. Σημειώματα διαμαρτυρίας δημοσίευαν πολλά οι εφημερίδες. Αφού ερχόντουσαν και στο σπίτι μας στον Πειραιά όπου μέναμε με τον αδελφό μου. Είχε μαθευτεί στη γειτονιά η σχέση που είχαμε με το Σταθμό και μας χτυπούσαν την πόρτα άνθρωποι άγνωστοι για να μας πουν πόσο λυπούνται που θα κλείσει ένας Σταθμός τόσο αγαπητός». Ανάλογη είναι η μαρτυρία της Παϊσίου για τις αντιδράσεις του κόσμου: « Δεν ξέρω ποιοί ήταν οι λόγοι που το Γενικό Επιτελείο διέταξε το κλείσιμο του Σταθμού. Ίσως να είχε ενοχλήσει τον λεγόμενο Πρώτο Ραδιοφωνικό Ενόπλων Δυνάμεων, αυτόν της Ζαλοκώστα, που είχε ιδρυθεί εν τω μεταξύ, έναν χρόνο μετά τον δικό μας Πιθανόν η επιτυχία του «781» να ήθελαν να μεταφερθεί στον άλλα, τον νεώτερο. Το βέβαιο είναι πως δημιουργήθηκε τότε μεγάλο θέμα και πολλές εφημερίδες πήραν το μέρος μας. Ο κόσμός μας έγραφε και μας τηλεφωνούσε για να διαμαρτυρηθεί. Μαζευόντουσαν επίσης πολλοί έξω από το Σταθμό μας για πολλές ημέρες. Έβγαινε τότε κάποιος και τους έλεγε: μη μαζεύεστε. Μη διαμαρτύρεστε. Δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Είναι διαταγή ο Σταθμός να σταματήσει…»
Περιγραφή της εγκατάστασης του Σταθμού του 781 μας δίνουν οι δυο εκφωνήτριες. Ήταν ένα διόροφο κτίριο με κήπο, με το ισόγειό του υπερυψωμένο και μ’ ένα ημιυπόγειο. Σ’ αυτό ήταν η λέσχη των αξιωματικών της μονάδας και το εστιατόριο που έτρωγε το προσωπικό του Σταθμού, όπως και οι καλλιτέχνες που έπαιρναν μέρος στο πρόγραμμα. Στο ισόγειο, όπου οδηγούσαν δυο τρία σκαλάκια ήταν ένας χώρος αναμονής ήταν το στούντιο και ο θάλαμος με την κονσόλα του ήχου. Δίπλα ήταν επίσης και ένα δεύτερο μικρό στούντιο. Στα δεξιά ήταν το γραφείο του διευθυντή που συστεγαζόταν με κάποιους αξιωματικούς. Μια ξύλινη σκάλα έβγαζε στον απάνω δεύτερο όροφο όπου ήταν η Γραμματεία και η δισκοθήκη και οι θάλαμοι ύπνου για τους στρατευμένους. Το προσωπικό του Σταθμού, εκτός των στρατιωτών ήταν οι δυο εκφωνήτριες Παϊσίου και Γιάπαππα, ο εκφωνητής Δημήτρης Κούτρας, οι αδελφές Κακλαμάνη στη Γραμματεία, ο Γιώργος Φύτρος και ο Νίκος Χρύσης, τεχνικοί. Διευθυντής ο Διαμαντής Πετρίτσης που είχε και την ευθύνη των μουσικών προγραμμάτων και συνδιευθυντής στην ουσία ο Γρηγόρης Λαζαρίδης, με επιτελείο που έφτιαξε το ραδιοφωνικό θαύμα της εποχής εκείνης, η ανέλπιστη επιτυχία του οποίου προκάλεσε τον φθόνο του πολυάνθρωπου Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και του άλλου στρατιωτικού Σταθμού, του συστηματικού που ήταν το επίσημο όργανο του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Αναμφισβήτητα ο μικρός, ο ευκαιριακός , ο αυτοσχεδιαστικός ραδιοφωνικός Σταθμός βρέθηκε έρμαιο σε δυο ισχυρές ραδιοφωνικές δυνάμεις και προφανώς αποσύρθηκε και οποιαδήποτε υποστήριξη που τον κρατούσε στην επιφάνεια. Και ο Σταθμός του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών σαρώθηκε. Η φωνή του ακούστηκε για δυο χρόνια σχεδόν και το φθινόπωρο του 1950 σώπασε.

Ξαναγυρίζουμε στο 1947 για να σημειώσουμε τα όσα διαδραματίσθηκαν στο ΕΙΡ στο διάστημα που μεσολάβησε. Κυοφορήθηκαν πολλές εξελίξεις στους ραδιοφωνικούς ορίζοντες στη διετία 1947 – 1949, διετία καθοριστική για πολλές πλευρές της ελληνικής ζωής, και για τα ραδιοφωνικά πράγματα ιδιαίτερα μπορεί να χαρακτηριστεί κοσμογονική. Η δεκαετία των μεγάλων και συγκλονιστικών γεγονότων τελείωνε πολύ αισιόδοξα για την ελληνική Ραδιοφωνία. Δέκα χρόνια απ’ όταν ιδρύθηκε κρατικός Σταθμός, η μεταξική ΥΡΕ ,και τέσσερα απ’ την ίδρυση του ΕΙΡ, το ραδιοφωνικό τοπίο έχει αλλάξει εντελώς όψη.
Γνωρίσαμε και αναλύσαμε τις προϋποθέσεις της δημιουργίας του πρώτου στρατιωτικού ραδιοσταθμού, όσο σχολαστικά μας ήταν δυνατόν από την απόσταση που βρισκόμαστε σήμερα. Τα όσα σηματοδότησε με την ίδρυσή του , τη λειτουργία του και την επιτυχία του ο Σταθμός του 781 Λόχου Γενικών Μεταφορών θα μας απασχολήσουν στη συνέχεια. Τώρα όμως είναι απαραίτητο να στραφούμε στο ΕΙΡ , όπου στο μεταξύ γίνονται και εκεί βήματα σημαντικά και γρήγορα, αν λάβουμε, φυσικά, υπ’ όψη μας μας τους ρυθμούς της κρατικής μηχανής.
Η διετία είναι πράγματι γεμάτη ραδιοφωνικές επιτεύξεις. Όσο και αν το επηρμένο ύφος με το οποίο είναι συνταγμένο ένα απολογιστικό και απολογητικό φυλλάδιο που με τον τίτλο « ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗΝ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑΣ – ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΑΡΙΘΜΟΙ» τύπωσε ο Δημήτρης Σβολόπουλος στο τέλος του 1949, μας κάνει επιφυλακτικούς, αναμφισβήτητο είναι πως τα όσα στοιχεία περιλαμβάνονται στο εν λόγω έντυπο του ΕΙΡ τεκμηριώνουν τη σπουδαία πρόοδο της κρατικής Ραδιοφωνίας. Η παράθεση μερικών αποσπασμάτων από το έντυπο αυτό του ΕΙΡ είναι πολύ διαφωτιστική όχι μόνο για τις επιτεύξεις αλλά και για πολλές άλλες λεπτομέρειες που αφορούν στη διάρθρωση και λειτουργία της ραδιοφωνίας. Το τεύχος αυτό (σελίδες 40) παραθέτει στο εξώφυλλό του δυο στήλες μα αντιστοιχίες η μια προς την άλλη , όπου παρατίθενται συγκριτικά τα πεπραγμένα του ’47 στην πρώτη στήλη και στη δεύτερη τα όσα έγιναν ως το τέλος του ’49.
«Το 1947 υπήρχε ΕΝΑΣ (1) ΣΤΑΘΜΟΣ εν Αθήναις και ΕΙΣ (1) εις Θεσσαλονίκην που είχε προ πολλού διακόψει». Στην αντιπαρατιθέμενη στήλη. «ΣΗΜΕΡΟΝ 1949 – Υπάρχουν ΤΕΣΣΑΡΕΣ (4) ΣΤΑΘΜΟΙ λειτουργούντες, εκ των οποίων ο ειε ΒΡΑΧΕΩΝ, νεοδημιουργηθείς όστις και έδωκε την μάχην της «Φωνής της Ελλάδος» προς τους Σταθμούς της Σόφιας, του Βουκουρεστίου, των Τιράνων, του Βελιγραδίου και της Μόσχας». Στην πρώτη στήλη. «Υπήρχαν ΔΥΟ (2) ΣΤΟΥΝΤΙΑ» Στην απέναντι στήλη. «-Υπάρχουν πέντε (5) ΣΤΟΥΝΤΙΑ εξ ων το έν δι ορχήστραν 42 οργάνων». Στην πρώτη στήλη του 1947. «Διετίθεντο δεκα τεσσαρες (14) ημερησίως δια την μετάδοσιν προγράμματος». Στη στήλη του 1949. «Διατίθενται τεσσαρακοντα και ημισεία (4.30) ώραι προς τον αυτόν σκοπόν». Στην πρώτη στήλη. «Είχε ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΔΥΟ ΧΙΛΙΆΔΑΣ (42.000) ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΑΣ». Στη δεύτερη στήλη. «- Έχει ΕΚΑΤΟΝ ΕΙΚΟΣΙ ΕΞ ΧΙΛΙΑΔΑΣ συνδρομητάς». Στην πρώτη στήλη. «- Το Πρόγραμμα εκπομπών συνετάσσετο μόλις…ΑΠΟ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ημέρας». Στη δεύτερη στήλη του 1949 «- Σήμερον συντάσσεται κατά τον επιμελέστερον τρόπον ΠΡΟ ΔΕΚΑ ΠΕΝΤΕ (15) ημερών». Στην πρώτη στήλη. «Το πρόγραμμα μετεδίδετο ΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΓΛΩΣΣΑΝ». Στη δεύτερη. «- Σήμερον μεταδίδεται εις την ΑΓΓΛΙΚΗΝ, ΓΑΛΛΙΚΗΝ, ΤΟΥΡΚΙΚΗΝ, ΡΩΣΙΚΗΝ, ΡΟΥΜΑΝΙΚΗΝ, ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΝ, ΣΕΡΒΙΚΗΝ, ΑΛΒΑΝΙΚΗΝ». Στην πρώτη στήλη. «Οικονομική κατάστασις: ΧΡΕΗ πρά την διδομένην τότε κρατικήν επιχορήγησιν». Στη δεύτερη. «-Σήμερον ΝΕΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ, ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΓΑ βελτιώσεων και επεκτάσεων. ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4.000.000 κατατεθειμένον παρά τη Εθνική Τραπέζη. Και πάντα ταύτα, άνευ επιχορηγήσεως τινός». Στην πρώτη.-Πρόγραμμα ανασυγκροτήσεως ΟΥΔΕΝ». Στη δεύτερη. «Σήμερον: ΠΛΗΡΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ δια την ίδρυσιν Σταθμού Μεσαίων των 150 Κ.Β. ΤΕΣΣΑΡΩΝ (4) των 5κι ΕΝΟΣ (1) Βραχέων των 50 ΚΒ του οποίου ήρχισεν η ΕΚΤΕΛΕΣΙΣ».
Ομολογουμένως πολύ σημαντικά τα όσα έγιναν από τον Μάρτιο του 1947 ως τον Νοέμβριο του 1949 και τα στοιχεία που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν καμιά υπόνοιαγια διόγκωση των δεδομένων. Αποκρύπτεται όμως στους συγκριτικούς πίνακες η οικονομική ενίσχυση που έλαβε αρχικά το ΕΙΡ, τον Απρίλιο του 1947, δια της οποίας ο Σβολόπουλος δρομολόγησε τα όσα πράγματι εντυπωσιακά επιτελέστηκαν στο διάστημα των 32 αυτών μηνών. Με τίτλο ΦΩΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ο γενικός διευθυντής του ΕΙΡ δημοσιεύει στην τρίτη σελίδα του ίδιου εντύπου ένα άρθρο, εισηγητικό κατά ένα τρόπο των ντοκουμέντων που παραθέτει στις επόμενες σελίδες. Τα στοιχεία είναι κυρίως πρακτικά από συνεδριάσεις του ΔΣ, δικές του εισηγήσεις και αναλύσεις αντιπαρατιθέμενες στην έκθεση του ελεγκτή Ξύδη, που ζητήθηκε από τον ίδιο το Σβολόπουλο πριν ένα χρόνο, τον Νοέμβριο του 1948, ύστερα από μια σειρά φημών και επικρίσεων για κακή διοίκηση και διαχείρηση. Η αρχική παράγραφος του κειμένου: «Η συστηματική πολύπλευρος αλλά και επιμελώς κατευθυνομένη αντίδρασις κατά του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας είναι γνωστή. Ποία έργα συνετελέσθησαν από τον Μάρτιο του 1947 μέχρι σήμερα εις αυτό, αποδεικνύεται εκ του προτασσομένου συγκριτικού πίνακος. Τα συντελεσθέντα έργα ομιλούν αδιαψεύστως περί του αν η από του 1947 διεύθυνσις του Ραδιοφωνικού Σταθμού υπήρξεν αποδοτική η αποσυνθετική».
Από τα όσα ακολουθούν στ ίδιο κείμενο αξιοσημείωτο είναι το στοιχείο που αναφέρει ο Σβολόπουλος σχετικά με την προ αυτού οικονομική κατάσταση του Ιδρύματος όπως εμφανίζεται στην έκθεση του ελεγκτή Κουλεϊμάνη, που είχε συνταχθεί τότε. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή το χρεωστικό υπόλοιπο του ΕΙΡ ήταν μέχρι τον Φεβρουάριο του 1948, 521.218.437,50 δραχμές και είχε λάβει επιχορηγήσεις 735.105.000 δραχμές.

Απολύτως στέρεο και τεκμηριωμένο το σημείωμα που προηγείται του αναλυτικού πίνακα που παραθέτει στη συνέχεια ο Σβολόπουλος. Δεν χρειάζεται πια να καταφεύγουμε διαρκώς στα δημοσιεύματα των εφημερίδων όπως σε προγενέστερες περιόδους. Από τα μετακατοχικά χρόνια διατηρούνται περισσότερα στοιχεία, όπως αυτό το φυλλάδιο και όπως άλλες πηγές στις οποίες θα καταφύγουμε στην πορεία. Απ’ το συγκεκριμένο αυτό κείμενο που ο διευθυντής του Σταθμού το τιτλοφορεί ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ξεδιπλώνεται μια σαφής και ανάγλυφη εικόνα του ιδρύματος που προβάλλουν ακόμα και πλευρές του που δεν είχαμε σωστά τις διαστάσεις τους. Φωτίζονται δε πολλές πτυχές της λειτουργίας του, όπως άλλωστε οι ιδέες και οι προθέσεις του ιδίου του διευθυντή. Για την πολεμική που ασκείται στον ίδιο τον Σβολόπουλο και για τις κατηγορίες που του επιρρίπτονταν και για τις επικρίσεις που απευθύνονται στο ΕΙΡ γενικά θα δώσουμε στοιχεία εν συνεχεία αν και πρέπει να θεωρούνται αυτονόητες. Μπορούμε ωστόσο να σημειώσουμε πως ο Δημήτρης Χρονόπουλος, αν και συνεργάτης του ΕΙΡ, σε κάθε ευκαιρία στρέφεται εναντίον διοικητικών στελεχών του Σταθμού με επιστολές του στις εφημερίδες και κατήγγειλε διαφορες ενέργειες τους κυρίως αντεθνικές δήθεν.
Ιδού λοιπόν πως αρχίζει το μνημονευθέν κείμενο του Σβολόπουλου.
«Κατά τας αρχάς του παρελθόντος έτους διεδόθησαν διάφοραι φήμαι εναντίον του ΕΙΡ και εναντίον μου συνεπεία των οιποίων θεώρησα καλόν να ζητήσω δι επανειλημμένων ενεργειών την διεξαγωγήν του αρμοδίου ελέγχου. Εγνώριζον βέβαια ότι αι κατηγορίαι αύται αποτελούν εντέχνους ψευδολογίας, ου μόνον προερχομένας εκ προσωπικής αντιζηλίας ωρισμένων ατόμων εναντίον μου, αλλά και ενισχυομένας υπό των γνωστών εκείνων κύκλων των οποίων προφανής σκοπός ήτο όπως παρεμβάλωσιν εμπόδιον εις το εθνικόν έργον της Ραδιοφωνίας κατά των σημερινόν αγώνα του Έθνους». Εύκολα παρατηρεί ο αναγνώστης πως σε κείνη την εποχή κατά την οποία οι κρότοι των όπλων του Εμφυλίου αντηχούσαν ακόμη, όχι μόνο τα προσωπικά αναμιγνύονταν αξεδιάλυτα με τα εθνικοφρονικά αλλά πολύ συχνά καλύπτονταν πίσω τους.
Πριν από τρία χρόνια ο Πετμεζάς δεχόταν ισχυρές βολές για δήθεν αντεθνική στάση, αμέσως μετά ο Σιφναίος απεπέμπετο για παρόμοιους λόγους, τώρα ανάλογες επιθέσεις αντικρούει ο Σβολόπουλος που του προσάπτουν και σ’ αυτόν κίνητρα αντεθνικά. Συνεχίζουμε.
«… Και δι αυτόν ακριβώς τον λόγον είχον την γνώμην ότι το καλύτερον όπλον όχι τόσον δι εμέόσον δι αυτό το συμφέρον της διεξαγωγής του ψυχολογικού πολέμου υπό του κράτους, ήτο η ενέργεια του εν λόγω ελέγχου, όστις δεν ήτο δυνατόν, ειμή αντικειμενικός ενεργούμενος, να φθάσει να διαλάμψει η αλήθεια. Φαίνεται όμως ότι αι ανθρώπιναι αδυναμίαι δεν εμφωλεύουν μόνον εις την σκέψιν των κοινών ανθρώπων αλλά και εις αυτών των ανωτέρων κρατικών υπαλλήλων εις τους οποίους η Πολιτεία ανέθεσεν εν προκειμένω την ενέργειαν του ελέγχου…» Και παρακάτω αμφισβητώντας την νομιμότητα του ελέγχου ως προς την σκοπιμότητα των δαπανών σημειώνει: «Το παράνομον της αντιθέτου ενεργείας καθίσταται έτι μάλλον πρόδηλον εάν τις λάβη υπ’ όψιν του τον ιδιότυπον χαρακτήρα του ραδιοφωνικού οργάνου, δηλαδή του ΕΙΡ και δη εν ώρα πολέμου, κατά τον οποίον το όργανον τούτο είναι όργανον πολεμικόν, λειτουργούν υπό τας διαταγάς του Γενικού Επιτελείου και τελούν υπό τον ύπατον νόμον της σκοπιμότητος. Οργανισμός ασκών εν τοιούτον λειτούργημα δεν δύναται να κριθή εντός των στενών ορίων τα οποία διαγράφει η διοικητική νομοθεσία, οροκειμένου περί της διοικήσεως άλλων Οργανισμών».
Κατηγορήθηκε για σπατάλες ο Σβολόπουλος και για χαριστικές παροχές και αναθέσεις. Ίσως με το παραπάνω επιχείρημα του θέλει να υποστηρίξει αυθαιρεσίες του και εύνοιες οικονομικού χαρακτήρα. Ο ισχυρισμός του όμως είναι λογικά ευσταθής. Δυστυχώς όμως η γραφειοκρατική αντίληψη είναι άκαμπτη και συχνά παράλογη. Επιχειρηματολογεί παρακάτω για την αναφορά που κάνει η έκθεση του ελεγκτή σχετοκά με την πρόσληψη και απόλυση προσωπικού που ο Σβολόπουλος είχε κάνει κατά την προσωπική του κρίση.
«Μια των παρατηρήσεων της εκθέσεως περί των οιποίων ασχολούμεθα κατωτέρω είναι ότι δήθεν ανωμάλως εγένετο εν τω ΕΙΡ η πρόσληψις και απόλυσις του προσωπικού. Εν τω πλαισίων της ανωτέρω παρατηρήσεως, είμεθα ηναγκασμένοι να τονίσωμεν ενταύθα ιδιαιτέρως τούτο: Η Ελλάς διεξάγει σήμερον πόλεμον κατά τον οποίον η διακρισις εσωτερικού και εξωτερικού εχθρού είναι τι το αδιανόητον. Τούτο υποχρεώνει τον υπεύθυνον, ο οποίος έχει τοποθετηθεί κατόπιν διαταγής της κυβερνήσεως ως ηγήτωρ του ραδιοφωνικού πολέμου να προσέχει το παρελθόν το παρόν και τας κινήσεις των υπαλλήλων ανά πάσαν στιγμήν αναλόγως δε να προβαίνη εις αμέσους ενεργείας διορισμών και απολύσεων. Αλλοίμονον εάν εν προκειμένω του εδέσμευον τας χείρας οι περιορισμοί οίτινες δεσμεύουν τους επι κεφαλής των άλλων οργανισμών. Θα ωμοίαζεν προς τον διοικητήν εκείνον της στρατιωτικής μονάδος εν ώρα μάχης ο οποίος θα ήτο αναγκασμένος δια να έχει ε ις κατάλληλον θέσιν τα κατάλληλα στελέχη να ζητήσει την έγκρισιν του κέντρου και την τήρησιν των σχετικών διατυπώσεων αι οποίαι ισχύουν δια τους κοινούς υπαλλήλους της κρατικής λειτουργίας».
Ηγεμονισμός πρώτου βαθμού. Ο Σβολόπουλος θέλει να επιβάλει την εικόνα του ραδιοφωνικού αρχιστράτηγου η δικτάτορα που αποφασίζει, διατάσσει και εκτελεί χωρίς να ελέγχεται και να λογοδοτεί. Μια τέτοια ισχύ θέλησε να αναπτύξει μέσα στο ΕΙΡ. Και ως ένα βαθμό το πέτυχε. Στον αυταρχισμό του δεν στεκόταν ο γραφειοκρατικός μηχανισμός του κράτους. Αυτόν τον ανεχόταν μόνο ως αναγκαίο κακό και συχνά προσπαθούσε να τον παρακάμπτει. Τον δυσχέραινε το γεγονός πως επί των χειρισμών και των αποφάσεων του απαιτείτο η έγκριση της προϊσταμένης αρχής. Το στερούσαν την απολυτότητα του ηγεμονεύειν. Θεωρούσε πως η περίοδος από Νοεμβρίου 1938 έως το Μάρτιο 1941 που διηύθυνε τη ραδιοφωνία του εξασφάλιζαν περγαμηνές πολεμικού παρελθόντος και δεν αναγνώριζε σε κανέναν το δικαίωμα, πολύ περισσότερο σ’ έναν γραφειοκράτη ελεγκτή, να αμφισβητήσει και να επικρίνει τις αποφάσεις του.

Ο ισχυρισμός του ωστόσο πως διεξήγαγε πόλεμο δεν είναι ανακριβής. Στο σημείωμα του τευχιδίου που προαναφέραμε στη συνέχεια διευκρινίζει: «Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών διεξάγει σήμερον, αυτός μόνος, αγώνα εναντίον κυρίως 8 Ραδιοφωνικών Σταθμών του Πανσλαυικού Κομουνιστικού Μπλοκ οι οιποίοι είναι πάνοπλοι εις προσωπικόν και εις μέσα. Διεξάγει μόνος του τον αγώνα εναντίον του πανίσχυρου Ραδιοφωνικού Σταθμού της Μόσχας, εναντίον του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Βουκουρεστίου, του απαισίου αυτού ο ργάνου της Κομινφορμ, εναντίον του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Πράγας, εναντίον του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Σόφιας, εναντίον του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Βελιγραδίου και εναντίον του Ραδιοφωνικού Σταθμού του ληστρικού κέντρου το οποίον καλείται σημερινή Αλβανία».
Ασχέτως της σκοπιμότητας για την οποία επιστρατεύει τα επιχειρήματά του πολυμέτωπου ραδιοφωνικού αγώνα η πραγματικότητά του είναι αναμφισβήτητη, όπως επίσης αναμφισβήτητο είναι πως ο Σβολόπουλος προσωπικά ρίχτηκε με πάθος από τις ραδιοφωνικές επάλξεις κυρίως, σε αδυσώπητο ραδιοφωνικό αγώνα. Έχει μείνει ιστορική η σειρά των εκπομπών της Βορείου Ελλάδος με τον επεξηγηματικό υπότιτλο «Σας ομιλούν οι από τριών χιλάδων ετών Ελληνες της Μακεδονίας, της Θράκης και της Ηπείρου» όπου ξεχείλιζε το αντισλαυικό του μένος. Η μαχητικότητα του διευθυντή του ΕΙΡ είχε συνέπειες η τουλάχιστον έτσι εμφανίστηκε, αν και το γεγονός φαίνεται πολύ εναρμονισμένο με το φανατισμένο πνεύμα της εποχής. Οι κομουνιστές έστειλαν ανθρώπους να δολοφονήσουν το Σβολόπουλο. Την πληροφορία μας την παρέχει ο ίδιοε σε μια παράγραφο της ίδιας αυτής αντέκθεσης που περιλαμβάνεται στο βιβλίο «ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ…». Επιχειρεί να καταλογίσει στον ελεγκτή εχθρότητα προς την εκπομπή της Βορείου Ελλάδος και να υπονομεύσει την αξιοπιστία του πορίσματος του ελέγχου. Γράφει λοιπόν: «Η δε πολυλογία του κ. Ελεγκτού παρέχει την εντύπωσιν ότι μόνος του σκοπός είναι να κλονίσει το κύρος της εκπομπής ταύτης, ένεκα της οποίας και επεκηρήχθην από το Αρχηγείο των Συμμοριτών παρα του οποίου και απεστάλησαν προς εκτέλεσιν μου οι συλληφθέντες υπό της Γ. Ασφαλείας του κράτους εκτελεσταί. (Ανακοίνωσις Γεν. Ασφαλείας Αθηνών 29 Αυγούστου 1949 περί συλλήψεως μελών σπείρας δια την δολοφονίαν του Γ. Διευθ. της Ραδ. Δ. Σβολόπουλου)».
Άρα και ο ελεγκτής όργανο των κομουνιστών. Δοθέντος του φανατισμού που καλλιεργείτο εκατέρωθεν αλλά και εξ αιτίας του αντικομουνιστικού μένους που εξέπεμπε η εκπομπή του Σβολόπουλου το σχέδιο δολοφωνίας του διευθυντή του ΕΙΡ αν φυσικά δεν ήταν σκηνοθετημένο απ΄τη Γενική Ασφάλεια, είναι σήμερα κατανοητό. Οι λόγοι ωστόσο μιας τέτοιας ενδεχόμενης απόπειρας θα μπορούσαν να είναι σοβαρότεροι και να μην έχει χαρακτήρα προσωπικής αντεκδίκησης αλλά δολιοφθοράς, Κι αυτό γιατί τοι ΕΙΡ είχε αναλάβει χρέη μυστικής υπηρεσίας. Τα σχετικά τα βρίσκουμε σ’ αυτό το ίδιο το τευχίδιο σε μια παράγραφο που ο Σβολόπουλος εξηγεί που φαίνεται αδικαιολόγητη. Γράφει: «Επί του ζητήματος της καταβολής δρχ. 39.919500 εις διάφορα άτομα μη συνδεόμενα δια συμβάσεως και μη δυνάμενα να υπαχθούν εις την κατηγορίαν των εκτάκτων συνεργατών και άνευ εγκρίσεως του Διοικητικού Συμβουλίου και υπό την αιτιολογίαν προγράμματος και προπαρασκευή αυτού, απαντώ: Ως ανέφερα προγενεστέρως το τελευταίον τιμολόγιον συνεργατών προγράμματος εγκριθέν υπό του Διοικητικού Συμβουλίου χρονολογείται από 13-6-’46 (συνεδρία 59). Έκτοτε δια την λειτουργίαν του προγράμματος απητήθησαν διαφοραι εργασίαι και προσετέθησαν λόγω της διεξαγωγής του αγώνος νέα στάδια δράσεως του Ραδιοφωνικού Σταθμού. Όπως η ημέρα και νύκτα παρακολούθησις, εντολή της κυβερνήσεως και του ΤΕΕ, των ξένων βαλκανικών Σταθμών της Μόσχας και του Ανατολικού Συνασπισμού, έκδοσις δις της ημέρας δια το Υπουργείον Εξωτερικών, την Ασφάλειαν και τας Στρατιωτικάς Αρχάς.Συγκρότησις συνεργείου δια την παρασκευήν ειδήσεων εις ξένας γλώσσας δια τον Σταθμόν Βραχέων δια την Αμερικήν, εργασίαι αι οποίαι επεβλήθησαν εκ του πολέμου και αι οποίαι δεν προεβλέποντο…»
Ιδού λοιπόν που ο Σβολόπουλος δεν υπερέβαλλε καθόλου όταν διατεινόταν πως το ΕΙΡ διεξήγαγε πόλεμο. Είχαμε όμως και συμμαχικές παρεμβάσεις και ίσως πρακτορικές διεισδύσεις στο πρόγραμμα από υπαλλήλους αμερικανικών υπηρεσιών. Το απόσπασμα από το ίδιο έντυπο που ανατέμνουμε, πέραν των εξηγήσεων που το ίδιο παρέχει επιτρέπει και αρκετές υποθέσεις: «Επί του ζητήματος του σχετικού με την εκφωνητρίαν και την Αννίνου. Η αρμόδια υπηρεσία εξωτερικού Τύπου και του Υπουργείου Τύπου και Πληροφοριών καθώς και ο διευθυντής της Υπηρεσίας Τύπου παρα τη Αμερικανική Αποστολή κ. Σέυ, συνέστησαν όπως προσλάβωμεν όπως ακούεται καλλίτερον με την αμερικανικήν προφοράν την Ελληνοαμερικανίδα Καίτην Αννίνου, ήτις ήτο γραμματεύς του κ. Γκρήνγουωλντ. Ο καθορισθείς μισθός των 700.000 ήτο ο αυτός με τον μισθόν των εκφωνητών της αγγλικής εκπομπής κ.κ. Πετροκοκκίνου, Ηλιάσκου, Ροδοκανάκη. Η υπάλληλος Αννίνου προσήρχετο τακτικά, συνέτασσεν αύτη την μετάφρασιν και κατ’ αρχάς μεν την εξεφώνη την 1ην μεταμεσονύκτιον, αργότερον δε, κατόπιν παραχωρήσεως δίσκων εγγραφής παρά της Αμερικανικής Υπηρεσίας, απήγγειλεν την εκπομπήν την 22 νυκτερινήν εις δίσκον, εξ ου αύτη μετεδίδετο την ρηθείσαν μεταμεσονύκτιον ώραν. Όπως όλοι μετα την 11ην νυκτερινήν εκ της υπηρεσίας απερχόμενοι ούτω και η κ. Αννίνου μετεφέρετο δι αυτοκινήτου εις την οικίαν της». Η ιδιαιτέρα γραμματέας στελέχους της Αμερικανικής Αποστολής, υπάλληλος της ελληνικής ραδιοφωνίας η οποία συνέτασσε την εκπομπή που μεταδιδόταν στην Αμερική, με πρόσχημα την καλή αμερικανική προφορά.
Μια ακόμη αξιοσημείωτη καταγραφή στο εν λόγω έντυπο αφορά στο περιοδικό του ΕΙΡ, στο ιστορικό Εβδομαδιαίον Πρόγραμμα Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, το μετέπειτα «Ραδιοπρόγραμμα» και εν συνεχεία «Ραδιοτηλεόραση». Τις ανάγκες δημοσιοποίησης των προγραμμάτων των Ραδιοφωνκών Σταθμών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, τις κάλυπτε όπως είδαμε το ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ που είχε συνάψει σύμβαση με το ΕΙΡ επί Σιφναίου. Η συμφωνία αυτή φαίνεται πως δεν ικανοποιούσε το Σβολόπουλο παρ’ ότι ο εύκαμπτος εκδότης του ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ, (ο ίδιος εξέδιδε και το περιοδικό ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΝ επι κατοχής και λιβάνιζε τότε τον Βουλπιώτη) μετά την απομάκρυνση του Σιφναίου χειρίστηκε το ζήτημα προσεκτικά. Έχω ωστόσο λόγους να πιστεύω πως ο Δημήτρης Σβολόπουλος ήθελε ένα έντυπο στην απόλυτη διάθεση του ΕΙΡ δηλαδή τη δική του. Είναι φυσικό να θέλει να ενισχύσει την θέση του έναντι των επικριτών του και να προσθέσει ένα ακόμη όργανο μάχης στο οπλοστάσιο του αντικομουνιστικού του αγώνα. Δεν μπορούμε σήμερα να γνωρίζουμε αν ο τότε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας είχε συλλάβει όλες τις δυνατότητες που μπορούσε να παρέξει ένα έντυπο σαν παράλληλο μέσο με την ραδιοφωνία η φιλόδοξη τάση του όμως που εκδηλώνεται επί παντός μέσα στο ΕΙΡ μας επιτρέπει να αντιληφθούμε πως ακόμα ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ είχε διακρίνει τις πολιτιστικές δυνατότητες ενός εντύπου, που συμπλέκονται με τη ραδιοφωνία, είχε εκτιμήσει πάντως πως η ωφέλεια του δεν θα ήταν καθόλου αμελητέα. Θα δουμε παρακάτω ποιες συνθήκες της τότε πραγματικότητας προέβαλαν έντονα την αναγκαιότητα του Τύπου. Η σημασία του ραδιοφωνικού περιοδικού ωστόσο εκτιμήθηκε πλατύτερα λίγο αργότερα από ανθρώπους που διέθεταν οξυδερκέστερες κεραίες και στάση διαφορετική απέναντι στα κοινωνικά και πολιτιστικά φαινόμενα.
Ποια είναι τα στοιχεία επί του προκειμένου που μας δίνει η «ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ…» του Σβολόπουλου. Στη σελίδα 13 του απαντητικού τευχιδίου αντικρούει μια ακόμη κατηγορία της έκθεσης Ξύδη. «Επί του ζητήματος της άνευ δημοπρασίας εγκρίσεως του Διοικητικού Συμβουλίου καταβολής δραχ 68.577.200 εις το περιοδικόν «Νέα Οκονομία» και δραχ. 110.749.000 εις το τυπογραφείον «Πυρσού» δι εκτυπωτικά του ραδιοφωνικού προγράμματος απαντώ τα εξής: Κατά τον μήνα Μάιον 1948 το περιοδικόν ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ εις το οποίον εδημοσιεύετο το πρόγραμμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών εναντι εβδομαδιαίας επιχορηγήσεως καθορισθείσης υπό του Διοικητικού Συμβουλίου προ της αναλήψεως των καθηκόντων μου, διέκοψε την έκδοσίν του. Λόγω της άνω διακοπής το Διοικητικό Συμβούλιο απεφάσισε την υπό του Ιδρύματος έκδοσιν του εβδομαδιαίου προγράμματος, το πρώτον τεύχος του οποίου εξεδόθη την 9/5/1948»
Από την επίσημα χρονολογημένη αυτή αφετηρία της μεταπολεμικής φάσης μπορούμε να μετράμε τον συνεχή βίο του εντύπου της κρατικής ραδιοφωνίας (και αργότερα και τηλεόρασης) που παρά τους προβληματισμούς των κατά καιρούς διοικούντων, αυτό δεν έχασε ποτέ ούτε ένα βήμα στον παράλληλο τροχασμό του με τα ηλεκτρινικά μέσα που υπηρετούσε και το κυριότερο δεν έχασε ποτέ την εμπιστοσύνη του κοινού. Απόδειξη ότι ο Σβολόπουλος επένδυσε προσωπικές φιλοδοξίες πάνω στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα του Σταθμού και προφανώς είδε τον εαυτό του συγκροτηματάρχη επικοινωνιακού χώρου με ραδιοφωνικούς Σταθμούς και έντυπο στην δικαιοδοσία του. Το περιοδικό του ΕΙΡ κυκλοφόρησε me υψηλές προδιαγραφές. Οι τυπογραφικές εγκαταστάσεις του «Πυρσού», στον οποίο κατάφυγε ο διευθυντής του ΕΙΡ για την εκτύπωση του «Εβδομαδιαίου Προγράμματος» ήταν την εποχή εκείνη ότι καλύτερο διέθετε η Αθήνα στον τομέα της εκτυπωτικής. Από το ίδιο του το κείμενο, με το οποίο επιχειρεί να ανασκευάσει τα όσα επί του θέματος του «Πυρσού» του καταλογίζει η έκθεση Ξύδη, γίνεται φανερή η μεροληπτική προσπάθεια που κατέβαλε για να εξασφαλίσει το περιοδικο τα τέλεια μέσα για την εκτύπωσή του. Σχετικά με όλα αυτά οι παρακάτω γραμμές. «Μετά την διακοπή του περιοδικού ΕΔΩ ΑΘΗΝΑΙ και κατόπιν της αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου όπως το Ίδρυμα εκδώση ιδίαις δαπάναις το εβδομαδιαίο πρόγραμμα η εκυύπωσις τούτου ένεκα και του κατεπείγοντος και μέχρι διενεργείας του σχετικού διαγωνισμού ανετέθη εις την Ανώνυμον Εταιρείαν «Ο ΠΥΡΣΟΣ» με την ρητήν συμφωνίαν ότι το τίμημα της εκδόσεως θα κανονισθή επι τη βάσει της προσφοράς του τελευταίου μειοδότου κατά τον εν τω μέλλοντι διενεργηθεισόμενον διαγωνισμόν. Μέχρις της διενεργείας του διαγωνισμού τούτου, όστις ωρίσθη δια την 9ην Σεπτεμβρίου 1948 η εν λόγω είχεν εκτυπώση τα 18 πρώτα τεύχη και είχε λάβη έναντι 110.477.950»
Παραθέτει κι άλλες εξηγήσεις ο διευθυντής του ΕΙΡ για να αντικρούσει τα πορίσματα της έκθεσης του ελεγκτή που προσπαθούν να κρύψουν όχι τις ευθύνες του η τη μεροληψία του προς τον «ΠΥΡΣΟ» αλλά την επιθυμία του να έχει το ίδρυμα που διοικούσε ένα εμφανίσημο, καλής μαρτυρίας, ανταγωνιστικό και έγκυρο έντυπο. Ο Σβολόπουλος είχε φιλοδοξίες που διακρίνονται μέσα στα κείμενά του, διέθετε όμως και οξυδέρκεια και είχε αντιληφθεί πως η συμπαράσταση στους τρεις τότε ραδοφωνικούς Σταθμούς που διέθετε το ΕΙΡ ήταν μεγάλη υπόθεση. Ένα καλό και υπολογίσημο έντυπο θα μπορούσε να αποβεί πολλαπλά χρήσιμο για τους αναγνώστες του, για τη ραδιοφωνία και για τον ίδιο τον διευθυντή της. Αυτό το είχε αποδείξει ο Σβολόπουλος και στην προπολεμική περίοδο που ήταν και τότε διευθυντής της Ραδιοφωνίας, που με δική του πρωτοβουλία, όπως θυμάται ο αναγνώστης, είχε πρωτοεκδοθεί το πρόγραμμα. Κεκαλυμμένη μορφή περιείχε η ανακοίνωση του υποβαθμισμένου εντύπου όταν μετά την λήξη της πρώτης θητείας Σβολόπουλου συνέχισε συνέχισε να κυκλοφορεί αλλά σαν ένα 12σέλιδο ασήμαντο εφημεριδάκι και στην πρώτη σελίδα του έγραφε πως το έντυπο του ΕΙΡ δεν θα εκδίδεται πλέον σαν περιοδικό. Το ενδιαφέρον προς το περιοδικό του ΕΙΡ έχει μια παράμετρο που συστηματικά αγνοήθηκε. Το έντυπο παράρτημα της Ραδιοφωνίας πρέπει να καθρεφτίζει την εικόνα, το κύρος και την ιδεολογία της. Κι αυτό ο Δημήτρης Σβολόπουλος το είχε κατανοήσει απολύτως.

Αν η γραφίδα της ραδιοφωνικής ιστορίας σχολιάζει τον Σβολόπουλο για την έπαρση και τον αυταρχισμό του, καθώς και για το αντικομουνιστικό του μένος δεν μπορεί παρά να σημειώσει τα σημαντικά επιτεύγματα που σημειώθηκαν στη διάρκεια της θητείας του. Τα όσα μνημονεύει ο ίδιος στο φυλλάδιο που προαναφέραμε αντιπαραβάλοντας τα δικά του πεπραγμένα έναντι των όσων είχαν γίνει επι Πετμεζά και Σιφναίου, είναι απολύτως ακριβή, κατά το μεγαλύτερο τουλάχιστον μέρος τους. Ένα απ’ αυτά ήταν ασφαλώς ο πομπός των βραχέων που αποτελούσε κύριο μέλημα και στόχο, όπως επανειλημμένα έχουμε διαπιστώσει. Στο θέμα αυτό ο Σβολόπουλος έδωσε πρώτη προτεραιότητα κι έριξε μεγάλο βάρος στην προσπάθεια πραγματοποίησής του Έχουμε αναφερθεί σε ένα προγενέστερο φυλλάδιο – όχι στην «ΑΠΑΝΤΗΣΙ..» στην έκθεση Ξύδη αλλά σε μια έκδοση που κυκλοφόρησε ένα χρόνο νωρίτερα με τίτλο «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ 1947-1948» όπου παρατίθενται λεπτομερειακά τα θέματα που συζητούνται στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. Στη συνεδρίαση της 3/3/47 τίθεται κατά πρώτον το ζήτημα του πομπού των βραχέων που σημειώνεται στο έντυπο. «Επίσης κατόπιν εισηγήσεως του Διευθύνοντος Συμβούλου, αποφασίζει (το Δ.Σ.) όπως εις τους όρους του διεθνούς διαγωνισμού δια την ταχυτέραν προμήθειαν ενός πομπού βραχέων κυμάτων- που μόνη η Ελλάς δεν έχει αποκτήσει ακόμη- της τάξεως των 10 Κ.Β.,προστεθή διάταξις…»
Στη συνεδρίαση της 20/3/47 ο διευθύνων σύμβουλος ανακοινώνει πως ο πομπός βραχέων που προσφέρει ο οίκος Μαρκόνι μπορεί να παραδοθεί σε 4 μήνες αντί των 6 που προβλέπει η προσφορά. Είχαν ασκηθεί επομένως πιέσεις από ελληνικής πλευράς για κάθε δυνατή επίσπευση. Στη συνεδρίαση όμως της 7/4/47, με εισήγηση του Σβολόπουλου, αποφασίζεται να κατακυρωθεί στην R.C.A. η προμήθεια και εγκατάσταση του πομπού των βραχέων. Στη συνεδρίαση της 29/5/47 το θέμα είναι η προώθηση των εργασιών για το Σταθμό των Βραχέων. Στη συνεδρίαση της 24/6/47 ο τίτλος είναι «ο αγών δια το Σταθμό των Βραχέων» και το περιεχόμενο συνοψίζεται στις αράδες: «Ο Διευθύνων Σύμβουλος εκθέτει τας ενεργείας του παρά τω Υπουργώ Οικονομικών και τη Νομισματική Επιτροπή δια το ζήτημα της ταχυτέρας εξ Αμερικής αποστολής του Πομπού Βραχέων Κυμάτων, το δε Δ.Σ. εξουσιοδοτεί αυτόν να χειρισθεί το ζήτημα εν λευκώ». Με το θέμα του πομπού βραχέων ασχολούνται και οι συνεδριάσεις 26/7 και 14/9 και στη συνεδρίαση της 11/12/47 ο Σβολόπουλος ανακοινώνει στο Δ.Σ. πως ο Σταθμός 7 ½ kw φορτώθηκε στν Αμερική και σε λίγο παραλαμβάνεται. Και τώρα ιδού το χρονικό της παραγγελίας, παραλαβής και εγκατάστασης το εν λόγω πομπού, καθώς και οι τεχνικές του προδιαφραφές όπως περιγράφεται σε ειδικό κεφάλαιο του ίδιου εντύπου.
«Ο ΝΕΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΕΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑ ΠΡΩΤΗΝ ΦΟΡΑΝ ΑΠΕΚΤΗΣΕΝ Η ΕΛΛΑΣ – Η ιστορία του όπως εγράφη εις τον καθημερινόν Τύπον – Εις τα Λιόσια και στην επι τούτου ανεγερθείσαν αίθουσαν του ραδιοφωνικού πομπού συντελείται από δυο εβδομάδων μια εργασία δια την εγκατάστασιν ενός νέου Ραδιοφωνικού Σταθμού. Ενός ραδιοφωνικού πομπού βραχέων κυμάτων ισχύος 7 ½ κιλοβάτ. Με τον νέον αυτόν σταθμόν που δια πρώτην φοράν αποκτά η Ελληνική Ραδιοφωνία, η φωνή της Ελλάδος θα ακούεται εις ολόκληρον την Ευρώπην. Και προς Ανατολάς και προς Βορράν. Εις την Βόρειον Αφρικήν και εις την Μέσην Ανατολήν. Με πέντε κεραίας γενικής ακτινοβολίας. Και με μίαν ειδικήν κατευθυνόμενην (ρομβικήν) προς τας Ηνωμένας Πολιτείας και τον Καναδά. Ο νέος πομπός βραχέων κυμάτων που αποκτά η Ελληνική Ραδιοφωνία είναι εκ των τελειοτέρων αμερικανικών, που έχουν τεθεί μεταπολεμικών εις χρήσιν δι όλον τον κόσμον. (…)Θα ημπορεί ο νέος σταθμός να λειτουργεί νύκτα και ημέρα». Και το δημοσίευμα συνεχίζει με «Μια συνομιλία με τον Διευθύνοντα Σύμβουλον του ΕΙΡ κ. Δημ. Σβολόπουλον» φυσικά πάνω στο «ιστορικόν της αποκτήσεως» του πομπού των βραχέων. Επαίρεται υπερβολικά ο διευθυντής για το επιτευγμά του και όχι άδικα. Είναι μεγάλο επικοινωνιακό γεγονός για τη χώρα η απόκτηση ενός τέτοιου πολυδύναμου μέσου που ενισχύει τις προσπάθειες σε διπλωματικό επίπεδο ενός αγώνα πολυμέτωπου. Ο Σβολόπουλος στο ίδιο κείμενο επαναλαμβάνει πως η λειτουργία πομπού βραχέων κυμάτων ήταν μέσα στις βασικές προϋποθέσεις που έθεσε ως όρο για να αναλάβει τη Ραδιοφωνία. Και η περιαυτολογία συνεχίζεται: «Προεκηρύχθη και διενεργήθη ο διαρκώς αναβαλλόμενος – άγνωστον δια ποίον λόγον – διεθνής διαγωνισμός δια τον σταθμόν των βραχέων κυμάτων που ευρίσκεται σήμερον εις τα Λιόσια.Η σχετικά απόφασις δια την παραγγελίαν του Σταθμού Βραχέων κυμάτων, τον οποίον απεκτήσαμεν ελήφθη την 7ην Απριλίου 1947 (…) Την 19ην Απριλίου, εις τα γραφεία του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, η σύμβασις περί προμηθείας και εγκαταστάσεως του πομπού των βραχέων, ο οποίος έπρεπε να φορτωθή εν Νέα Υόρκη το βραδύτερον μέχρι τέλους Νοεμβρίου του 1947 δια Πειραιά. Και να ευρίσκεται εις τα Λιόσια, όπου και εγκαθίσταται, μέχρι της 31ης Ιανουαρίου. Με όλα τα απαραίτητα υλικά δια την ανέγερσιν των ιστών, την σύνδεσιν των κεραιών και την εν γένει εγκατάστασιν του όλου συστήματος του πομπού, υπό την υπεύθυνον επίβλεψιν του ειδικού μηχανικού της Αμερικανικής εταιρείας. Ούτω ευρέθημεν τον πρώτον μήνα του 1948 με πομπόν ραδιοφωνίας βραχέων κυμάτων ισχύος 7 ½ χιλιοβάτ, ο οποίος θα αρχίση να μεταδίδη την φωνήν της Ελλάδος εις τα Βαλκάνια, εις Ευρώπην, εις Αφρικήν και εις Αμερικήν και Καναδά».
Έτσι σαν σημείο των καιρών αλλά και σαν εξέλιξη στο μακροχρόνιο πόλεμο ανάμεσα στη Telefunken, την αγγλική Marconi και την εσχάτως εμφανισθείσα αμερικανική RCA ,για τον έλεγχο των ελληνικών ερτζιανών με τις πολλές κατευθύνσεις, πρέπει να επισημανθεί πως νικήτρια αναδεικνύεται η Marconi που αποσπά την ελληνική ραδιοφωνία από την γερμανική κυριαρχία και που βαθμιαία θα την μεταβιβάσει στην αμερικανική. Ο μεγάλος πόλεμος έχει τελειώσει με νίκη των Συμμάχων. Ο Εμφύλιος πνέει τα λοίσθια, ενώ η εισβολή της επικοινωνιακής τεχνολογίας έχει αρχίσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες